Νοσταλγία*


Όντα παράξενα στου νου τη λογική
συναντηθήκανε στην ερημιά της πόλης
πάνω σε γέφυρα που ορίζει χωρισμούς
και έχει σβήσει ο φανοστάτης μόλις.

Δεν έχουν λόγο να βρίσκονται εκεί
τα βλέμματα τους αναζητούν το πέρας
της αποχής ενός αλλόκοτου βυθού
αυτού που έκρυψε περίτεχνα το τέρας.

Τι θέλει άραγε ετούτο το λιοντάρι
δίπλα σε άντρα με φτερούγες διπλωμένες
ίσως να έχασε το δρόμο του για πάντα
και τώρα γνέφει σε στιγμές καταραμένες.

Μα άμα κοιτάξεις με μια ματιά καλή
το ρόλο τους ευθύς θ’ αναγνωρίσεις
πώς ενσαρκώνουν τη μελαγχολία δηλαδή
όλων αυτών που δεν μπορείς να αγνοήσεις.

Όλων εκείνων που γνωρίζουνε καλά
χωρίς να έχουν τη φωνή για να το πούνε
πως η ζωή η πραγματική είναι αλλού
μα τώρα είναι αργά για να σωθούνε.


*εμπνευσμένο από τον ομώνυμο πίνακα του Ρενέ Μαγκρίτ


Χρήστος Μαυρίκιος


στην αγορά του Αλ Χαλίλι


Ο άνεμος θα καίει στη γη του Νείλου
μια αρχαία μυρωδιά θα μας μεθά
στον τροπικό όπως θα 'σαι του Καρκίνου
μέσα σου θα γεννιέται μια θεά


Μ' άγιο καπνό θα υφάνεις το χρησμό σου
για να μου δώσεις όταν θα ζητώ
να μπω ιεροφάντης στο ναό σου
να σ' ερμηνεύσω και να ερμηνευτώ


Στην αγορά του Αλ Χαλίλι
θα πουλάν τα δυο σου χείλη
δυο περιουσίες και άλλη μια
τέσσερις εγώ θα δώσω
θα πληρώσω όσο όσο
να μου κάνουν μία μελανιά


Θα σου αγοράσω στο Καρνάκ μπακίρια
με καλλιτέχνες θα τα πιούμε ιθαγενείς
τις νύχτες θα σου κάνω τα χατίρια
όσα ποτέ σου δε σου έκανε κανείς


Θα 'μαι η πηγή στην όαση της Σίβας
θα είσαι ο διαμαντένιος ουρανός
Θα γίνεις η βασίλισσα της Θήβας
κι εγώ ένας μαγεμένος Φαραώ


Στην αγορά του Αλ Χαλίλι
θα πουλάν τα δυο σου χείλη
δυο περιουσίες και άλλη μια
τέσσερις εγώ θα δώσω
θα πληρώσω όσο όσο
να μου κάνουν μία μελανιά


μουσική και στίχοι:Νίκος Ζούδιαρης



ο αυτόχειρας


Δε θα μείνει στη νύχτα ούτ’ ένα αστέρι.
Δε θα μείνει η νύχτα.
Θα πεθάνω και μαζί μου όλο
τ’ ανυπόφορο σύμπαν.
Θα σβήσω τις πυραμίδες, τα μετάλλια,
τις ηπείρους και τα πρόσωπα.
Θα σβήσω το θησαύρισμα του παρελθόντος.
Θα κάνω σκόνη την ιστορία, σκόνη τη σκόνη.
Κοιτάζω τώρα το στερνό ηλιοβασίλεμα.
Ακούω το στερνό πουλί.
Κληροδοτώ το τίποτα σε κανέναν.




Χόρχε Λουίς Μπόρχες
μετάφραση: Αργύρης Χιόνης


η Μούσα


Τον ερχομό σου μες στη νύχτα καρτερώ
σε μια κλωστή θαρρώ κρέμεται η ζωή μου
νιότη, ελευθερία, δόξα, ας πάνε στο καλό.
Αγαπημένη εσύ, πλησίασε, έλα με τη φλογέρα
να την, που πέταξε το πέπλο της.
Στα μάτια με κοιτά προσεχτικά: Ρωτώ:
«Του Δάντη τις σελίδες υπαγόρεψες εσύ;
τους στίχους για την κόλαση;» Και απαντά. Εγώ.



Άννα Αχμάτοβα
1889-1966
μετάφραση:Άρης Αλεξάνδρου

να η Λόλα


Παίζουν τα παιδιά
Ανάμεσα στα χρώματα
μιλούν με πεταλούδες
Κρατούν το μπλε
των ονείρων
για νανούρισμα

Παιδί κι εγώ
κατεβαίνω
στις νύχτες
Τα βρώμικα σκαλοπάτια
μου δείχνουν λυγμό


Παίζουν τα παιδιά
Σκάβουν παγίδες
για τα παιδιά
με το φιλί της μάνας
στα γερά κορμιά τους


Σπασμένο παιδί εγώ
βλέπω τα κούτσουρα
στ' αποτυπώματα
των θρανίων μας

Μέσα απ' το παράθυρο
-κατασκευή παρελθόν
Και κατεβαίνω οργή
τα βράδια
σε ραγισμένα πρόσωπα


Σπλάχνα ροδόχρωμα
τα παιδιά
στις φωτογραφίες
σχολικών βιβλίων
Ο Μίμης, Η Άννα
Πλεξούδες όνειρα
όταν η γιαγιά...
τηγανίζει ψάρια


Ανεπιθύμητο σπλάχνο εγώ
κατέβαινα στην κόλαση
με το δάγκωμα της αράχνης
στα χείλη μου

Να, η Λόλα!...
Σπασμένη ζωή
η Λόλα...
Λου και Οοο - Λο
Λου και ΑΑΑ - Λα
Λόλα...


