ΜαΥρα-ΑδιΑκΟπα



..και μες στα σπρώξίματα
του κόσμου τα άσκοπα
εμείς θα κρατιόμαστε
αδιάκοπα


Μαύρα


Σας παρακαλώ
μπορείτε να μου επαναλάβετε ποιές ακριβώς είναι οι επιλογές;

Και τι θες να κάνουμε
Έτσι είν’ η ζωή
Και λοιπές παπαριές.

Κι αν δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο να μάθεις, τι δηλαδή, φεύγεις και κλείνεις και την πόρτα πίσω σου να μη "μπάζει" κι αρπάξουν κι άλλοι, οι "υγιείς" καμιά πούντα;
Ή τη βαράς δυνατά, με θυμό, μπας και ξεβουλώσει κανα αυτάκι;
Άλλιώς τι, να περιμένεις να σε μαράνει η λύπη, σαν το κεράκι, σαν το γιασεμί;
Δεν είναι αρρώστια η γνώση αφού οδηγεί στην τρέλα, στην παραίτηση;
Λοιπόν ντοκτόρ;

Μόνο μην μου αυτοκτονήσετε. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αποτυχία.

Η αριάγνη, ο μανώλης και τα κορίτσια


Και τι νομίζεις θα κάνει κι αυτός; Άλφα, βήτα, γάμα, όπως όλοι μας.
Μ’ αρέσει να κρατάω επαφή με όποιον χωρίζω. Με βοηθάει να τον ξεπεράσω.
Μα είναι τόσο σύντομη η ζωή, τόσο σύντομη.
Σιχαίνομαι την «
γυναικεία λογοτεχνία», ποτέ δεν τα φτιάχνω με καλλιτέχνες.
Αφού συμφωνήσαμε στο πρωταρχικό ερώτημα -του μπι- εν ευθυμία, ετέθη το αμέσως επόμενο,

Γαβριηλία

ή Σαλομέ.
Ξέραμε πως κάποιο ζώο είχε πεθάνει.
Οι ξένοι πιο κοντά από ποτέ.
Ο μανώλης με ερωτεύτηκε μια φορά, στα 18 του.
Από τότε φτιάχνει χάρτες, μονοπάτια, βιβλία απ΄ την τσέπη του, μήπως και τον βρω.
Του είπα να με αφήσει στη
Νάξο , να μου φτιάξει μια πόρτα να χωράνε οι κούροι.
Εκείνα τα κορίτσια λάθος μονοπάτι πήρανε στον Ζα, στις Μέλανες και βγήκαν στην παράδεισο, τη στέρνα και τις καλαμιές.
Γρήγορα στείλτες πίσω στα τουριστικά και τις σεζ λονγκ,
μην κλαίς πάλι, θα ξεχάσουν.
Γελάστηκαν, νόμισαν μια δρασκελιά το απέναντι νησί, οι λεύκες.
Λάθος μονοπάτι πήρανε μέσα απ΄την θάλασσα, λάθος, ολότελα.
Δεν έφτιαξες το χάρτη με της θάλασσας τα μονοπάτια ακόμη, τις μπέρδεψαν τα πλοία, έτσι όπως σκίζουνε στα δύο τα νερά,
νόμισαν οτι μπορούν, οτι μπορούσαν να είναι πλοία που φεύγουν, έτσι νόμισαν. Γελάστηκαν, αυτό είναι, γελάστηκαν.
................
Νύχτωσε τώρα, το κάστρο, τον χορό.
Ένα λαγούτο.
Ήρθε το ξενοδοχείο πανόραμα, ήμαστε λέει ευχάριστη παρέα, και μου έπιασε το πόδι.
Εμείς; Κοιταχτήκαμε. Εμείς;
Στο δεύτερο κρασί βάζουμε τα κλάματα, σαν παλιοί βαρελοφρόνες.
Στην τρίτη μπύρα διαλέγουμε
κάυση ή ταφή και μοιράζουμε υπάρχοντα και καθήκοντα μετά θάνατον.
Έλα, θα γδυθείς τα βρεγμένα και θα σε βγάλω αναμνηστική στην πέτρινη αγκαλιά του.

τρίτη μπύρα

Δίνη

Μέγας φακός και δίνη
απόψε η Σελήνη
στήθος μονό
κι εγώ μωρό
σαν γάλα, φως ρουφώ

Κι ούτε πεινώ
κι ούτε διψώ
κι ούτε νυστάζω
μα απορώ
που πήγε το άλλο το μισό
που φτιάχνει το ζευγάρι
κι έμεινε το φεγγάρι
έρημο κι αλμυρό;

*ευχαριστώ την Κατερίνα που έκανε τους μικρούς μου στίχους ένα υπέροχο τραγούδι και για την μουσική χορηγεία όλης της νύχτας..
ευχαριστώ όλους όσους ήρθαν στην όμορφη βραδιά και όσους ήθελαν αλλά ξέρω πως δεν μπορούσαν. θα υπάρξει δεύτερη ευκαιρία, ως συνήθως σε αυτή την ζωή..
Κατερίνα, Μίμη, Χαρίτα, Ηλία, Δημήτρη, Μαρία, Σπύρο, Νίκη, Δημήτρη, Βασίλη ευχαριστώ για την ωραία συνέχεια..

υγ Μάθετε τα λόγια ε;