Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα "το θέρος με θύει και φέτος". Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα "το θέρος με θύει και φέτος". Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΣτΑ ΑκρΑ^


Μανάκι μου, μανάκι μου

μανάκι μου, μανάκι μου

μανάκι μου, μανάκι μου

πονεί το κεφαλάκι μου.


Μανάκι μου, και βρε και βρε

μανάκι μου, και βρε και βρε

μανάκι μου, και βρε και βρε

που θα βρεις μάγκα σα κι εμέ.


Τι με κοιτάς νταήδικα

τι με κοιτάς νταήδικα

τι με κοιτάς νταήδικα

θαρρείς πως σε φοβήθηκα.


Εκεί που πας, εκεί που πας

εκεί που πας, μην ξαναπάς

εκεί που πας, μην ξαναπάς

το κεφαλάκι σου θα φας.


Έχασα τη μανία* μου

έχασα τη μανία μου

έχασα τη μανία μου

απ' την απροσεξία μου.


Κυρ' αστυνόμε μην βαράς

κυρ' αστυνόμε μην βαράς

κυρ' αστυνόμε μην βαράς

δε φταίω γω ο φουκαράς.


*κατά μια άλλη εκδοχή, "τη μαντήλα μου"

^για την παρηγοριά απάντων των αποκλεισμένων..

κατοικίδιο


Το πρωί θα ξυπνάς το μεσημέρι.
Θα πλένεις το μοναδικό σου πιάτο.
Δεν θα σε ευχαριστούν τα λόγια.
Θα κατουράς.
2 με 3 ώρες, ή και παραπάνω.
Θα φοράς τις παντόφλες σου.
Ένα βρώμικο μπλουζάκι.
Χωρίς βρακί.
Δεν θα σε νοιάζει.
Θα γεμίζεις αργά τα δοχεία με νερό.
Κι ας βρέχει.
Εσύ θα τα ποτίζεις.
Έπειτα θα ρχεται η νύχτα.
Θα χτυπά επίμονα το τζάμι.
Θα γραντζουνάει με τα νύχια της.
Δεν θα της ανοίγεις.
Θα της βγάζεις στο μπαλκόνι
το μοναδικό σου πιάτο να φάει
και νερό.
Καλόμαθε τώρα και σου ρχεται κάθε βράδυ
να την κοιμίζεις στο κρεβάτι σου.Ορίστε μας!

κατοικίδιο
και ξερό ψωμί

Μαύρα


Σας παρακαλώ
μπορείτε να μου επαναλάβετε ποιές ακριβώς είναι οι επιλογές;

Και τι θες να κάνουμε
Έτσι είν’ η ζωή
Και λοιπές παπαριές.

Κι αν δεν υπάρχει τίποτ’ άλλο να μάθεις, τι δηλαδή, φεύγεις και κλείνεις και την πόρτα πίσω σου να μη "μπάζει" κι αρπάξουν κι άλλοι, οι "υγιείς" καμιά πούντα;
Ή τη βαράς δυνατά, με θυμό, μπας και ξεβουλώσει κανα αυτάκι;
Άλλιώς τι, να περιμένεις να σε μαράνει η λύπη, σαν το κεράκι, σαν το γιασεμί;
Δεν είναι αρρώστια η γνώση αφού οδηγεί στην τρέλα, στην παραίτηση;
Λοιπόν ντοκτόρ;

Μόνο μην μου αυτοκτονήσετε. Δεν υπάρχει μεγαλύτερη αποτυχία.

Η λύση


Με τέτοιο ήλιο
δυσκολεύεσαι και να μεταναστεύσεις
για πιό ευνοημένα οικονομικά κλίματα.

Γιατί-πώς να το κάνουμε;-

Και οι βάρβαροι "ήσαν μια κάποια λύσις"



εκπνοή

Στον Άρη

άνοιγμα από όπου αυτή παλιρροούσε.
anima που εισπνεόταν εκπνεόταν
ανεισπνεόταν ανεκπνεόταν ανέμιζε
εξανεμιζόταν ζωφόρος ρυθμική πάντα αόρατη
πάντα αισθητή πάντα ακατάδεκτη πάντα για το ορατό
που ωστόσο το εμψύχωνε το ενέπνεε το έκανε να πνέει
ν'αναπνέει συγχέοντας πνεύμα και πνοή διαπνέοντας το σώμα
κάνοντάς το σάκο ανάσας κάνοντάς το ανασώμα με την διφορούμενη φορά
από μέσα προς έξω από έξω προς μέσα μέσα έξω έξω
μέσα μεσαέξω εξωμέσα ασύγκοπτα.ακατάδεκτη για τη διακοπή.ούτε προς στιγμήν.
κι αν συγκοπτόταν πού και πού ήταν για ν'ανακληθεί πιο έντονη εντατική βαθύτερη πιο ρυθμική
ακόμη κι ακανόνιστη μετρώντας τις στιγμές της μία μία και όχι σε σειρά διαδοχής ακολουθίας
αλλά ως μία αφού δεν είναι παρά μία έστω και αν η παλινδρόμηση δεν είναι παρά είναι κίνηση
διπλή παλίρροια ανάσας ευρύπειο ρεύμα εισροής εκροής.εισεκροής.εισέξοδος.εκ φύσεως διδυμόπλαστες αλληλένδετες.αδιαχώριστες.στο ίδιο κύμα και οι δύο.
το ίδιο κύμα.ένας κυματισμός.όταν η μία εκλείπει δεν έχει η άλλη τι να κάνει πού να πάει η άλλη χάνεται.όταν η μία παύει αναστέλλεται η άλλη δεν ακολουθεί δεν συνεχίζει.το τέλος ένα για αμφότερες.αμφίπλευρο.όπως τη στιγμή τώρα.εισέρχονται εξέρχονται μέσα από πολύ λεπτή γραμμή
ανάμεσα σε πολύ λεπτά χείλη.μία προς μέσα μία προς έξω.πάλι.μία προς μέσα μία προς έξω.πάλι.
προς μέσα προς έξω.πάλι.μέσα έξω μέσα έξω.πάλι.αυτό.το ίδιο.δεν είναι μόμως τώρα ακριβώς οι ίδιες.δεν θ'αναγνώριζαν κι αυτές τον εαυτό τους σ'αυτό που κάνουν τώρα.είναι κι αυτό
δικό τους δεν είναι όμως όπως άλλοτε δεν είναι όμως όπως τότε πριν.μία χαλάρωση μια επιβράδυνση ένας λιγνός κόμπος ένας στιγμιαίος δισταγμός μία σταθερή ασταθής αρρυθμία μια φυσική κι όμως
εργώδης κίνηση αόρατου φλοίσβου
που έρχεται από πολύ βαθιά.ο σάλαγος από κοιτάσματα χαμμώδη ανεξιχνίαστου βυθού.λες κι ανεβαίνει με βουή ο ίδιος ο βυθός ίδιος με βουητό που φέρνει όλες τις κρυφές περιδινήσεις αόρατου
ωκεανού στην άκρη των λεπτών χειλιών και μόλις διασχίσει την λεπτή γραμμή γυρίζει πάλι πίσω τραβώντας μέσα ωσάν δίχτυ άπλεκτο