Τη βρήκα
στο τελευταίο σκαλοπάτι...
όταν κατέβαινα στις νύχτες
Είχε πατήσει ένα όνειρο
Είχε γεμίσει το πέλμα της
αγκάθια και πονούσε
Είχα φυλάξει αράχνες
μέσα στη χούφτα μου
Αυτές που διαβάσαμε
τ' όνομα του θανάτου

Πάντα τα βράδια
ανακαλύπτω
την πρώτη γραφή
απ' το παλίμψηστο εγώ μου
Κι εκεί φωνάζω
Λόλα!

Όταν τα παιδιά
κυνηγούν νεράιδες,
με χρώματα αρμενίζουν
Εγώ, νυχτερινούς βυθούς

σκέφτομαι κι ας μην υπάρχω


...


-ίσως το νόημα της ζωής να είναι η οικογένεια και τα παιδιά.κάτι που εγώ δεν πρόλαβα να κάνω
-μπα!δε βαριέσαι!
-ε,πώς?ο ίδιος ο Χριστός ευλόγησε το γάμο στην Κανά.
-ναι,αλλά,αυτός δεν παντρεύτηκε,παρ'όλες τις πιέσεις της μητέρας του
-ποιες πιέσεις??
-ε,ξέρεις...τα "γνωστά".Πότε θα παντρευτείς,πότε θα κάνεις οικογένεια,πότε θα δω κι εγώ εγγονάκια"...λένε μάλιστα ότι μετά το Μυστικό Δείπνο του έκανε μεγάλη σκηνή:"πάλι μ'αυτούς έτρωγες?...ανύπαντρος σ'αυτή την ηλικία και να κάνεις παρέα μόνο με άντρες.δεν το καταλαβαίνεις ότι ο κόσμος βάζει διάφορα με το νου του και σε συζητάνε?
"άσ'τους να λένε μητέρα,ου γαρ οίδασι",της είπε ο Χριστός και ετοιμάστηκε να φύγει."πού πας πάλι",τον ρώτησε η Παναγία και τότε άρχισε ο μεγάλος καυγάς.
-γιατί???
-γιατί ο Χριστός απάντησε:πάω να με φιλήσει ο Ιούδας.
-για πες μου άγγελε,είναι αλήθεια ότι στο γάμο της Κανά ο Χριστός μετέτρεψε το νερό σε κρασί?
-φυσικά,αλλά το μετάνιωσε.
-γιατί?
-γιατί μετά πήγαιναν όλοι με ένα ποτήρι νερό και παραγγέλναν:ουίσκι,τζιν,τεκίλα,βότκα πορτοκάλι.


-θα σου διαβάσω κάτι που δεν αναφέρεται στα επίσημα ευαγγέλια,για να δεις την πλεονεξία των ανθρώπων:"...τότε ο Ιησούς πολλαπλασίασεν τους άρτους και τους ιχθύας και εχορτάσθησαν,και είτα έστρεψαν το βλέμμα προς τον Ιησούν και ανεφώνησαν:"φρούτο δεν έχει???"


...-το κακό με τους αιρετικούς είναι ότι για να υποστηρίξουν τις απόψεις τους,παραποιούν τις γραφές.για παράδειγμα,ξέρεις την ευαγγελική ρήση που λέει:"αν κάποιος σε χαστουκίσει στο μάγουλο,εσύ στρίψε και το άλλο?"
-ναι,λοιπόν?
-λοιπόν,υπάρχει μια αίρεση που πρεσβεύει ότι ο άνθρωπος δεν πρέπει να εμπλέκεται καθόλου στα εγκόσμια,γι'αυτό έχουν αλλάξει και το ρητό και το έχουν κάνει:"αν κάποιος σε χαστουκίσει στο μάγουλο,εσύ στρίψε το λαρύγγι του"
-φοβερό!
-ακριβώς!υπάρχει και μια άλλη αίρεση που τα μέλη της παίρνουν διάφορες ουσίες,για να έρθουν σε έκσταση όταν προσεύχονται.λοιπόν ακόμα κι αυτοί έχουν αλλάξει το ρητό.
-πώς το έχουν κάνει?
-αν κάποιος σε χαστουκίσει στο μάγουλο,εσύ στρίψε ένα τσιγάρο.


άγγελος στο διάβολο:ο βασικός ένοχος για το προπατορικό αμάρτημα είναι το αφεντικό σου,ο Εωσφόρος.αυτός ξεγέλασε την Εύα και της έδωσε το μήλο.
-καλά να πάθει.ποιος της είπε να κάνει βόλτες μόνη της στον κήπο?αυτά παθαίνουν όσες γυρίζουν.όπως είπε και ο Λωτ στη γυναίκα του.
-α,έτσι είπε ο Λωτ?βλέπω έχεις μελετήσει τη Βίβλο!
-βεβαίως!ξέρω εγώ λεπτομέρειες από τη Βίβλο που δεν τις φαντάζεσαι!
ας πούμε ξέρω τι έκανε ο Μωυσής όταν ήταν βρέφος και τον έριξε η μητέρα του στον Νείλο.
-τι έκανε??
-ΠΛΑΤΣ!
-για πες μου,τι άλλο ξέρεις από τη Βίβλο?
-ξέρω για τότε που ο Χριστός είπε:"ας κάνω ένα θαύμα",και έκανε το θαύμα της Κανά.σιγά το θαύμα δηλαδή.θα έριξε κάποια χημική ουσία στο νερό κι έτσι πήρε το χρώμα και τη γεύση του κρασιού.
-α,έτσι λες εσύ?
-φυσικά.είναι γνωστό ότι ασχολιόταν με τη χημεία
-ποιος ασχολιόταν με τη χημεία???Ο Χριστός???
-ε,βέβαια,δεν ξέρεις ότι είπε ολόκληρη παραβολή για το άζωτο?
-είπε την παραβολή του ασώτου ηλίθιε,όχι του αζώτου!


