εκείνο τον καιρό

Γ:ποτέ το ίδιο έπειτα απ'αυτό ποτέ ακριβώς το ίδιο αλλά αυτό δεν ήταν τίποτα το καινούριο αν δεν ήταν αυτό ήταν εκείνο το συνηθισμένο συμβάν κάτι που εσύ ποτέ δε θα μπορούσες να είσαι το ίδιο έπειτα από σούρσιμο για χρόνια και χρόνια βουλιαγμένος μες στο ισόβιο αδιέξοδο μουρμουρίζοντας στον εαυτό σου ποιος άλλος δε θα μπορούσες να είσαι ποτέ ο ίδιος έπειτα απ'αυτό δεν ήσουν ποτέ ο ίδιος έπειτα από εκείνο

[...]

Β:ή δίπλα στο παράθυρο ν'αφουγκράζεσαι στο σκοτάδι την κουκουβάγια δίχως μια σκέψη στο κεφάλι σου ώσπου δύσκολο να το πιστέψεις όλο και πιο δύσκολο πως είπες μια φορά σε κάποιον τους αγάπησες ή κάποιον εσύ έστω κι ένα απ'αυτά τα πράγματα που κράτησες για να μπορέσεις να κρατήσεις πέρα απ'το κενό ακριβώς άλλη μια απ'αυτές τις παλιές ιστορίες για ν'αποτρέψεις ως την κορυφή το σάβανο

(Σιωπή 10'',Λαχανιασμένη αναπνοή.Μετά 3'',μάτια ανοιχτά)

Γ:ποτέ το ίδιο αλλά το ίδιο όπως για όνομα του Θεού είπες ποτέ εγώ στον εαυτό σου στη ζωή σου έλα τώρα(μάτια κλειστά)θα μπορούσες να πεις εγώ στον εαυτό σου στη ζωή σου στις κρίσιμες καμπές της ζωής σου αυτό ήταν μια μεγάλη λέξη για σένα προτού όλα στεγνώσουν ολότελα έχοντας πάντα κρίσιμες καμπές και ποτέ παρά τη μοναδική πρώτη και τελευταία εκείνη φορά κουλουριασμένο σκουλήκι στη λάσπη όταν σε αποτραβούσαν έξω και σε σκούπιζαν και σε ίσιωναν ποτέ ξανά έπειτα απ'αυτό δε γύρισες να κοιτάξεις πίσω έπειτα απ'αυτό ήταν εκείνον τον καιρό ή ήταν κάποιον άλλο καιρό

Β:μουρμουρίζοντας εκείνο τον καιρό μαζί στην πέτρα στον ήλιο ή τότε στο μονοπάτι δίπλα στο ποτάμι μαζί στην αμμουδιά εκείνο τον καιρό συμφιλιωμένοι από κει όσο καλύτερα μπορούσες κάπου μαζί στον ήλιο στο μονοπάτι δίπλα στο ποτάμι κοιτώντας το ρεύμα του ποταμού μέσα του βούλιαζε ο ήλιος και τα σκουπίδια που'φερνε το ρεύμα να'ρχονται από πίσω παρασυρμένα να επιπλέουν ή να μπερδεύεται στις καλαμιές το ψόφιο ποντίκι έμοιαζε λες κι ερχόταν κατά πάνω σου από πίσω κι έφευγε μακριά ώσπου χάνονταν απ'τα μάτια σου.

Α:εκείνο τον καιρό επέστρεφες να δεις τα ερείπια ήταν ακόμα εκεί όπου κρυβόσουν σαν παιδί αυτή την τελευταία φορά ίσια έξω από το φέρι ανέβασμα πάνω στον κεντρικό δρόμο να προλάβεις το 11 ούτε δεξιά μήτε αριστερά μοναδική σκέψη στο κεφάλι και μια βλαστήμια για τις παλιές σκηνές τα παλιά ονόματα με το κεφάλι κατεβασμένο ν'ακουμπά στο στήθος ανέβασμα ως την κορφή κι εκεί στεκόσουν περιμένοντας με τον υπνόσακο ώσπου η αλήθεια άρχισε να διαγράφεται