Δημήτρης Δημητριάδης

το άλμπουμ


  1. Γυμνή στο κρεβάτι.Σκεπάζεται με το σεντόνι.Πλάι της ανεμιστήρας.
  2. Στη γέφυρα πλοίου με μαύρα γυαλιά.Κρατά το ψάθινο καπέλο της για να μην της το πάρει ο αέρας.
  3. Σε μικρό ζαχαροπλαστείο.Ρουφά ένα φραπέ με καλαμάκι,συνοφρυωμένη.
  4. Καθώς κατεβαίνει μαρμάρινες σκάλες.Κρατά μεγάλη τσάντα.
  5. Σε πρατήριο βενζίνης,σούρουπο.Χαμογελά,καθισμένη στο καπό αυτοκινήτου.
  6. Τα χέρια της μόνο.
  7. Βράδυ με φλας.Τα μάτια της έχουν βγει κόκκινα.
  8. Κουνημένη φωτογραφία σε πάρτι.Είναι αυτή?
  9. Καλύπτει το στήθος της και βγάζει τη γλώσσα.
  10. Πίσω πλευρά κασετίνας τσιγάρων.Ορνιθοσκαλίσματα.Ευανάγνωστο το "σ'αγαπώ" της. 11.Με ομπρέλα σε νεροποντή.Τρέχει.
12.Κοντινό στα χείλη της,καθώς τα περνά με κραγιόν.

[ΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ
Γυρεύω ένα απορρυπαντικό για τη μνήμη,που θα αποκαθάρει τα μελανά σημάδια της δωρητικής αφής της,τους μεγάλους κόκκινους λεκέδες των χειλιών της,τα στίγματα των λέξεών της που έχουν λερώσει τους τοίχους. Γυρεύω ένα αποσμητικό χώρου να καλύψει το δικό της άρωμα που σωρεύεται σαν σκόνη νοσταλγίας στις επιφάνειες των επίπλων. Ένα ισχυρό παρασιτοκτόνο να εξαλείψει τα βλέμματά της,δέσμες φωτεινών μικροβίων που διασκορπίζονται προς κάθε κατεύθυνση στο δωμάτιο σαν ακτίνες συναγερμού. Ξέρω πως,αν κάνω ένα βήμα και κάποια αγγίξω,θα ηχήσει και πάλι η φωνή της.]








Γιάννης Ευσταθιάδης


Μπέμπα

Μου είπε να γδυθώ και να της δώσω ογδόντα δραχμές μπροστά.Αν ήθελα προφυλακτικό,ήθελε άλλο ένα δίφραγκο.
-Δεν ήθελες όμως...Ποιος έβαζε τότε?
-Δεν είναι αυτό...Δεν είναι αν ήθελα ή δεν ήθελα να βάλω προφυλακτικό...Είναι ότι δεν ήξερα τι έκανα εκεί μέσα.Είναι ότι δεν καταλάβαινα πού ήμουν,τι μου συνέβαινε,με ποια ήμουν...Είχα χαζέψει.Αυτή ήταν όρθια μισόγυμνη δίπλα μου να περιμένει να της δώσω τα λεφτά κι εγώ είχα μαρμαρώσει.Συμβαίνει κάτι?με ρωτάει κι έρχεται πιο κοντά μου.Τρίβει τη μύτη της στο μάγουλό μου.Πίνο Σιλβέστρε ο νεαρός κύριος...λέει και περιμένει.Της δίνω το πεντακοσάρικο.Πάει ανοίγει ένα συρτάρι,τα βάζει μέσα και μου δίνει τα ρέστα.Θες να σε γδύσω εγώ?με ρωτάει και πλησιάζει.Γδύστε με εσείς,λέω και η φωνή μου έχει παράκληση,παράπονο,απόγνωση,τρυφερότητα,αγωνία,πόθο...Κάνει ένα βήμα πίσω.Με παρατηρεί με βλέμμα σαστισμένο θα'λεγα και με ρωτάει:Πώς σε λένε?Φωκά και σήμερα συμπλήρωσα τα δεκαοχτώ,της λέω.[...]
Τι μπλέξιμο είναι αυτό?μονολογεί η Μπέμπα,ενώ αυτός ντύνεται έχοντας γυρισμένες τις πλάτες του.Συγνώμη,ψελλίζει.Γίνονται αυτά καμιά φορά του απαντά.Έχουνε δει τα μάτια μου εμένα...Της ρίχνει ένα βλέμμα όλο παράπονο πάνω απ'την πλάτη του.Αυτή το πιάνει.Τι?τον ρωτά.Είναι που ήσασταν η Μπέμπα.Αν ήσασταν η Κομνηνή...της απαντά.Βλαμμένο είσαι?του λέει και του ανοίγει την πόρτα να φύγει.Κάνει αυτός να βγει απ'την πόρτα,αλλά σταματά.Βάζει το χέρι στην τσέπη,βγάζει τα ρέστα που του'χε δώσει-τετρακόσιες είκοσι δραχμές-της τα προτείνει.Πόση ώρα μ'αυτά?Την ρωτάει.Κλείνει η Μπέμπα την πόρτα,βάζει τα λεφτά στο συρτάρι,πάει και ξαπλώνει.
-Επιτέλους!
-Ήταν ένας συμβιβασμός που τον αποφάσισα εκείνη τη στιγμή.Γι'αυτήν θα ήμουν ένας ακόμη πελάτης.Για μένα θα ήταν η Κομνηνή που φανταζόμουν.
-Και?
-Η γυναίκα είχε πολύ ...ταλέντο.Από την πρώτη κιόλας στιγμή που με άγγιξε,ήθελα Μπέμπα και Κομνηνή να είναι ένα.
-Τόσο πεζά πια?
-Ήτανε σαν παιχνίδι.Ήξερε πως ήμουν ερωτευμένος με την Κομνηνή,αλλά αυτή ως Μπέμπα υποκρινόταν την Κομνηνή,τον εαυτό της δηλαδή και ήταν μοναδική στο ρόλο αυτό.
-Κάπως σαν Δόκτορ Τζέκυλ και Μίστερ Χάιντ μου κάνει...
-Κι εμένα,αλλά μ'άφηνε πάντα με την ελπίδα,πως όταν έπαιζε την Κομνηνή,μπορεί και να ξεχνιόταν και να'τανε τω όντι η Κομνηνή.
-Κάτι πιο ίσιο,πιο στρωτό δεν ήταν να σου τύχει?
-Όχι!Δεν ήθελα τίποτα άλλο.Αυτό που έζησα ήταν μοναδικό.Μια διαρκής παραίσθηση...Αυτό που πρέπει να είναι ο έρωτας.
[...]
-Και πώς τελείωσε?
Είναι Αύγουστος.Ζέστη καμίνι.Απόγευμα με κουφόβραση.Κατηφορίζει τη Φιλελλήνων,στρίβει στη Νοταρά δεξιά.Συνήθειο πια...Στο διάδρομο του σπιτιού κανείς.Οι καρέκλες άδειες.Ένας ανεμιστήρας στο πάτωμα ανακατεύει τη λάβρα.Την ακούει που κλαίει.Μπαίνει στο δωμάτιο.Είναι στη γωνιά,κουλουριασμένη στην κόχη της πόρτας,με το κεφάλι σφηνωμένο στα μπράτσα της και κλαίει...κλαίει...Σκύβει.Σκύβει αυτός τούτη τη φορά.Κάθετα δίπλα της,αγγίζει τρυφερά το πηγούνι της και της ανασηκώνει το κεφάλι.Η μύτη της αιμορραγεί,το μάτι της μαυρισμένο.Ο Αργύρης του λέει.Ποιος είναι ο Αργύρης?την ρωτάει.Ο άνθρωπός μου...του απαντάει και συνεχίζει να κλαίει.Αυτός την παίρνει αγκαλιά.Την φιλάει πρώτα στα μαλλιά.Μετά από λίγο την φιλάει στο μέτωπο,κατηφορίζει στα μάτια της,πίνει τα δάκρυά της και σταματά στο στόμα της όπου αγγίζει απλώς τα χείλη της.Αυτή έχει αφεθεί τελείως.Χώνεται πιο βαθιά στην αγκαλιά του,λες και θέλει να βιδωθεί στη μασχάλη του κι αυτός αρχίζει να της διηγείται τα τρία γουρουνάκια.
-Το παραμύθι?
-Το παραμύθι.
-Κι αυτή?
-Όση ώρα το διηγιόμουν κοιτούσα το ταβάνι.Όταν το τελείωσα και γύρισα να τη δω,κοιμόταν.Ήταν ήρεμη και χαμογελούσε.
-Και?
-Δεν έχει και.Εκεί τελείωσε.Άνοιξε τα μάτια της.Με βλέπει.Φέρνει μια βόλτα το βλέμμα της στο δωμάτιο.Συνειδητοποιεί,θυμάται,καταλαβαίνει.Τραβιέται από δίπλα μου και μου λέει:Δεν θέλω να ξανάρθεις...μην ξανάρθεις...Σε παρακαλώ!Δεν ξαναπήγα.
"Δηλαδή και να'θελες να την ξαναδείς δεν θα μπορούσες..."παρατήρησε ο συμμαθητής του."Μπορούσα -δεν μπορούσα,δεν προσπάθησα..."Ξανάψαξε με το βλέμμα του το σερβιτόρο ενώ ολοκλήρωνε τη φράση του..."Τότε γιατί προσπάθησες μετά?"κουταλιά ραβανί κι ερώτηση,ο συμμαθητής."Τι τρέχει ρε Φωκά?""Ο χρόνος τρέχει...και τρέχει προς τα μπρος,μόνο που το μυαλό τρέχει πάντα προς τα πίσω.Αυτό τρέχει"."Τι ψάχνεις?""Τις αστραπές που δεν ξανάδα"."Από έρωτα παντρεύτηκες τη Σόφη...""Μόνο που δεν είχε αστραπές"."Και θυμήθηκες τις αστραπές τώρα?Πενήντα χρόνια μετά?""Μη με μαλώνεις που άργησα να γίνω ειλικρινής με τον εαυτό μου".[...]
Ξέρεις ο έρωτας δεν γερνάει!Μένει τόσος όσο ήταν όταν τον πρωτογνώρισες.


αποσπάσματα
Γιάννης Κακουλίδης



ο εραστής της Βόρειας Κίνας

οι εικόνες που προτείνονται παρακάτω θα μπορούσαν να χρησιμεύσουν σαν "σημεία στίξης" μιας ταινίας που ενδεχομένως κάποτε γυριστεί με βάση το βιβλίο "ο εραστής".σε καμιά περίπτωση οι εικόνες αυτές-ας τις πούμε πλάνα τομής-δεν θα'πρεπε να "απολογούνται" για την ιστορία ή να την προεκτείνουν ή να την εικονογραφούν.ας κατανεμηθούν μέσα στην ταινία ανάλογα με τη θέληση του σκηνοθέτη χωρίς όμως να παίζουν κανέναν αποφασιστικό ρόλο στην ιστορία.οι εικόνες που προτείνονται θα μπορούσαν να γυριστούν οποιαδήποτε στιγμή τη νύχτα τη μέρα την εποχή της ξηρασίας την εποχή των βροχών.και τα λοιπά.τις εικόνες αυτές τις βλέπω σαν μια εξωτερική διάσταστη της ταινίας σαν μια "χώρα" τη χώρα των ανθρώπων του βιβλίου.και μόνον της ταινίας δίχως κανέναν άλλο συσχετισμό.
μερικά παραδείγματα λοιπόν αυτών που είπαμε πλάνα τομής:

ένας ουρανός γαλάζιος διάσπαρτος μαρμαρυγές

η απεραντότητα ενός άδειου ποταμού μέσα σε μια άδηλη μια ασαφή νύχτα

η μέρα που ανατέλλει πάνω απ'το ποτάμι.πάνω απ'το ρύζι.πάνω απ'τους ίσιους και άσπρους δρόμους που διασχίζουν τη μεταξένια απεραντότητα του ρυζιού.

ακόμα ένας ποταμός σ'όλο του το πλάτος πελώριος.το μόνο που μένει ακίνητο είναι το τοπίο με τις πράσινες όχθες του.ανάμεσά τους το ποτάμι κινείται προς τη θάλασσα.ολόκληρο.ΑΠΕΡΑΝΤΟ

οι δρόμοι της γαλλικής Κοχινκίνας στα 1930:

οι ίσιοι και λευκοί δρόμοι σ'όλο τους το μήκος με κάρα που τα σέρνουν βουβάλια και τα οδηγούν παιδιά

ένα ποτάμι ιδωμένο από πιο ψηλά.να διασχίζει την απέραντη πεδιάδα του Καμάου.η λάσπη.

η μέρα που σβήνει τ'αστέρια τ'ουρανού

μια μέρα μ'ένα άλλο γαλάζιο που εκπνέει

ανάμεσα στον ουρανό και τον ποταμό,ένα ατμόπλοιο της γραμμής.ταξιδεύει παράλληλα στις όχθες των απέραντων πράσινων ορυζώνων

το ατμόπλοιο μέσα στην κατακόρυφη βροχή του μουσώνα παρασυρμένο μέσα στους απέραντους πλημμυρισμένους ορυζώνες

η κατακόρυφη βροχή του μουσώνα και μόνο αυτή η κατακόρυφη αυτή βροχή να καλύπτει όλη την εικόνα.κατακόρυφη όπως σε κανένα άλλο μέρος του κόσμου

το μουντό ποτάμι από πολύ κοντά.η επιφάνειά του.το δέρμα του.μέσα στη γύμνια της φωτεινής νύχτας(νύχτα ασαφής)

η βροχή.πάνω στους ορυζώνες.πάνω στο ποτάμι.πάνω στα χωριά με τις αχυροκαλύβες.πάνω στα χιλιόχρονα δάση.πάνω στις οροσειρές που κυκλώνουν το Σιάμ.πάνω στ'ανασηκωμένα πρόσωπα των παιδιών που την πίνουν

οι κόλποι του Ανάμ του Τονκίν του Σιάμ τραβηγμένοι από ψηλά

η βροχή που σταματά και αποτραβιέται από τον ουρανό.η διαφάνεια που την αντικαθιστά καθαρή σαν τον γυμνό ουρανό

γυμνός ουρανός

παιδιά και κίτρινοι σκύλοι που τα φυλάνε να κοιμούνται στον ήλιο μπροστά από τις άδειες αχυροκαλύβες

τα αμερικάνικα αυτοκίνητα των εκατομμυριούχων που κόβουν ταχύτητα μες στα χωριά λόγω των παιδιών

παιδιά σταματημένα που κοιτούν δίχως να καταλαβαίνουν

τα χωριά με τις ζόνγκες.τη νύχτα.

η μέρα.το πρωί.μέσα στη βροχή.

το παιχνίδι των παιδιών με τους κίτρινους σκύλους.το ανακάτωμά τους.η αξιολάτρευτη χάρη της κοινότητας

η χάρη επίσης που αναστατώνει των μικρών δεκάχρονων κοριτσιών που ζητιανεύουν πενταροδεκάρες στις αγορές των χωριών

θα μπορούσαν να παρέμβουν επίσης και προφορικά πλάνα:
φράσεις ευρείας χρήσης δίχως ιδιαίτερες συνέπειες για το φιλμ που αναφέρονται στη μυρωδιά του Δέλτα την ενδημική πανούκλα τη χαρά των παιδιών των σκύλων των ανθρώπων της εξοχής.βιετναμέζικα τραγούδια θα πρέπει να τραγουδιώνται[πολλές φορές το καθένα για να τα συγκρατήσουμε]χωρίς όμως να μεταφραστούν.όπως ακριβώς και στο Ίντια Σονγκ όπου το λαοτσιάνικο τραγούδι της ζητιάνας δεν μεταφράστηκε ποτέ.ούτε ένα τραγούδι δεν πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως ακομπανιαμέντο[οι νυχτερινές μπουάτ πρέπει να'ναι σύμφωνες με την ευρωπαϊκή μόδα]

Μαργκερίτ Ντυράς














το ανεμόπτερο


πετώντας ψηλά ποτέ μια αλλαγή ίδιοι γαλάζιοι ουρανοί ποτέ τίποτε δεν άλλαξε μόνο αυτή με σένα ή όχι στο δεξί σου μπράτσο πάντα στο δεξί σου χέρι στην παρυφή του χωραφιού και πότε πότε στην απέραντη γαλήνη σαν ψίθυρος τόσο σβησμένος σ'αγάπησε δύσκολο να το πιστέψεις ίσως να το φαντάστηκες λίγο ώσπου ο χρόνος έφτασε στο τέλος

Σάμουελ Μπέκετ



Λα Αλάχ,ιλά Αλάχ


χαράζει.το τρένο μας έκοψε ταχύτητα.θα έχεις παρατηρήσει πως μια μέρα και μια νύχτα τώρα δεν κοιτάζω καθόλου από το παράθυρο.δεν κοίταξα ούτε μια φορά.μόνο εσένα.όλα μου τα ταξίδια έτσι.ταξιδεύω για να συναντήσω άνθρωπο ή μαζί με άνθρωπο.λέω λοιπόν πως ταξιδεύω σε άνθρωπο.ξέρω να ταξιδεύω σε άνθρωπο.αν ταξιδεύω μαζί αυτός είναι το ταξίδι μου.εσύ.μεγάλος ή μικρός έρωτας-και πάλι το ίδιο.η αληθινή μου αντίληψη έχει να κάνει μόνο με σένα.το τοπίο και με κλειστά μάτια μπορώ να στο περιγράψω.εσύ μου είσαι άγνωστος ακόμα.
Μαλβίνα Κάραλη


γιατί δε μιλάς για μένα?


Κύριε,δώστε μου ένα υπνωτικό

να κοιμηθεί λίγο έξω η έρημος


πέφτοντας η ζωή μου πάνω στη

ζωή των άλλων

αφήνει μια τρύπα


Όλα μένουν.

εγώ φεύγω.

Εσείς να δούμε τώρα


Λένα Διβάνη

Νύχτα μαγικιά

Νύχτα μαγικιά μια σκιά περνά
σκέψου τώρα τη φωνή που σου ’λεγε
ποτέ ποτέ μαζί
Βάδιζα σκυφτός ήσουν ουρανός
με των άστρων τη μουσική μού τραγουδάς
ποτέ ποτέ μαζί
Μάγισσα χλωμή το στερνό σου φιλί
ξεχασμένη μουσική
μια μαχαιριά
ποτέ ποτέ μαζί

λόγια:Γιάννης Θεοδωράκης
μουσική:Μίκης Θεοδωράκης
ερμηνεία:Γιάννης Πάριος






Ημερολόγιο 1836-2011


27 Ιουνίου 2000

Σαμψών ξενοδόχου,Ανέκτου μάρτυρος

Ανατολή:06.04'-Δύση:20.52'

Σελήνη 25 ημερών



Θαμπό φθαρμένο μάλαμα...

------------------------------------------

Όταν έχεις φτάσει στην άκρη του δρόμου,ο δρόμος δεν σου χρειάζεται πια.

4 Φεβρουαρίου 2009
---------------------------------------------

Τοπίο αμμοληψίας και τα κόκαλά μου γυμνά και
ξασπρισμένα δίπλα στα βούρλα της ήβης της.

Ιούνιος 1973
---------------------------------------------

Οι Βάκχες έγιναν μυροφόρες.Είναι η τελευταία τραγωδία που γράφεται.
Με αυτές επέρχεται ο θάνατός της.Ω γλυκύ μου έαρ,είναι της Αγαύης.
Οι Πατέρες ήξεραν την τραγωδία.Δόμησαν τη λειτουργία πάνω στο
τυπικό της και απαγόρευσαν το θέατρο.Το θέατρο άλλωστε είναι μιαρό
γιατί αγγίζει το θάνατο.Άλλωστε δούλοι το έπαιζαν.Εγώ ήθελα να υποδυθώ
τη Μήδεια.Με προέτρεψε σ'αυτό ο Ρ.Είχα μεγάλη λαχτάρα να δουλέψω μαζί σου
αλλά δεν ήθελα να κάνουμε τίποτα άλλο.Ήθελα να είσαι ο Αιγέας,εσύ όμως
προτιμούσες τον Ιάσονα.
4.12.1979
--------------------------------------------------
Έπηλυς,Επηλύτης,Επηλύτης άνεμος.
Βήσσα:δασώδης χαράδρα,κοιλάδα.
Ήτρον:υπογάστριο.
28.1.1951
---------------------------------------------------
Το πρωί αγόρασα ένα βιβλίο για σένα:Τα τσιγάρα είναι θαυμάσια.
Αντιγράφω από τις ευχαριστίες του συγγραφέα:
Χρωστάω τη ζωή μου στη Μύριελ-τη ζωή μου και όχι ένα πούρο.
Και αυτό το βιβλίο στη Μαρία-Άννα.
Και της το αφιερώνει.
Το χιούμορ απαλύνει πάντα την αίσθηση της ματαίωσης.
Εγώ σε ποιον θα χρωστάω το βιβλίο που θέλω να σου αφιερώσω?

22.12.1995
---------------------------------------------------
Πόσο ελέγχουμε τη μνήμη μας?
Όταν η Α. ήταν ανήσυχη και αβέβαιη κρατούσε ένα
μαντίλι-το έσφιγγε πάντα στη χούφτα της.Ακόμα και
όταν κάναμε έρωτα.Αυτή η νηπιακή παρηγοριά μου
σπάραζε την καρδιά.
Νοέμβριος 2008
---------------------------------------------------
Πόσο όμορφα έλαμπες το τελευταίο πρωί που με
έβγαλες από το σπίτι σου.
19.4.1926
---------------------------------------------------
Καίγονται άστρα κάθε φορά.Κάθε φορά που ζευγαρώνουν
οι άνθρωποι.Αλλά εσύ δεν έχεις μάθει να κάνεις έρωτα.
Δεν μου έκανες ποτέ.Και θέλεις να σου είμαι πιστή.
Θα σου είμαι.Γιατί σε αγαπάω και γιατί είσαι γέρος
και γιατί δίνεις σημασία σ'αυτά.
24.6.1963
---------------------------------------------------
Κράταγε έναν τρομαγμένο σκαντζόχοιρο στα
χέρια της.
Είναι ο Αύγουστος,είπε.Κόβω το φως του.
Αυτή η σφαγή.Σαν να σταύρωνε τα τέσσερα
σημεία του ορίζοντα.
12.8.1971
---------------------------------------------------
[...]Τα στοιχεία προέρχονται από τα λαϊκά άσματα
που τον έχουν υμνήσει.Τα καψούρικα.Τα φορτηγατζίδικα.
Τα "απόλυτα" άσματα.Πρόκειται γι'αυτόν τον σκληρό,βίαιο
άντρα-κατά τα εξωτερικά του μόνο γνωρίσματα.Γιατί η
καρδιά του,δοκιμασμένη στη βιοπάλη και παρ'όλα αυτά
αμετανόητη,τον οδηγεί από ήττα σε ήττα.Μια μακριά σειρά
από ήττες ερωτικές που τον έχουν μετατρέψει σε περιφερόμενη
πληγή πάθους[...]
Θαυμάζω απεριόριστα τις γενναία παρουσιασμένες αντρικές
αδυναμίες.
[...]
Στη δεκαετία του '30 ο Μιχάλης Γενίτσαρης για μια Σοφία,τα
έκανε λίμπα σε κάποιο μπορντέλο των Θηβών.Και λίγο αργότερα
αυτήν την ίδια Σοφία,που διακονούσε πλέον στα σπίτια των Βούρλων,
του Πειραιά,τη χάραξε αποφασιστικά με μαχαίρι στις παρειές.
"Γιατί ήταν εύκολη πολύ,μου'κανε πεισματάκια-πείραζε όλα τα παιδιά,
με σκέρτσα και ναζάκια".Εδώ φυσικά υπάρχει και χιούμορ και συνέπεια
ανάμεσα στο δηλούμενο και το αναμενόμενο.Αλλά πρόκειται για άλλες
εποχές.Την περιγραφή την απαιτεί ο κίβδηλος λόγος.Και το κίβδηλο αίσθημα
,φυσικά.Υπάρχουν διάφορα κλισέ:Στη δεκαετία του '60 και στα περιοδικά
της σειράς επικρατούσε το "θεληματικό πηγούνι" ως περίπου σήμα κατατεθέν
του άντρα."Και οι άντρες κλαίνε",θα μπορούσε να είναι το σύγχρονό του αντίστοιχο.
Αν δεν υπήρχαν οι νταβατζήδες,βεβαίως.

18.11.1994
-------------------------------------------------------------------------
Σε ήθελα χθες τη νύχτα.Τι κρίμα που δεν ορίζουμε τα όνειρα του
ύπνου μας.

18.1.1996
---------------------------------------------------------------------
Να κάνεις κοιλιακές εισπνοές.Και τα συναισθήματα να περνάν μέσα
απ'το κορμί.Όχι από το μυαλό.Θα γράφεις και γρηγορότερα και καλύτερα.
Αλλιώς το σώμα αχρηστεύεται.

Νοέμβριος 1959

-------------------------------------------------------------------------
[...]Αγνοεί τις διαμαρτυρίες μου και με παίρνει στην πλάτη του.Τις αρχικές
κραυγές και τα κλοτσήματά μου διαδέχεται η σιωπή.Έχει δέσει τα χέρια πίσω,
πάνω από την οσφύ του,για να συγκρατεί τους μηρούς μου που γλιστράν και
προχωράει σκυφτός μέσα στην καρδιά του μεσημεριού.Υπάρχει ένα στοιχείο
βιασμού στην επιμονή του,που με θέλγει.Με τα γονατά μου καταλαβαίνω τα πλευρά
του που φουσκώνουν και ξεφουσκώνουν στο ρυθμό της ανάσας του και ο ρυθμός
αυτός περνάει και στο δικό μου κορμί,κεντρίζει επίμονα τη λαγνεία μου και με οδηγεί
σ'έναν βαθύ,παρατεταμένο ερεθισμό.
24.8.1971
------------------------------------------------------------------------

Κάθε περιγραφή αποτελεί πράξη πλαστογραφίας.Η σχέση μας με τον χώρο είναι κυρίως περιπέτεια ψυχής,μια κατάσταση ιδιωτική εν τέλει και η απόπειρα να μιλήσεις για μια πόλη μονάχα έκθετο μπορεί να σε αφήσει.Παρ'όλα αυτά υπάρχει μέσα μου μια μνήμη και θα ήθελα να την πω.Κείται μακριά,σε μιαν απόσταση δεκαέξι ετών και αφορά το χρώμα του ουρανού κατά την πορεία των ημερών προς το θερινό ηλιοστάσιο.Το σαπφείρινο χρώμα του βόρειου βραδινού ουρανού,αποκλειστικά σαπφείρινο και καθόλου μαβί,που,όσο κάτω χαμηλά διαρκεί η μετατροπή του λυκόφωτος σε σκοτάδι,τόσο εκείνο διαυγάζει ψηλά.

Αυτή η σαπφείρινη διαύγεια είναι το αντικειμενικό στοιχείο,αλλά τι γίνεται με τις αμυχές που μπορεί να προκαλέσει μέσα απ'το δέρμα?Λέγεται ότι οι ποιητές είναι κακοί πεζογράφοι και αντιστρόφως.Αυτό δηλαδή που μπορεί να τον εκθέσει κανέναν δεν είναι η τόλμη να μιλήσει γι'αυτές τις αμυχές,αλλά ο τρόπος που θα προκρίνει.Έτσι κι αλλιώς δεν πρόκειται για ζήτημα τακτ.Οι στίχοι που ακολουθούν είναι αποτέλεσμα ενός γενετήσιου ερεθισμού που προκλήθηκε τότε,κάτω από κείνον ακριβώς τον ουρανό.Τους παραθέτω με την επίγνωση ότι είμαι μονάχα πεζογράφος.

Αργοπορημένες εσπέρες της kurfurstendamm
Μ'αυτό το βάναυσο άστρο
Στην καρδιά σας.
Άραγε οι μινωικές πόρνες των παρόδων
Καταλαβαίνουνε τη διαφορά
Ανάμεσα στο αρχαίο μελανοδοχείο της προθήκης
Και στην οσμή από τα τηγανητά καλαμαράκια
Των ελληνικών restaurant?
Νικήτα Ράντο,συμβαίνουν τέτοια πράγματα
στη Νέα Υόρκη?

αποσπάσματα
Θανάσης Βαλτινός


this is koudelka



1. Sincerity: I tell her I am an animal
2.Freedom: She falls in love with the animal
3.Hope: She discovers that the animal is sensitive. This is what creates hope and misunderstanding
4.Reality: She decides to set in my life. I inform her that I am not a living room
5.Solution: I go back to No1
6.Respect: She decides to leave. I don’t aksk her where she goes

Από γράμμα του Γιόζεφ Κουντέλκα σ’ένα φίλο του.

[Οταν οι δημοσιογράφοι του επισημαίνουν ότι οι φωτογραφίες του είναι λίγο μελαγχολικές, απαντά: «Η μητέρα του παιδιού μου, λέει ότι ζω με τρόπο θετικό και ότι τη θλίψη μου την πετάω στο σακίδιο που έχω στην πλάτη μου. Οταν φωτογραφίζω, φαίνεται ότι βγαίνει έξω».]

*** οι φωτογραφίες είναι από την πρόσφατη έκθεσή του στο μουσείο Μπενάκη.


υπερωκεάνιο


Τόσο καπνό που πίνω μέσα μου άμα τον είχα ταξιδέψει
θα 'χα γυρίσει όλη τη γη από τη νύχτα ως την αυγή
παρά που λες πως μ' αγαπάς να 'χα πιστέψει
Γιατί τώρα είναι σπάνιο να ξοφλήσω το δάνειο
που 'χα πάρει απ' το χθες για να ελπίζω
σ' έναν αγώνα τιτάνιο σαν υπερωκεάνιο
μες την ομίχλη στεριά να σφυρίζω


Παναγιά μου εσύ του Νοτιά
της καρδιάς μου η γη ξενιτιά
της καρδιάς μου η γη
μια βαθιά πληγή
που την κλείνει του χρόνου η φωτιά


Τόσο καπνό που είδαν τα μάτια μου άμα τα βλέφαρα είχα κλείσει
ίσως και να 'χα ονειρευτεί πως σαν την έρημο καυτή
είν' η ψευτιά που λόγια αγάπης πάει να χτίσει

λόγια:Λίνα Νικολακοπούλου
μουσική:Σταμάτης Κραουνάκης
ερμηνεία:Άλκηστις Πρωτοψάλτη





τότε τον είδα για πρώτη φορά





Η έκρηξη ήταν ακαριαία.Εκτυφλωτική.Εκκωφαντική.Αστραπές και βροντές.Τα μαύρα άλογα ξεχύθηκαν αφηνιασμένα στο χώρο.Τα όχι εκσφενδονίστηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις.Ούτε μπορούσα ούτε ήθελα να τα συγκρατήσω.Τα άφησα ελεύθερα.Ήμουν εξαγριωμένη.Ποδοβολητά,οπλές,όχι,αστραπές,βροντές,γκρέμιζαν τα πάντα.Τα πάντα.Σωριάζονταν οι τοίχοι,έσπαζαν τα τζάμια,ποδοπατιόντουσαν τ'αντικείμενα.Συντρίμμια και θρύψαλα.Θυμός και πόνος.Και θυμός.Ισοπεδώθηκε η Κοινή Μμήμη.Κατέρρευσε το αραχνιασμένο όνειρο.Αφήγηση με δύο φωνές.
Εγώ μαχόμουν.Ξιφασκούσα και πυροβολούσα με λύσσα.Ακινησία και σιωπή τέλος.Τελεία και παύλα.Εκείνος αιφνιδιάστηκε.Είχε προγραμματίσει μόνο την καθημερινή δόση βίας.Τον καθημερινό μικρό βιασμό.Δεν είχε προσέξει το περίστροφο ούτε το ξίφος.Η βία γεννά βία.Η βία εξωθεί.Το βλέμμα μου άστραφτε χρυσοκίτρινο.Το βλέμμα του ήταν σκοτεινό και ερεβώδες.Φως και σκοτάδι.Κίτρινο-μαύρο.
Βρισκόμουν εν μέσω ερειπίων.Η καταιγίδα είχε κοπάσει.Απόηχοι ποδοβολητών.Ο τόπος μύριζε βροχή και θάνατο.Το τέλος του πόνου.Του δικού μου πόνου.Χάθηκα πάνω σ'ένα μαύρο άλογο.
Είχα φύγει.
Ήμουν κιόλας πολύ μακριά.
Requiem.
Είχα πάει βόλτα στον κήπο.Καινούρια συνήθεια.Ανακάλυπτα ξανά την πόλη.Την ιστορία της,τους δρόμους της,τους ουρανούς της.Εκεί τον ξαναείδα.Με κοίταζε,καθισμένοςς σ'ένα παγκάκι.Έχωσα τα χέρια στις τσέπες του παλτού μου.Τον πλησίασα.Αστειεύτηκα.Με κοίταξε χαμογελώντας.Περπατήσαμε λίγο μαζί.Μου άρεσε να τον ακούω.Ο τόνος της φωνής του,το βλέμμα του,οι λέξεις του.Μου έλεγε ιστορίες για την πόλη.Τον άκουγα μαγεμένη.Το βλέμμα του άλλαζε τοπία και κτίρια.Χρωμάτιζε τα πάντα μ'ένα χρώμα απέραντης τρυφερότητας.Ένα πρωτόγνωρο τοπίο απλωνόταν μπροστά μου.
Ήταν μόνο ένα φιλί.Ένα ατέλειωτο,αξέχαστο φιλί.Μια μετάγγιση.Κυλούσε πια στις φλέβες μου.Αυτό που είχα κάποτε ονειρευτεί.Αυτό που είχα πάψει πια να ονειρεύομαι.
Τον είδα ακόμη μία φορά.Βλέμμα και λέξεις ασύμβατα.Δεν άκουγα τον ήχο της φωνής του.Χάιδεψα το περίστροφο στο βάθος της τσέπης μου.Το άφησα.Εμπιστεύτηκα το βλέμμα.Κοιταχτήκαμε βαθιά για κλάσματα δευτερολέπτου.Σιωπηλά αποχαιρετιστήκαμε.Πριν καν συναντηθούμε.Το πόρτο,κόκκινο και γλυκό,κυλούσε στις φλέβες μου.Κόκκινο σαν αίμα,γλυκό σαν έρωτας,καυτό σαν πόνος.
Σηκώθηκα.Τον άφησα να πληρώσει.Έφυγα μόνη.
Bleu.
Ο χρόνος μου ως τότε ήταν μια διαδοχή από σιωπές και εκρήξεις,πόνο και απώλεια.Αποδέχτηκα και τίμησα τον πόνο μου.Αποδέχτηκα και τίμησα την ιστορία μου.Ήταν ό,τι είχα και δεν είχα.
Κι έτσι πέρασε πολύς καιρός.
Πίστευα ότι κάποτε θα τον ξανασυναντούσα.Κάποτε.Πίστευα ότι θα τον περίμενα.Ένας άντρας,μια γυναίκα,είκοσι χρόνια μετά...Μια από τις συνηθισμένες κρίσεις ρομαντισμού μου.Έζησα την υπέροχη προσμονή μου στιγμή προς στιγμή για πολύ καιρό.Ή μάλλον έτσι μου φάνηκε.Δεν ήξερα ότι είχα χάσει οριστικά την ικανότητά μου να περιμένω.Ο ρευστός χρόνος,ο πιεστικός χρόνος.Άρχισα πάλι ν'ασχολούμαι με το χρόνο.

Στέλλα Παναγιωτοπούλου

διάγνωση και θεραπεία



Ο έρωτας είναι μια αρρώστια από τις πιο ολέθριες και μεταδοτικές.Τους ασθενείς τους αναγνωρίζουν οι πάντες.Βαθιοί κύκλοι μαρτυρούν ότι δεν κοιμόμαστε ποτέ,ξάγρυπνοι απανωτές νύχτες από τ'αγκαλιάσματα ή την έλλειψη αγκαλιασμάτων.Μας κατέχουν εξοντωτικοί πυρετοί και νιώθουμε μια ακαταμάχητη ανάγκη να λέμε βλακείες.
Ο έρωτας μπορεί να προκληθεί αν αφήσουμε να πέσει μια χουφτίτσα σκόνης αγάπανθου,δήθεν απρόσεκτα,στον καφέ,στη σούπα ή στη γουλιά.Μπορεί να προκληθεί,αλλά δεν μπορεί να εμποδιστεί.Δεν τον εμποδίζει ούτε ο αγιασμός ούτε η κοπανισμένη όστια.Μα ούτε και η σκορδοσκελίδα χρησιμεύει σε τίποτα.Ο έρωτας κωφεύει στο θείο λόγο και στο ξόρκι των μαγισσών.Δεν υπάρχει κυβερνητικό διάταγμα που να τα βγάζει πέρα μαζί του,μήτε φίλτρο ικανό να τον αποτρέψει,κι ας διαλαλούν οι κυράδες στις αγορές αλάθητα μαντζούνια με εγγύηση κι απ'όλα.

Εδουάρδο Γκαλεάνο

η αποκατάσταση



Η Γλαύκη άνοιξε το παράθυρο, που έδειχνε ένα κομμάτι απ'το λιμάνι.Στο αντίφωτο,μακριά,τα γλαριά πάνω απ'τη μπλάβα θάλασσα μοιάζανε σαν άσπρες πεταλούδες.Μια φορτηγίδα άφηνε πίσω της αφρισμένες αυλακιές.Η μέρα ήταν διάφανη.Ο Αύγουστος ήθελε μόνο μια εβδομάδα για να τελειώσει.Ωστόσο είχε κιόλας κάποιαν αόριστη αίσθηση από το φθινόπωρο,όπως άρχιζε πια να βραδιάζει γρήγορα,οι παραθεριστές λιγοστεύανε κι οι ψυχρούλες κάνανε σύντομα ξενύχτια...
Έμενε ξαπλωμένη αναπολώντας τις φωτεινές εβδομάδες, που είχαν περάσει σαν ένα φτερούγισμα.Λογής απρόοπτα ανάμεσα σε αγνώστους πριν από λίγο καιρό,που τα'χε κιόλας συνηθίσει.Όσες βιαστικές μέρες της απομένανε,που φεύγανε σαν γνωριμίες ασήμαντες.Φέρνοντας έναν-έναν μπρος της τους καινούριους φίλους της,συλλογιζότανε αυτό το ανώνυμο θάψιμο στο κοιμητήρι του "άλλου"-το πέρασμα καθενός μας απ'τη ζωή-που το θυμίζει,σε κάποια παρένθεση της κουβέντας του,με μια κρίση ανεύθυνη,αυτός ο ανελέητος "άλλος",που είμαστε,για κάθε άλλον,εμείς...[...]
Εμείς οι άνθρωποι δεν μπορούμε να κυβερνούμε τη συνείδησή μας παρά σύμφωνα με την ακοή μας.Η ποινή μας για το προπατορικό αμάρτημα δεν είναι η θνητότητα μα η σκέψη.Μήπως με κάθε πράξη μας δεν διαλέγουμε ανάμεσα στο δαίμονα και το Θεό?Μια κόλαση ή έναν παράδεισο διασκελούμε σε κάθε στιγμή μας, σε κάθε βηματισμό...[...]
Όσο μακραίνανε,αισθανότανε την αλισάχνη ευχάριστα πάνω του.Μέσα στη σιγή,κάποιο ψάρι ακούστηκε να σπαθίζει τα νερά.Ω!,να'τανε κάτι ασήμαντο,χωρίς συνείδηση.Και να πλέει,να πλέει στο υγρό χάος,μέσα στα κήτη,από ρύγχος σε σπλάχνο,από σπλάχνο σε ρύγχος,χωρίς να υποψιαστεί πως υπάρχει επιφάνεια και ουρανός και ήλιος...

απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Τάσου Αθανασιάδη,"Η Αίθουσα του Θρόνου"

τελεία και παύλα



Για τον Γιαν.
Δεν ξέρει κανείς από πριν
τι θα γράψει.
Βιάσου να με σκεφτείς.

Για τον Γιαν τον εραστή μου της νύχτας
Υπογράφει:Μαργαρίτα,η ερωμένη του λατρευτού
αυτού εραστή,20 Νοεμβρίου 1994,
Παρίσι,οδός Σεν-Μπενουά.

21 Νοεμβρίου απόγευμα,οδός Σεν-Μπενουά.


Γ.Α.:Τι θα λέγατε για σας?
Μ.Ν.:Ντυράς.
Γ.Α.:Τι θα λέγατε για μένα?
Μ.Ν.:Ανεξιχνίαστος.

Αργότερα το ίδιο απόγευμα.

Καμιά φορά είμαι άδεια για πολύ καιρό.
Είμαι χωρίς ταυτότητα.
Φοβίζει αυτό στην αρχή.Και μετά μπαίνει
σ'ένα ρεύμα ευτυχίας.Κι έπειτα σταματά.
Ευτυχισμένη,δηλαδή λίγο πεθαμένη.
Λίγο απούσα απ'τον τόπο που μιλώ.

Αργότερα πάλι.

Είναι θέμα χρόνου.Θα κάνω ένα βιβλίο.
Θα το'θελα αλλά δεν είναι σίγουρο
πως θα γράψω αυτό το βιβλίο.
Τ'αφήνω στην τύχη.

22 Νοεμβρίου,απόγευμα,στην οδό Σεν-Μπενουά.

Γ.Α.:Φοβάστε το θάνατο?
Μ.Ν.:Δεν ξέρω.Δεν ξέρω ν'απαντήσω.
Δεν ξέρω πια τίποτα από τότε που
έφτασα στη θάλασσα.
Γ.Α.:Και με μένα?
Μ.Ν.:Και πριν και τώρα ανάμεσα σε σένα
και σε μένα υπάρχει ο έρωτας.
Ο θάνατος κι ο έρωτας.Ας υπάρχεις εσύ
κι ας γίνει το θέλημά σου.
Γ.Α.:Πώς προσδιορίζετε τον εαυτό σας?
Μ.Ν.:Δεν υπάρχω,όμως τούτη τη στιγμή δεν ξέρω τι να γράψω
Γ.Α.:Και το βιβλίο που προτιμάτε απόλυτα?
Μ.Ν.:Το Φράγμα,την παιδική ηλικία.
Γ.Α.:Και στον παράδεισο,θα πάτε?
Μ.Ν.:Όχι.Μου φέρνει γέλιο.
Γ.Α.:Γιατί?
Μ.Ν.:Δεν ξέρω.Δεν τον πιστεύω καθόλου.
Γ.Α.:Και μετά το θάνατο τι μένει?
Μ.Ν.:Τίποτε.Μόνο οι ζωντανοί που χαμογελούν ο ένας στον άλλον,που θυμούνται.
Γ.Α.:Ποιος θα σας θυμηθεί?
Μ.Ν.:Οι νεαροί αναγνώστες.Οι μικροί μαθητές.
Γ.Α.:Τι σας απασχολεί?
Μ.Ν.:Να γράφω.Μια απασχόληση τραγική,ανάλογη δηλαδή με το ρεύμα της ζωής.
Είμαι μέσα του χωρίς προσπάθεια.

Αργότερα το ίδιο απόγευμα.

Γ.Α.:Βρήκατε τίτλο για το επόμενο βιβλίο?
Μ.Ν.:Ναι.Βιβλίο προς εξαφάνιση.

22 Νοεμβρίου στο Παρίσι,ώρα 3 μ.μ.

Θέλω να μιλήσω για κάποιον.
Για έναν άντρα το πολύ είκοσι πέντε χρόνων.
Είναι ένας πολύ όμορφος άντρας που θέλει να πεθάνει
πριν τον πάρει χαμπάρι ο θάνατος.
Τον αγαπούσατε.Και κάτι περισσότερο.
Η ομορφιά των χεριών του,ναι,αυτό.
Τα χέρια του να προχωρούν με το λόφο
-που μόλις διακρίνεται,απαλός,τόσο φωτεινός
όσο η χάρη ενός παιδιού.
Σας αγκαλιάζω.
Σας περιμένω όπως περιμένω εκείνον
που θα αφανίσει αυτή τη ρημαγμένη χάρη,
την ακόμα γλυκιά και ζεστή.
Απ'όλο μου το σώμα,η χάρη αυτή ας σου δοθεί ολόκληρη.

Αργότερα το ίδιο απόγευμα.

Θέλησα να σας πω
πως σας αγαπούσα.
Να το φωνάξω.
Αυτό είναι όλο.

Οδός Σεν-Μπενουά,Κυριακή 27 Νοεμβρίου.

Να είσαι μαζί με κάποιον είναι ο έρωτας,
ο θάνατος,ο λόγος,ο ύπνος.

Αργότερα την ίδια Κυριακή.

Γ.Α.:Τι θα λέγατε για τον εαυτό σας?
Μ.Ν.:Δεν ξέρω πια καλά καλά ποια είμαι.
Υπάρχω με τον εραστή μου.
Το όνομα δεν το ξέρω.
Δεν είναι σημαντικό.
Να είμαι μαζί όπως μ'έναν εραστή.
Θα ήθελα να μου συνέβαινε.
Να είμαι μαζί μ'έναν εραστή.

Σιωπή,κι ύστερα.

Γ.Α.:Σε τι χρησιμεύει να γράφεις?
Μ.Ν.:Είναι συνάμα να σωπαίνεις και να μιλάς.Να γράφεις.Σημαίνει
επίσης καμιά φορά να τραγουδάς.
Γ.Α.:Να χορεύεις?
Μ.Ν.:Κι αυτό μετράει.Ο χορός είναι μια κατάσταση του ατόμου.
Μου αρέσει πολύ να χορεύω.
Γ.Α.:Γιατί?
Μ.Ν.:Ακόμη δεν το ξέρω.

Σιωπή...

Μαργκερίτ Ντυράς.

αφιερωμένο στην Αμαλία, στην Πέννυ και στην Ελένη-τζίντζερ...




αν πιάσεις την αγάπη στο λάθος το φτερό