-εσύ άγγελε,που ξέρεις τις γραφές απ'έξω κι ανακατωτά,μήπως μπορείς να μου πεις πότε ακριβώς θα γίνει η Δευτέρα Παρουσία στη γη?
-και γιατί σ'ενδιαφέρει αυτό?
-γιατί περιμένω την ανάσταση των νεκρών.για τί άλλο?
-εσείς οι άνθρωποι μόνο αυτό σκέφτεστε,την ανάσταση των νεκρών.όμως το πραγματικό νόημα της Δευτέρας Παρουσίας βρίσκεται αλλού.στην τελική κρίση και στην έλευση της ουράνιας βασιλείας.η απόλυτη επικράτηση της δικαιοσύνης,της αγάπης και της ειρήνης.αυτή είναι η ουσία της Δευτέρας Παρουσίας.Αν αφαιρέσεις την ουσία τι μένει?
-Η Δευτέρα Παρ...


Αρκάς



ο έρωτας και άλλες απατηλές τέχνες


Αυτόν τον-εκκωφαντικά ήσυχο-χειμώνα που με περιμένει,λέω να τον φωταγωγήσω με την αίγλη της ευλογημένης απραξίας.Κι όταν βαρεθώ το πουπουλένιο πάπλωμα,θα φορέσω επιτέλους την πρώτη ρόμπα που απέκτησα στη ζωή μου(μάλλινη,μπορντό,ανδρική ρομπίτσα).Θα συρθώ μέχρι το γραφείο,θ'ανοίξω τη γραφομηχανή και,άπλυτη,άβαφη θα αρχίσω να γράφω αυτό που χρόνια τώρα οργανώνεται στο παραδαρμένο κεφάλι μου:Ένα βιβλίο για τον επαναπροσδιορισμό των σχέσεων και το νέο ρόλο της γυναίκας.Γιατί μια φράση με διακατέχει εδώ και καιρό:Η νίκη θα είναι η καταστροφή της.Και ακόμη,όπου και να κοιτάξω στον περίγυρό μου δεν βλέπω γυναίκες αλλά κατεστραμμένες νικήτριες.[...]
Κάποτε θα γράψω ένα βιβλίο για τη φυσική και τον έρωτα.Για τους αλγείς ανέμους των ερωτευμένων που συμπλέουν.Για την Ισχύ και την Ενέργεια,χάρη στην οποία ο έρωτας επιζεί.Για την Πλάγια Κρούση μέσω της οποίας υπεκφεύγεις.Για την Αρμονική ταλάντωση διαφορετικών συχνοτήτων.Για τους Ζυγούς,τους Μοχλούς και τα βαρούλκα του ζευγαριού.Αλλά και για το νόμο της παγκόσμιας έλξης που λέει για δυο σώματα που έχουν μάζες m1 και m2 και απέχουν μεταξύ τους απόσταση γ,έλκονται με δύναμη F,η οποία είναι ανάλογη με το γινόμενο των μαζών τους,αλλά αντιστρόφως ανάλογη με το τετράγωνο της απόστασής τους(όλη μας η ερωτική ζωή,κύριε Φυσικέ,συνοψισμένη σ'αυτόν και μόνο το νόμο).[...]
Τις νύχτες ονειρεύομαι όστρακα και εξερευνήσεις στο μικρό,αποκλεισμένο νησί της μεγάλης Ιδιωτικότητας.Γύρω διαφανής ομίχλη.Εγώ ράθυμη.Να κολλάρω τις άσπρες μου πετσέτες σε ζαχαρόνερο.Να φτιάχνω σπιτικό γιαούρτι.Να διαθέτω "δωρεάν" το χρόνο μου.Να ξαναμελετήσω την Κυβερνητική μου.Να κυκλοφορώ μέσα στο σπίτι με τη στολή της σπιτικής γυναίκας-κοντό φορεματάκι και λαχουρένια βαμβακερή ποδιά και μαλακά παπούτσια μπαλαρίνας.Και να έχω δυο ρόμπες-όχι μόνο μία.Το βράδυ της Παρασκευής θ'ανάβω κεριά.Θα τραγουδάω το κορίτσι από το Κινερέτ.Θα παραγγέλνω μηχανές για σπαγγέτι από το Τελεμάρκετινγκ.Θα πλέκω πουλόβερ για την αγάπη μου.Θα μάθω στη μικρή να μην πάρει κανένα από τα δικά μου πατήματα,όπως δεν πήρα εγώ από τα πατήματα της μάνας μου.Και όλο αυτό το Μικρό Απατηλό θα είναι έξω,παρατημένο και έρημο.Παραδομένο στα στοιχεία του παρελθόντος.

στον Σ.

οι άλλοι


γράφει ο Κωστής Γκιμοσούλης
πάνω σε μια σκέψη του Γιώργου Χειμωνά


Από αυτούς που μας αγαπάνε κινδυνεύουμε περισσότερο.Γινόμαστε δέσμιοί τους.Σχηματίζουν ερήμην μας,ένα πρόσωπο για μας.Κι εμείς,που έτσι κι αλλιώς αγνοούμε το πρόσωπό μας,εξαρτιόμαστε απ'αυτούς τους ανθρώπους,τους έχουμε ανάγκη.Ζούμε στο έλεός τους,τους ικετεύουμε να έρθουν και να μη μας εγκαταλείψουν ποτέ,τουλάχιστον εκείνοι πρώτοι.Διατηρούμε για τον εαυτό μας το προνόμιο να τους ανατινάζουμε,για να δούμε πόσο θα διαρκέσει η λάμψη τους.Για μεγαλύτερη σιγουριά,τους εκτελούμε στο τέλος.Τους εξοντώνουμε,για να τους πενθούμε μια ολόκληρη ζωή.

Ρουμπλιώφ


Προσεύχομαι συχνά σε δαχτυλίδια πρόσωπα σε πέτρες
Κοιτώντας επίμονα το σημάδι εκεί στον τοίχο ή το ταβάνι
Χαϊδεύοντας το χέρι του το βλέμμα
Ακούγοντας προσεκτικά με αγάπη
Απαντώντας ευλαβικά στη σιωπή


Εσύ βλέπεις τα χοντρά μου παπούτσια μου
που πατάνε
στο ξύλο τη γραμμή
τα ξεδιάντροπα μάτια
τα αστεία για το φόβο
τα σάλια,τα φιλιά
τα κραγιόν στις εικόνες
τα λεφτά να κουδουνίζουν
στα λεφτά
και βουνό να σου σφηνώνουν
στις μασχάλες
τα κεριά
μαλακά να λιώνουν
να λερώνουν
με δειλές φλογίτσες τον αέρα
να σβήνουν
με χοντρά δάχτυλα
πριν ανάψουν


Δεν βλέπεις που κοιτάν από ψηλά
οι μαστόροι
με μουστάκια
και γένια θαλλερά
πόσο έχουν πιει αλήθεια


Δεν ξέρεις Εκείνοι ξέρουν:όσο έχουν πληρωθεί
μεθούν και ζωγραφίζουν
ήθελαν να είναι ναυτικοί
μα τι να γίνει?
καθένας όπως καταφέρνει,ό,τι μπορεί
Μεθούν λοιπόν και βάφουν
μα δεν καταλαβαίνεις
εδώ κροκί,εκεί πολύ γαλάζιο
άσε το βυσσινί
παντού
σαν αίμα
"εκείνοι ξέρουν"
σκέφτεσαι
κι αυτοί το ίδιο για σένα
"ξέρει.Για να πληρώνει"


Πληρώνεις και μεθούν
μεθούν και ζωγραφίζουν
γυμνά,ντυμένα
μάτια,ουρανούς
κομμένα μέλη
σταυρούς και κόλαση.Ό,τι θέλουν.


Δε θέλουν να κατεβούν
μεθούν και ζωγραφίζουν
σπίτι έχουν κάνει
τον ουράνιο θόλο


Απλώνονται στις σκαλωσιές και στα ύψη
τόσο εκεί έχουν μείνει
κανένας δε ρωτάει
πέτρα και ξύλο και μπογιά
έχουν γίνει
τόσο πολύ περνάνε
που δεν ξεχωρίζουν
αυτούς που ζωγραφίζουν
και μεθάνε


Ρωτιούνται είναι οι άγιοι
ή εκείνοι που γερνάνε;


Πέννυ Μηλιά

περιπολία


Περιπολούμαι από χίλια μάτια.
Τολμηρές διαθέσεις χεριών
αργών άγριων.
Νιώθω ασφυκτικά.
Αλλά δεν θα φύγω.
Θα μείνω,σας το είπα?
Να σας κάθομαι στο λαιμό.
Να σας μπαίνω πιο βαθιά στα μάτια.
Τα χίλια σας.
Και όπου…
Άλλωστε,
μετά από οξεία παρατήρηση
-μην το αμφισβητήσετε-
οι προτιμήσεις μας ομοιάζουν.
Πώς να φύγω -πριν- απ’το αβάσταχτο?
Πάνω του κολλάω και κοιμάμαι.
Στις παρυφές των παραφθορών σας...
Ω!Αντέχω.

σκιές και χρώματα


Είναι κάτι αγάπες μου
που σηκώνω στις πλάτες μου
είναι χέρια που κράτησα- κράτα με -
σαν πουλάκια τ'άφησα.


Είναι κάτι στον άνθρωπο
τρυφερό και απάνθρωπο
και ο κόσμος παράξενος- γυάλινος -
σκοτεινός και διάφανος.


Είν' ο κόσμος δύσκολη γραφή
όλο σβήνεται
κι αν δεν διαβαστεί με την αφή
τίποτα δεν γίνεται.


Είναι λύπες που ξέχασα
και χαρές που δεν έζησα
είναι χρόνια που φύγανε- μίλα μου -
πες μου πού να πήγανε.


Είναι φίλοι που χάθηκαν
και φωνές που μου στάθηκαν
είναι μάτια που φίλησα - μάτια μου -
κι από φως ξεχείλισα.


Είναι σπίτια που έχασα
και ποτέ δεν τα ξέχασα
ένα σχήμα που μπόρεσα- σώμα μου -
κι άλλα που δεν χώρεσα.


Είναι κάτι στον άνεμο
μυστικό και παράνομο
που τρελαίνει τα σώματα- πόνα τα -
με σκιές και χρώματα.


μουσική:Ara Dinkjian
λόγια:Μιχάλης Γκανάς


αφιερωμένο στις
"φωνές που μου στάθηκαν"

αν ακούς


Συλλαβίζω ακόμα το ρυθμό
αν ακούς στις μουσικές σου πετώ
φτάνουν λίγα κάρβουνα ματιές
μια ζωή να προσκυνάω δυο στιγμές


Μόνο τα σημάδια του έρωτα αγκαλιάσαμε
στην καρδιά μια βουτιά δεν αρκεί
Τ'άλλα είναι κοράλλια που ακόμα δεν τα φτάσαμε
είναι η αγάπη απάτητη γη


Συλλαβίζω αρώματα σκιές
αν ακούς, ακούω κι αυτά που δε λες
φτάνει ένα φιλί σου προσευχή
να 'ρθει ο ήλιος για μια βόλτα στη γη


παραδοσιακό Αρμενίας
στίχοι:Φωτεινή Λαμπρίδη

ο ποιητής ΙΙ


Λένε μάλιστα πως όταν πέθανε ακολούθησαν τη νεκρική πομπή
όλες οι λάμπες πετρελαίου των θλιμμένων προαστίων,χαμηλωμένες βέβαια
για την περίσταση.Κι έτσι εξηγήθηκαν πολλές απ'τις παλιές υπερβολές του.


Τάσος Λειβαδίτης.

Μπασό


Η παλιά λιμνούλα ακίνητη
Ένας βάτραχος βούτηξε στο νερό
Κι ακούστηκε η βουτιά

Καλάμια κομμένα για στέγη
Μένουν τώρα ξεχασμένα
Πασπαλισμένα αφράτο χιόνι

Τι λήθαργος βαθύς!
Με ξυπνήσαν με το ζόρι.
Ανοιξιάτικο απόβροχο.
**photo by Φαίδρα Φις
Χρυσομηλιά,Περτούλι Τρικάλων
Χειμώνας 2008

το σκισμένο ψαθάκι


από το ημερολόγιο της Ρόζυ...



Περπατώ ολομόναχη στην πλαγιά των λύκων.Σ'ένα μονοπάτι που έχουν φυτρώσει στην άκρη του κάτι πολύχρωμα όνειρα.Σαν αγριολούλουδα.
Πέρα απ'τα σύνορα της ψυχής μου.Πέρα απ'τα σύνορα της λογικής μου.Στην κόψη της νύχτας.Πήρα την ανάσα της ροδακινιάς και ξέπλυνα το πρόσωπό μου.
Έκλεψα το χαμόγελο από τον ύπνο ενός παιδιού και σκέπασα τη γύμνια μου.
Μάζεψα τα σκόρπια φύλλα του Φθινοπώρου και άναψα φωτιά να ζεσταθώ.

Περπατώ ολομόναχη στην πλαγιά των λύκων.
Αν ακούσω το κλάμα τους,θα κρυφτώ στις φτερούγες εκείνου του μικρού πουλιού,που τραγουδάει,γιατί ονειρεύεται ένα κόκκινο τσαμπί σταφύλι.
Αν συναντήσω ένα χείμαρρο,θα γίνω φεγγάρι και θα μπερδευτώ στα κλωνάρια κείνης της λεύκας,που ψιθυρίζει τα μυστικά της στα περαστικά σύννεφα.
Αν συναντήσω τη λύπη,θα της ζωγραφίσω ένα χρωματιστό καραβάκι.
Αν συναντήσω ένα θαλασσοπούλι,θα κρεμάσω στο πόδι του ένα ραβασάκι να το πάει σε κείνον που αγαπώ.
Αν συναντήσω το θάνατο,θα χαζέψω τη χαίτη του αλόγου του,ώσπου να με σηκώσει στην αγκαλιά του.

Περπατώ ολομόναχη στην πλαγιά των λύκων.
Σ'ένα μονοπάτι που φυτρώνουν στην άκρη του κάτι πολύχρωμα όνειρα.Σαν αγριολούλουδα.
Αν συναντήσω το Θεό,θα του χαρίσω δύο ερωτευμένα χρυσομάμουνα.



Αλκυόνη Παπαδάκη



καλό ταξίδι κύριε Γιώργο
αν συναντήσετε το θεό
-αν αυτός υπάρχει-
να τον αγαπήσετε όπως εμάς
(και ίσως τότε σταματήσει να είναι πιο σκληρός από το θάνατο)

κάγκελα παντού


Ας αφήσουμε το θέμα. Δεν είναι αυτό το θέ-ύ-μα μας. Ας αλλάξουμε παιχνίδι. Δεν χορτάσατε ανθρώπους? Πόσους μπορείτε να φάτε ακόμα? Έχετε σκεφτεί ότι μπορεί να κάνουν κακό στην υγεία σας… Την όποια. Η νόσος δεν είναι εντελώς ασυμ-πτωματική. Τελευταία πρόσεξα κάποια σημάδια. Ανορθογραφία-Έλεος-Συμπόνια-Ευαισθησία-γι’αυτή δεν είμαι σίγουρη. Μάλλον είναι η ιδέα μου. Με πόσους ανά ημέρα,χορταίνετε συνήθως? Ο γιατρός τι σας έχει πει? Υπάρχει συνταγή? Δεν παίζουμε με θέματα υγείας. Να ακολουθείτε, με θρησκευτική ευλάβεια, τη φαρμακευτική σας αγωγή. Ένας άνθρωπος παραπάνω, ή ο συνδυασμός δύο ασύμβατων, πιθανώς να προκαλέσει ανήκεστους βλάβες στην αναλγησία σας. Γι’αυτό, προσοχή! Να μετράτε καθημερινώς την πίεσή σας. Να ελέγχετε συχνά τη χοληστερίνη σας. Καλού κακού, κάνετε έναν έλεγχο και στην καρδιά σας. Μην παρα-ανοίξει. Εισπνοές-εκπνοές, συχνά. Αερολίν για τη δύσπνοια. Δαμάσκηνα για τη δυσκοιλιότητα. Και για αποτοξίνωση, βρούβες. Πού και πού κανένα γιαούρτι με μέλι και καρύδια. Αντί για βιάγκρα. Προσοχή και στην κατάποση.
Οι Άνθρωποι βλάπτουν σπουδαία την υγεία σας. Αυτό είναι το θέμα.

*****Σημείωση:Προσοχή στις αντενδείξεις. Στις ανεπιθύμητες ενέργειες. Στη δοσολογία. Έναν έναν. Ποτέ όλους μαζί. Πολύ νερό. Πολύ νερό. Γάλα-αντίδοτο.Πολτός.Στο κρεβάτι τα κέρματα.Κονιάκ πέντε αστέρων.Ταχεία ανάρρωση.

«Έχω πρόβλημα να λύσω/με ποιον τρόπο να μιλήσω/σ’ ένα πρόσωπο που κάποτε θ’ αφήσω/Είναι θέμα πια υγείας/περιττής απολογίας/να μιλάς όπως το θύμα μιας θυσίας /Έχω πρόβλημα υγείας/καρδιακής κυκλοφορίας/έχω πρόβλημα μεγάλης ιστορίας/κι ίσως φταίει στην ουσία/η μεγάλη ευαισθησία/στην απάνθρωπη δική σου αναισθησία. /Τι να πεις και πώς ν’ αρχίσεις/κάποιες εξομολογήσεις/και το δίκιο σου να βρεις και να μιλήσεις/Όσο και να σ’ αγαπάνε/μια στιγμή σε παρατάνε/και σου λένε φίλε ό,τι θέλεις κάνε»

Μάνος Ελευθερίου.

Εννοείται, αφιερωμένο.



στην άσπρη διαχωριστική γραμμή των ρευμάτων


«Στην άσπρη διαχωριστική γραμμή των ρευμάτων…»
ξαπλωμένος,τα χέρια πίσω απ’ το κεφάλι
τα πόδια σταυροπόδι,πάνω

«Στην άσπρη διαχωριστική γραμμή των ρευμάτων…»
εκεί με τα μάτια κλειστά
αντίθετα περνούν,με ιλιγγιώδη ταχύτητα
φορτηγά γεμάτα πλήξη και στοιβαγμένες κανονικές ζωές

σε βλέπω
κάθε φορά που αφήνεσαι
κάθε φορά που φοβάσαι
κάθε φορά που μαγεύεις
κάθε φορά που μαγεύεσαι
κάθε φορά που θυμώνεις
κάθε φορά που απογειώνεις
κάθε φορά που μεταμορφώνεις
απλούς ανθρώπους σε μικρούς ποιητές

κοίταξε τους τι όμορφοι που είναι

Γυρίζω,μαζεύω τα πεταμένα χαρτιά
Με κόκκινο τα μουντζουρώνω
Με μαύρο τους χαμογελώ
Στήνω τον τρίποδα,
από εδώ τις βρώμικες κόλλες μου,
από εκεί,τσαλακωμένες,σκισμένες

Μου φταίει το φως
Μου φταίει το σκοτάδι
Μου φταίει ο φόβος
Μου φταίνε τα σύμβολα
Μου φταίει το πηγάδι

Πλανόδιος ζωγράφος_ Ανοίγεις τα χέρια,
Ψάχνεις Άτεχνος και άμουσος παλιάτσος _
Αγκαλιάζεις τις ατέλειες σαν μαργαριτάρι
Αυτοδίδακτος μάγος_ Κρεμιέσαι στα σπαθιά,
κόβεσαι
Αναμειγνύω τις άπιαστες φωτιές,
εμπειροτέχνης_ Ρεμβάζεις τις οχιές,
δαγκώνεσαι Αναλυτικός σαλταδόρος_
Κεντρίζεις τις αρματωμένες κλειδαριές,
σκουριά φτύνουν κι ανοίγουν

Ζωγραφίζω με λάθος χρόνους_
Περιφέρεσαι στην περίμετρο του Βασικού Συνόλου Ω,
ξωτικό
Χωρίς γράμματα
Χωρίς χρώματα
Χωρίς μύθους

Μόνο στιγμές
Απίθανες στιγμές

Σε βλέπω Σε ακούω_
Κάθε στιγμή
Με βλέπεις που διαβάζω μέσα στο κεφάλι σου
Που μπλέκομαι στους τεταμένους νευρώνες
Που γράφω μέσα στα τραγούδια σου
Βουτώντας στο κενό μαζί τους
επαναφορτίζοντας στο ζεστό αίμα τους
το στεγνό μου όνειρο

Ανάσα Σ’ ακολουθώ
Δε χωρώ πουθενά_
Ξέρω
Δε με αναγνωρίζω πουθενά_ σε καμιά γραμμή σου
Ηθελημένα
Μη μετρήσιμο μέγεθος_
Μη απεικονίσιμο_
Μη καταγεγραμμένο
Δεν υπάρχω

Η γραφή σου περνά από πάνω
Μην ανησυχείτε
Μην ανησυχεί κανείς_ Δεν υπάρχω

Σ’ ακολουθώ τυφλός και άρρωστος...
Τύφλωση χυτών αιώνων

Σε νιώθω Που τρέχεις μέσα στα άγνωστα τραγούδια
Που ψάχνεις πίσω απ’ τα ψηλά κάγκελα
Να δεις
Σκαρφαλώνεις στους τοίχους
Μέσα στα κλάματα και στα αίματα
Όμορφη αινιγματική
Κρεμιέσαι μπλεγμένη στα διαγράμματα του Venn
Υπάρχει;
Δεν υπάρχει;
Ανήκει;
Δεν ανήκει;
Τομή;
Ένωση;
Αντίθετο;
Πού;
Το πολύ σε ένα;
Σε κανένα;
Τουλάχιστον σε ένα;
Και στα δύο;

«Στην άσπρη διαχωριστική γραμμή των ρευμάτων…»
μικρές μισοτελειωμένες πινελιές, βάζω
άμετρες συλλαβές πεταμένες ξεδιψώ κόκκινες από φιλί
δαγκωμένες με μαύρο αίμα στιγμιαία φιλιά στο πόδι
στασίδια ιερά στη μοναξιά το στήθος σου_ απλώνεται…θάλασσα,
το χρώμα σου τα χέρια σου_ μεγάλα επιδέξια,
στριμώχνεται φωτιά το άγγιγμα ο λαιμός μακρύς_ σπήλαιο απύθμενο,
έρωτας το όνομα σου τα χρώματα μου,
νωθρά πεθαμένα σαπίζουν,
ξεφτίζουν και φτύνουν πίσω όλες τις αποχρώσεις του γκρί
δε ζωγραφίζω δε με νοιάζει
δεν είναι Άρνηση είναι Απόλαυση

«Εικόνα ανήμερη»
Εσύ ανήμερη δεν έχω δικά μου χρώματα
όλα ξένα όλα δανεικά όλα δικά σου
μοίρασε τα
σκόρπισε τα στον ουρανό
τακτοποιώ μόνο στην άδεια παλέτα μου
σε ξεγελώ και κλέβω ατόφια χρώματα
δεν αναμειγνύω το χαμόγελο σου_
για λευκό το στόμα σου _
για ροζ το κάτω χείλος σου_
για μπλάβο τα μάτια σου _
για γαλάζιο τα μάτια σου _ για γαλάζιο τα μάτια σου _
για γαλάζιο τη μυρωδιά σου _
για πράσινο το φιλί σου_
για κόκκινο την απουσία σου _
για μαύρο την ματιά σου στον ορίζοντα _
για μοβ ξεγελώ το χρόνο, τους χρόνους,
τους κύβους τους τρομαγμένους εραστές,
τους φόβους τους
τη βαθιά ανάγκη τους
εξιλεώνομαι αδίστακτος με την αλήθεια
αδόκιμος με τους όρους
αμήχανος με τους τύπους
απελευθερωμένος απ’ τις κάθε είδους προσδοκίες
Ανήμπορος

«Στην άσπρη διαχωριστική γραμμή των ρευμάτων…»
Βασιλιάς
Στη αόρατη διαχωριστική γραμμή των ονομάτων
Έκπτωτος Στη διάφανη νοητή γραμμή των θαυμάτων
δε γράφω για σένα,
δε γράφω για κανέναν
Αντιγράφω σε σένα
Αντιγράφω πάνω σε σένα
αχαρτογράφητος κομήτης

«Στην άσπρη διαχωριστική γραμμή των ρευμάτων…»
ένας μικρός αντιγραφέας
διευθύνσεων
καταργημένων ονείρων

Στέργης Ν.
Vina Del Mare,
Chile
Κυριακή 8 Φλεβάρη 2020



η σαύρα


Η σαύρα της αγάπης
Πάλι το ‘σκασε
Αφήνοντας στα δάχτυλά μου
Την ουρά της
Όμως αυτήν κι εγώ
Ήθελα να κρατήσω.


Ζακ Πρεβέρ
μετάφραση: Τάσος Κόρφης

η πανσέληνος στη Χαλκίδα








Τίποτα τίποτα από σένα πια ουρανέ
Απ'όπου πιάστηκα γκρεμίστηκα με κρότο
Απ'την αέρινη σκεπή σου με τα όστρακα
Τη σκουριασμένη αρμαθιά των άστρων σου
Ένα φεγγάρι δυσανάλογο ανατέλλει μέσα μου
Ογκώνεται επικίνδυνα στις κορυφογραμμές μου
Θα βγει πανσέληνος συντρίβοντάς με.
Αντώνης Φωστιέρης-Η Πανσέληνος
*photos by Φαίδρα Φις
Χαλκίδα,8.2.2009

το κομμένο σχοινί


Το κομμένο σχοινί
μπορείς να το ξαναδέσεις
θα κρατήσει πάλι, ωστόσο
θα ‘ναι κομμένο.

Ίσως πάλι ν’ ανταμώσουμε
μα εκεί που μ’ άφησες
δεν πρόκειται ποτέ
να με ξαναβρείς.


Μπέρτολτ Μπρεχτ
μτφρ:Πέτρος Μάρκαρης

Mεσόγειος


Να μπορούσα τουλάχιστον να κλείσω
Σ’ αυτό μου το ρυθμό που αγκομαχά
Κάτι απ’ το παραμιλητό σου·
Να μου δινόταν να ταιριάσω
Στις δικές σου φωνές την τραυλή μιλιά μου-
Εγώ που ονειρευόμουν να σου κλέψω
Τα λόγια τ’αρμυρά
Όπου φύση και τέχνη γίνονται ένα
Για να διαλαλήσω πιο καλά τη μελαγχολία μου
Γερασμένου παιδιού που δεν έπρεπε να συλλογάται.
Κι ωστόσο δεν έχω άλλα απ΄τα φθαρμένα γράμματα
Των λεξικών, και τη σκοτεινή
Φωνή που για έρωτα μιλεί, σβήνει
Γίνεται αξιοθρήνητη φιλολογία.
Δεν έχω άλλα από τα λόγια αυτά
Που σαν δημόσιες γυναίκες
Προσφέρονται σ’ όποιον τις θέλει·
Δεν έχω άλλες απ’ τις κουρασμένες τούτες φράσεις
Που κι αύριο μπορεί να μου τις κλέψουν
Ρέμπελοι φοιτητές γι’ αληθινούς στίχους.
Κι η βοή σου αυξαίνει κι απλώνεται
Γαλάζιος ο νέος ίσκιος.
Μ’ αφήνουν οι σκέψεις μου για δοκιμή.
Αισθήσεις δεν έχω, ούτε νου. Δεν έχω όρια.


ΕΟΥΤΖΕΝΙΟ ΜΟΝΤΑΛΕ(1896-1981)
μετάφραση: Δημήτρης Νικολαρεΐζης

*photo by Φαίδρα Φις

σκυφτός στο δειλινό


Σκυφτός στο δειλινό, ρίχνω τα θλιμμένα δίχτυα μου
στα ωκεάνεια μάτια σου.

Εκεί γιγαντώνεσαι και καίει στην πιο ψηλή φωτιά
η μοναξιά μου που χτυπάει τα χέρια σαν τον ναυαγό.

Κάνω σινιάλα κόκκινα, στ’ αφηρημένα μάτια σου
που κυματίζουν σαν τη θάλασσα στα πόδια κάποιου φάρου.

Μόνο σκοτάδια κρύβεις μέσα σου γυναίκα μακρινή, δική μου,
στιγμές από το βλέμμα σου προβάλλει η έκτη του τρόμου.

Σκυφτός στο δειλινό ρίχνω τα θλιμμένα δίχτυα μου
σ’ εκείνη τη θάλασσα που φουρτουνιάζει τα ωκεάνεια μάτια σου.

Τα νυχτοπούλια ραμφίζουνε τα πρώτα αστέρια
που σπιθίζουν σαν την ψυχή μου όταν σ’ αγαπώ.

Στη σκοτεινή φοράδα της καλπάζει η νύχτα
σκορπώντας γαλάζια στάχυα πάνω στον κάμπο.

Πάμπλο Νερούντα
μετάφραση: Ρήγας Καππάτος


πόσα ονόματα να σου δώσω


πόση από τη ζωή μου ν’αλλάξω
με πόσα σύμφωνα να εκπαιδεύσω
τη σιωπή να μη μιλάμε
σκοτάδι έχω για φως και στο δίνω κι αυτό
τυραννία λέξη η παλιά
ηρωική και αλεξίπτωτη
στα νύχια της κρατάει
την αρχή

εμείς φτερά ψάχνουμε για
να κολλήσουν γερά στα πλευρά μας

πετάς στο βυθό?
Δεν ξέρω…

Αφού λέω πως έχει αστέρια
Θα’ ναι και λίγο ουρανός

Πόσα ονόματα να σου δώσω ακόμα
Όσο σκοτάδι και να αφαιρέσω από μένα
Δαιμονικά φτερά θα έχω
Κλεισμένα σε βαλίτσες
Που δεν ταξίδεψαν ποτέ

Να τα χάσω καλύτερα
Χίλιες φορές καλύτερα
Να τα ψαλιδίσω
Να πάψουν να βαρύνουν
Τη βαλίτσα
Να τρέφουν την υπεροψία σου

Με πόσα ονόματα θα νιώσεις εσύ
Ως το τέλος εσύ βράδυ
Ως την αρχή εγώ
Ανατολή και Χαρά
Ονόματα

μπουκόφσκι


Όποιον και να ρωτήσετε, θα σας πει ότι δεν είμαι και πολύ καλός άνθρωπος.
Δεν ξέρω τι σημαίνει αυτή η λέξη.
Πάντα συμπαθούσα τους παλιανθρώπους, τους παράνομους και τα ρεμάλια...
Δε τα γουστάρω εκείνα τα καλοξυρισμένα αγοράκια, με τη γραβάτα και την καλή δουλειά. Μου αρέσουν οι απελπισμένοι άνθρωποι, οι άνθρωποι με τα σπασμένα δόντια, τα σπασμένα μυαλά και τους σπασμένους τρόπους. Αυτοί με ενδιαφέρουν.
Είναι γεμάτοι εκπλήξεις και εκρήξεις.
Για μένα οι έκφυλοι έχουν περισσότερο ενδιαφέρον απο τους αγίους.
Οι αλήτες με ξεκουράζουν, γιατί κι εγώ αλήτης είμαι.
Δε γουστάρω τους νόμους, τη θρησκεία, την ηθική και τους κανόνες.
Δε γουστάρω να με φορμάρει η κοινωνία στα μέτρα της...

υπεραπλούστευση


Πόσα άρρητα αισθήματα
Δεν έχουν ειπωθεί με λέξεις

Στην πράξη αιφνιδιαζόμαστε
Από την αυθεντικότητά τους

Πόσοι τράβηξαν με μολύβι
Τη λοξή γραμμή από τα λόγια
ως την πράξη

αθωώνοντας το Μήλο

κύκλωπας


Τα μάτια μου συγκλίνουν
Ώσπου εφάπτονται
Κύκλωπας θα γίνω
Για να χωρέσω
Το αιώνιο
Στο πεπερασμένο

στον ακριβό μου φίλο Δημήτρη Χατζόπουλο


Σταχτοπούτα



Βαρέθηκα τις στάχτες, αδερφές μου
Έδεσα τα μαλλιά
Μου έδεσαν τα χέρια
Τσιγάρο με τάιζαν, καπνό

Εκείνος έπαιρνε συνεχώς τηλέφωνο
Τ’ άκουγα να χτυπάει
Σαν μέσα από ένα μεγάλο κόκαλο
Σ όλο μου το κρανίο

Κι αυτοί τ’ ακούγανε
Μα πώς να απαντήσουν;
Τυφλοί
Και δίχως στόμα
Μοναχά δαγκάνες
Αστακοί, το γένος, οπλίτες
Μέχρι να βγώ στο μονοπάτι της φωτιάς
Με προλαβαίναν
Απ'τις οθόνες, απ'τη λάμψη, απ'τον κρότο
Όλοι τους ξένοι
Και πάλι:
Να μπώ στο σφιχτό γοβάκι σου
Να με μεταφέρουν με τα άλογα, με τα ποντίκια
Οι νονές
Οι ευχές
Τα κάλαντα
Όλο να επιστρέφω στάχτη στη φωτιά
απ'τα δέντρα να ζητώ συγνώμη

Μπορώ να πω κάτι με την μουσική μου, βασιλιά;
Ή κατάπιες όλη την αλήθεια;

Μέχρι να σε γνωρίσουν τα πράγματα
Να πείς το όνομά σου,έχεις χαθεί


Πέννυ Μηλιά