Γ:όταν άρχισες να μην ξέρεις ποιος ήσουν από τον καιρό του Αδάμ προσπαθώντας αυτό να συντελέσει για μια αλλαγή μη γνωρίζοντας ποιος ήσουν απ'τον Αδάμ ούτε ιδέα ποιος το'λεγε αυτό τι έλεγες εσύ σε τίνος κρανίο εγκλωβίστηκες με τίνος βογκητά βογκούσες ήταν εκείνο τον καιρό ή ήταν αυτό άλλοτε όπου μονάχος με τα πορτρέτα των νεκρών μαύρα απ'τη βρωμιά και την πολυκαιρία και τις χρονολογίες γραμμένες στις κορνίζες για να μην κάνεις λάθος στους αιώνες μην πιστεύοντας πως θα μπορούσε να σου συμβεί ώσπου σε έβγαζαν έξω στη βροχή την ώρα που έκλειναν

Β:κανένα κοίταγμα στο πρόσωπο ή άλλο μέρος του κορμιού ποτέ δεν στράφηκες σ'αυτή ούτε αυτή σε σένα πάντα δίπλα-δίπλα σαν δεμένοι σε αξόνι ποτέ δε γύρισε ο ένας στον άλλον σαν δυο μουντζούρες στην παρυφή του χωραφιού ούτε άγγιγμα ή κάτι τέτοιο πάντα ένα μικρό διάστημα ανάμεσά σας έστω μια ίντσα καμιά επαφή που να προέρχεται από επιταγή της σάρκας ή του αίματος όχι καλύτερα από τους ίσκιους ούτε χειρότερα αν δεν ήταν για τους όρκους

Α:μην ξεπερνώντας το μ'αυτόν τον τρόπο έπειτα ούτε λόγος για να ρωτάς ούτε λέξη για τη ζωή όσο ζούσες γι'αυτό συρ'το αυτό ως το τέλος στο σταθμό μισοδιπλωμένος ξεπέρασέ το μ'αυτόν τον τρόπο όλα κατάκλειστα και καρφωμένα στο Ντόρικ του μεγάλου νοτιοανατολικού σταθμού κι η κιονοστοιχία να θρυμματίζεται πέρα ως πέρα και μετά

Γ:η βροχή και οι παλιοί κύκλοι προσπαθώντας να συμβιβαστείς πηγαίνοντας προς την ίδια κατεύθυνση πώς θα μπορούσε να λειτουργήσει μ'αυτόν τον τρόπο για μια αλλαγή μη έχοντας υπάρξει όμως ποτέ δεν έχει υπάρξει πώς θα μπορούσαν να δουλέψουν οι παλιοί κύκλοι προσπαθώντας να σε παρασύρουν μέσα τους τρικλίζοντας και μουρμουρίζοντας σ'όλη τη συνοικία ώσπου οι λέξεις στέρεψαν και το μυαλό σταμάτησε και τα πόδια ρίζωσαν οποιανού ήταν αυτά ή το παράτησε όποιου κι αν ήταν αυτό

[...]

Α:σωριασμένος στο κατώφλι μέσα στο παλιό πράσινο μακρύ παλτό στο χλωμό ήλιο με τον υπνόσακο αχρείαστο στα γόνατα σου μη γνωρίζοντας πού βρισκόσουν σιγά σιγά μη γνωρίζοντας πού βρισκόσουν ή ποιο μέρος απ'όσα γνώριζες μπορούσε  να ήταν εντελώς ακατοίκητο όπως εκείνο τον καιρό πάνω στην πέτρα που κανείς δεν ήρθε

(Σιωπή 10''.Ασθματική αναπνοή.Μετά 3'',μάτια ανοιχτά)

Σάμουελ Μπέκετ
αποσπάσματα από το μονόπρακτο
"εκείνο τον καιρό"
εκδ:Δωδώνη
μτφρ:Μάκης Λαχανάς

Δεν υπάρχουν σχόλια: