"εκείνο το λουλούδι που μαραίνεται" του Θανάση Τριαρίδη για τα ποιήματα του Αλέξανδρου Παναγούλη


αποσπάσματα...

[...]Ημερομηνία θανάτου: 1η Μαίου του 1976,καλυμένη με το μανδύα ενός τροχαίου ατυχήματος...

Τι σημαίνουν όλα αυτά?Ας πούμε έναν άψυχο ξύλινο σκελετό.Το κρίσιμο είναι η σάρκα και το αίμα-η λάμψη στα μάτια.Γιατί ο Παναγούλης δεν είναι μήνυμα-ο Παναγούλης είναι κάποιος που περπατάει στα τρίστρατα.

[...]Με αυτούς τους όρους μιας διαρκώς διογκούμενης τραγωδίας προσπαθώ να μιλήσω για τα ποιήματα του Παναγούλη.Λέω προσπαθώ-γιατί στην περίπτωση του,είναι δύσκολο να διαλέξεις τι είναι ποίημα και τι δεν είναι.Ας πούμε,δεν είναι λίγοι αυτοί που λογαριάζουν για καλύτερο ποίημα την απολογία του στο Έκτακτο Στρατοδικείο,στις 8 Νοεμβρίου του 1968.Οι τελευταίες φράσεις ετούτης της απολογίας ανήκουν ήδη στη σφαίρα του θρύλου-είναι η πιο χαρακτηριστική δημόσια δήλωση του Παναγούλη που έδειξε σε όλους πως ήταν για να πάει τα πράγματα μέχρι το τέλος:

(...)γνωρίζω ποιές είναι οι ποινές που προβλέπονται από το νόμο,και γνωρίζω και ότι αυτές οι ποινές που προβλέπονται από το νόμο θα επιβληθούν,αλλά δεν υποχωρώ,διότι,κύριοι δικαστές,γνωρίζω ότι το ωραιότερο κύκνειο άσμα ενός πραγματικού αγωνιστή είναι ο επιθανάτιος ρόγχος του μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα μιας τυραννίας και αυτή τη θέση την αποδέχομαι.

Άλλοι πάλι,περισσότερο θεωρητικοί,πως το καλύτερό του ποίημα είναι αυτό:

ΘΕΛΩ

Θέλω να προσευχηθώ

με την ίδια δύναμη που θέλω να βλαστημήσω

θέλω να τιμωρήσω

με την ίδια δύναμη που θέλω να συγχωρήσω

θέλω να προσφέρω

με την ίδια δύναμη που ήθελα στο ξεκίνημα

θέλω να νικήσω

αφού δεν μπορώ να νικηθώ

Ο τότε αυτοεξόριστος Βασίλης Βασιλικός προλογίζοντας στα 1971 το "Πρώτο Μπογιάτι",την πρώτη συλλογή ποιημάτων του τότε φυλακισμένου θανατοποινίτη Αλέκου Παναγούλη,έπιασε από την αρχή την κρίσιμη φράση:σε αυτό το δεν μπορώ να νικηθώ συνοψίζεται όλη η τραγική μοίρα του Αλέκου.[...]Πράγματι ο Παναγούλης ήταν κάποιος που δεν μπορούσε να νικηθεί-ήταν τέτοια η φύση του και τέτοια η τραγωδία του.Το μόνο που είχε ήταν να πάει την τραγωδία μέχρι την έξοδο.Αλλιώς,αυτό που έγραψε ο Θεοδωράκης στα "Τραγούδια του Αγώνα":

Όταν χτυπήσεις δυο φορές

κι ύστερα τρεις και πάλι δύο,Αλέξανδρέ μου,

θα δω το πρόσωπό σου

σε βλέπω σε κελί στενό,

να σέρνεις πρώτος το χορό,

πάνω στο θάνατό σου.

Ο Παναγούλης είναι ο μεγαλύτερος τραγικός ήρωας της μεταπολεμικής Ελλάδας-για μένα,και φαντάζομαι,και για πολλούς άλλους.Τούτο,τουλάχιστον για τη δική μου οπτική,είναι λογοτεχνική αίσθηση,και όχι,επ'ουδενί ιστορική αξιολόγηση-θαρρώ πως θα ήταν αδικαίωτη έπαρση να στήνουμε από την αναιδή μας ανασφάλεια ζυγαριές ηρωισμού για να απονείμουμε τέτοιους τίτλους[...]

ΕΚΠΛΗΞΕΙΣ

Κέρδιζα μια ζωή

ένα εισιτήριο για το θάνατο

και ταξιδεύω ακόμη

κάποιες στιγμές

νόμισα πως έφτανα

στου ταξιδιού το τέλος

μα έκανα λάθος

εκπλήξεις ήταν μόνο

της διαδρομής.

Είναι δύσκολο να μιλήσεις με όρους φιλολογικούς για ποιήματα που έχουν γραφτεί με το αίμα ενός ανθρώπου.Το σχεδόν αποκλειστικό σώμα των ποιημάτων του Παναγούλη έχει γραφτεί μέσα στις φυλακές.[...]

[...]Για χρόνια δεν μπορούσα να αξιολογήσω μέσα μου τα ποιήματα του-προφανώς με λόγχιζε η υποψία πως τα αγαπούσα επειδή ήταν δικά του κι όχι επειδή με συγκλόνιζαν ως ποιήματα αυτά καθ'αυτά.Χρειάστηκα δεκαπέντε χρόνια για να κατασταλάξω:ο Παναγούλης γράφει τα ποιήματά του για να βρει ηθικό και συναισθηματικό σημείο έναντι του οποίου να μπορεί να σταθεί. Με άλλα λόγια,έγραφε τα ποιήματά του για να επιβιώσει-κι αυτά μοιραία ορίζονται από τις ανάγκες του-,αν είναι το χαρτάκι μικρό,θα βγουν μικρά,αν είναι μεγάλο,θα βγουν μεγαλύτερα,αν τα γράφει με αίμα και σπιρτόξυλο θα αποφύγει το μεγάλο στίχο,αν έχι μολύβι θα τον επιλέξει πιο εύκολα.Λένε πως οι μεγάλοι ποιητές είναι αυτοί που σβήνουν-ο Παναγούλης δεν είχε σβηστήρα,μήτε τη δυνατότητα να χαλαλίζει το μελάνι του.Το ύφος του είναι σαφώς ρητορικό-οι λέξεις που αρχίζουν με κεφαλαία γράμματα είναι αναμενόμενο καταφύγιο.Κάποτε εκφράζεται σχηματικά,κάνει ακροστοιχίδες,συχνότερα λειτουργεί με δυϊκά σχήματα.Κάποτε γίνεται απλοϊκός-κάποτε χάνεται σε εικόνες που δεν ολοκληρώνονται σε ποίημα.Άλλοτε πάλι,καλοί στίχοι ναυαγούν σε ένα ρητορικό σύνολο[...]

Ο έγκλειστος Παναγούλης χρησιμοποίησε τα ποιήματά του ως έναν καθρέφτη για να πειστεί πως υπάρχει,πως είναι εκεί.

Η ΔΙΕΥΘΥΝΣΗ ΜΟΥ

Ένα σπιρτόξυλο για πέννα

αίμα χυμένο στο πάτωμα για μελάνι

το ξεχασμένο περιτύλιγμα της γάζας για χαρτί

μα τι να γράψω?

τη Διεύθυνσή μου μονάχα ίσως προφτάσω

παράξενο και πήζει το μελάνι

μεσ'από τη φυλακή σας γράφω

στην Ελλάδα.

[...]

Στον καθρέφτη των ποιημάτων του ο Παναγούλης είχε μονάχα το πρόσωπό του-συχνά θέλησε να υποδυθεί ρόλους,αυτό κάνουμε όλοι μπροστά στον καθρέφτη(ακόμα κι όταν δε βρισκόμαστε στην απομόνωση).Από την άποψη αυτή βρέθηκε ως προς την προθετικότητα(και μόνο ως προς αυτή)κοντά στον Κάλβο-μα δεν είχε τη γλώσσα,μήτε τη λυρική τόλμη του Ζακυνθινού.Ωστόσο είχε έμπυρη ορμή:όταν κάποτε κοίταξε τον καθρέφτη δίχως να συλλογιστεί πως πρέπει να κρύψει την τραγωδία του,προκειμένου να γίνει καθολικότερος,τότε έδωσε πραγματικά διαμάντια,ποιήματα παλίντονα και πυρωμένα που,αν τα διαβάσεις δεν τα ξεχνάς ποτέ:

τρία βήματα μπροστά

και τρία πίσω πάλι

χίλιες φορές την ίδια διαδρομή

έξη χιλιάδες βήματα...

ο σημερινός περίπατος με κούρασε

ίσως γιατί τα βήματα μετρούσα

τώρα σταμάτησα

μα αύριο

αντίθετα θ'αρχίσω να βαδίζω

(η ποικιλία ομορφαίνει τη ζωή)

και κάτι άλλο σκέφτομαι

μικρότερα βήματα αν κάνω

τέσσερα-τέσσερα μπορεί να τα μετρώ!

καλά το σκέφτηκα

πιο όμορφη να γίνει η διαδρομή...

Η Διαδρομή είναι ένα από τα 27 κρίσιμα ποιήματα που έχω διαλέξει,η Σκιά είναι ένα άλλο.Τα βάζω πλάι πλάι γιατί είναι δύο σπαρακτικά αριστουργήματα-και γιατί και τα δύο απαντούν με όρους υπαρκτικούς του Καβάφη.

Αγάπησα το Φως πολύ

έτσι κατόρθωσα ένα κερί ν'ανάψω

και το θαμπό,το λιγοστό του φως,το κέρναγα

μα πριν χαρά να νιώσω και γι'αυτό

με απελπισία είδα βαρύ

να ρίχνω αλλού και το σκοτάδι

αφού το ίδιο φως που εγώ κρατούσα

με του κορμιού μου τη Σκιά

σκοτάδι γέμιζε τις στράτες που περνούσα.

Το τρίτο καβαφογενές ποίημα είναι η Ιθάκη από το "Δεύτερο Μπογιάτι"

Οδυσσέα σαν βγήκες στην Ιθάκη

τι δυστυχία θα ένιωσες

αφού κι άλλη ζωή μπροστά σου είχες

γιατί τόσο νωρίς να φτάσεις?

Χωρίς σκοπό έμεινες πια

από μεγάλος έμεινες μικρός

"πιο μακρυνή ας ήταν η Ιθάκη"

πιστεύω πως ψιθύρισες

και πως δε θέλησες

καινούρια πια Ιθάκη να ζητήσεις

γιατί φοβήθηκες

πως και σ'αυτή νωρίς θα φτάσεις

Απ' την αρχή έπρεπε

αλλιώτικη Ιθάκη να ζητούσες

Ιθάκη όμορφη και μακρυνή

που να τη φτάσει

δεν ζητά μονάχα ένας

Τέτοια δεν ήταν η δική σου

αφού μονάχος την ποθούσες

κι αν όμορφοι την είδαν οι πολλοί

στην πέννα ενός Ομήρου το χρωστάει.

[...]

...του έβαζαν πυρωμένες βελόνες στην ουρήθρα,του σβήνανε τσιγάρα στους όρχεις,του έκαναν φάλαγγα,τον δέρναν ομαδικώς,του κάνανε εγχειρήσεις δίχως αναισθησία,του στερούσαν για μήνες τον ύπνο,τον κρατούσαν για μήνες σιδηροδέσμιο,τον χτίζανε ζωντανό σε τάφους,εκείνος τους έβριζε,τους έλεγε "παπαδοπουλάκια",καμωνόταν πως δεν καταλάβαινε τον πόνο ή πως γαργαλιόταν,έκανε συνεχείς μπλόφες,όποτε έβρισκε την ευκαιρία τους χτυπούσε ή τους δάγκωνε για να τους αποσυντονίσει,απήγγειλε φανταστικές περιγραφές για το πώς τους είχε πηδήξει το προηγούμενο βράδυ ή πώς είχε πηδήξει τις γυναίκες τους.Μονάχα ένα περιστατικό από τα δεκάδες μαρτυρημένα: μια μέρα,ενώ τον έδερναν ομαδικά,αυτός έξυνε με μανία τους αστραγάλους του,όταν τον ρώτησαν γιατί,αυτός απάντησε:"δεν με τρώνε οι αστράγαλοί μου,με τρώνε τ'αρχίδια μου που είναι μεγάλα και φτάνουν μέχρι τους αστραγάλους".Κι όταν τελείωναν όλοι αυτοί,αφήνοντάς τον πεσμένο,σαν ένα σάρκινο σάκο,αναλάμβανε ο επί των ψυχολογικών βασανιστηρίων Χατζηζήσης που τον προσφωνούσε ειρωνικά Ω Σώκρατες-ο ματωμένος και τσακισμένος Παναγούλης του απαντούσε άλλοτε ως εταίρος σε Πλατωνικό διάλογο κι άλλοτε υποδυόμενος τον Ιησού Χριστό.[...]

Μίλησα για τα βασανιστήρια του Παναγούλη για να δείξω το πώς γράφτηκαν τα ποιήματά του-για να μιλήσω για τον τρόπο που αυτός ο παράφορος δεσμώτης γονιμοποιούσε τον πόνο και τον έκανε άνθος,έπαιρνε τη φρίκη και την έκανε ποίημα.Να το πω αλλιώς,αναγκάστηκε να κάνει την εντάφια ζωή ποίηση για να την αντέξει.Η Μπογιά θαρρώ πως είναι το πιο ακραίο δείγμα τούτης της ανάγκης-κι ούτε μπορώ να φανταστώ ανάλογο ποίημα.Αν το είχε γράψει ο Χέμινγουει ή ο Τσε Γκεβάρα,θα ήταν στα στόματα εκατοντάδων εκατομμυρίων σε όλο τον κόσμο

Ζωντάνεψα τους τοίχους

φωνή τους έδωσα

πιο φιλική να γίνουν συντροφιά.

Κι οι δεσμοφύλακες ζητούσαν

να μάθουνε πού βρήκα την μπογιά.

Οι τοίχοι του κελιού

το μυστικό το κράτησαν

κι οι μισθοφόροι ψάξανε παντού

όμως μπογιά δε βρήκαν

γιατί στιγμή δε σκέφτηκαν

στις φλέβες μου να ψάξουν

[...]

Στην πραγματικότητα το τέλος του θα ερχόταν όπως το είχε προκαλέσει ο ίδιος.Όταν του κόβαν τα χέρια,θα δάγκωνε το πλοίο του Μεγάλου Βασιλιά,ένας μόνος του,με τα δόντια.

Έτσι ώστε: απάντηση να πάρουν πάλης βοή/ για να βρουν ανάπαυση οι πρώτοι νεκροί.

Ο Παναγούλης ήταν πολύ μεγαλύτερος από τον καιρό του,πολύ μεγαλύτερος από τα δικά μας μέτρα και σταθμά,πολύ μεγαλύτερος από τις μεταπολιτευτικές μας ανάγκες και προσδοκίες.Γι'αυτό και τον τυλίγουμε με την αμηχανία μας,γι'αυτό και τον παραδίνουμε στη σιωπή.Τον εξωθούμε στο περιθώριο του νου μας γιατί δεν τον αντέχουμε,τον διώχνουμε από μέσα μας γιατί δειλιάζουμε να τον συλλογιστούμε.Είναι η ίδια η μοναξιά εκείνων των παλιών ηρώων του Σοφοκλή.[...]

Ο Παναγούλης πέθανε.Άφησε πίσω του πράξεις και ποήματα,αιμάτινη ιστορία,λαχανιάσματα,παραφορά,σπασμούς που αναταράζουν το νου και την καρδιά όσων τον γνώριζαν.Άφησε πίσω του την προμηθεϊκή λαχτάρα του για ανθρώπινες κοινωνίες,ανθρώπινες αξίες,ηθικά διλήμματα,ασυνάρτητα νεύματα.[...]Και κάποτε,μέσα στον αλλόκοτο τάφο του Μπογιατίου,βρήκε την ανάσα ν'απαντήσει με μια αχάλαστη κατάφαση στην άρνηση του θανάτου.

ΝΑ ΤΟ ΠΟΤΙΣΕΙΣ

Μην κλαις για μένα

αν ξέρεις πως πεθαίνω

να με βοηθήσεις δεν μπορείς

μα δες εκείνο το λουλούδι

για κείνο που μαραίνεται σου λέω

να το ποτίσεις.

[...]

Έχουμε μάθει να καταναλώνουμε μηνύματα-οι τραγωδίες παραείναι σύνθετες και ενοχλητικές για την αυτοκατάφασή μας.Ο Παναγούλης ενοχλεί ως μνήμη,ως ανθρώπινο σήμα,ως πολιτικό αίτημα,ως τραγικό άλμα.[...]

Γιατί δεν ήταν ελέγξιμος,διαπραγματεύσιμος,συζητήσιμος,ανταλλάξιμος,λελογισμένος,προβλεπόμενος,ενοχλεί γιατί δεν φοβόταν τίποτα και κανέναν,μήτε τα φλογοβόλα,μήτε τους παπάδες,μήτε το διαλεκτικό ιστορισμό,γιατί ζωντάνευε τους τοίχους του τάφου του μοναχός του.[...]

Ο Παναγούλης ενοχλεί γιατί δεν μπορεί να ελεγχθεί,να οριοθετηθεί,να γίνει ηρωικό παρελθόν,γλυκιά συναίνεση,Κυριακή Προσευχή,Σύμβολο της Πίστεως,γιατί δε σταματιέται με τίποτα και με κανέναν,παράφορο αίμα μέσα στις φλέβες,χαλάει τη σύμπνοια των ιδεών,χουγιάζει τους χωροφύλακες,ακυρώνει τα πολυβόλα των τυράννων.Ο Παναγούλης ενοχλεί γιατί δεν αποσύρεται,δεν γίνεται πεπρωμένο,διαφημιστική αφίσα,σύνθημα της ένδοξης πλειοψηφίας,πακέτο προς διανομή,κοντολογής,ο Παναγούλης ενοχλεί γιατί δεν τελειώνει-γιατί παραμέννει λαχάνιασμα,πυρωμένη ματιά,μοναχική αποκοτιά,ερωτικός σπασμός και πιρουέτα θανάτου.

Εξ'άλλου,λένε,η παλιά μάχη τελείωσε.Πλέον κανένας μεγάλος βασιλιάς δεν έχει προηγούμενα με κανέναν.Τώρα πια ζούμε τον καιρό της ειρήνης-έτσι λένε.

Γι'αυτό λοιπόν:ξεχάστε τον Παναγούλη κι ανοίξτε την τηλεόραση.Θα σας δείξουμε μέρες λελογισμένα ηλιόλουστες,όσες και όσο χρειάζεται για να μη διαμαρτυρηθεί κανένας για τη βαρυχειμωνιά,σφυγμομετρημένους ψεύτες,εμπόρους του προσώπου τους,φτηνούς δημαγωγούς,χαμογελαστούς φασίστες που θα σας εξηγήσουν την αναγκαιότητα της Χιροσίμα,οργανικούς διανοούμενους που θα τάξουν άφθονη Ιστορία για όποιον συμφωνεί-γενικότερα: ομορφιές,ρόδινα ακρογιάλια,δωμάτια με θέα,καουμπόιδες που καθαρίζουν τους κακούς,χαρούμενες γιορτές χορτάτων,χάρτινο ουρανό και χάρτινη θάλασσα,υποκατάστατα ψωμιού και υποκατάστατα αγάπης,καλούς Θεούς που αγαπούν τα υπάκουα παιδιά,κακούς διαβόλους για να κρατούν τα γκέμια,και πολλούς πολλούς εφιάλτες για να γεμίσουν τη χαρούμενη μοναξιά σας.

Μα κάπου στα βάθη της νυχτερινής απελπισίας,μέσα στην αφόρητη ερημιά ενός πλήθους που έμαθε να πλαγιάζει με μικρές υπογλώσσιες δόσεις "προσαρμοσμένης λογικής"(όπου οι πλούσιοι ζούνε και οι φτωχοί πεθαίνουν),μέσα σε σπίτια με ενισχυμένα κουφώματα,διπλά τζάμια,τριπλές κλειδαριές,τετραπλά τηλεκοντρόλ,ένας παλιός σπασμός λογχίζει το νου μας,βάζει φωτιά στα στέρεα όνειρά μας,καταστρέφει τη νύχτα μας.Οι πεινασμένοι,οι βασανισμένοι,οι εξόριστοι,οι μετανάστες,οι απόκληροι και καταφρονεμένοι του πάντοτε θαυμαστού καινούριου κόσμου στέκουν εκεί έξω και περιμένουν.Όσοι πηγαίνουν στο παράθυρο,κάποτε βλέπουν τους θαμπούς ίσκιους τους.Και κάποιος πολλά χρόνια πεθαμένος,ανασαίνει την παμπάλαια τραγωδία του και χνωτίζει το τζάμι...

Μα δες εκείνο το λουλούδι

για ΄κείνο που μαραίνεται σου λέω

να το ποτίσεις...


ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΣΤΗ ΦΙΛΟΛΟΓΙΚΗ "ΒΡΑΔΥΝΗ" ΣΤΙΣ 13-4-2004

Η ΣΙΩΠΗ ΤΩΝ ΣΕΙΡΗΝΩΝ και ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ


Όπου αποδεικνύεται ότι σωτήρια μπορεί να φανούν και τα ανεπαρκή,ακόμα και τα παιδαριώδη μέσα:

Για να προφυλαχτεί από τις Σειρήνες ο Οδυσσέας,έφραξε τ'αυτιά του με κερί και έβαλε να τον αλυσοδέσουν στο κατάρτι.Κάτι ανάλογο,ασφαλώς,θα μπορούσαν να κάνουν ανέκαθεν όλοι οι ταξιδιώτες-εκτός από κείνους που οι Σειρήνες πρόφτασαν να τους σαγηνεύσουν από μακριά-ήταν όμως παγκοσμίως γνωστό ότι δεν ωφελούσε.Το τραγούδι των Σειρήνων διαπερνούσε τα πάντα,και το πάθος των σαγηνευμένων,δεν ήταν ικανό να σπάσει μόνο αλυσίδες και κατάρτια.Αυτό ο Οδυσσέας δεν το σκέφτηκε,αν και πολύ πιθανόν να το είχε ακουστά.Εναπέθεσε τις ελπίδες του σε μια χούφτα κερί και μια αρμαθιά αλυσίδες,και γεμάτος χαρά για τα πενιχρά του μέσα,έβαλε πλώρη για τις Σειρήνες.

Οι Σειρήνες όμως έχουν ένα όπλο πιο δυνατό από το τραγούδι:τη σιωπή τους.Και πιθανότερο,παρόλο που δεν έτυχε ποτέ,θα ήταν να γλιτώσεις από το τραγούδι τους,παρά από τη σιωπή τους.Τίποτα στον κόσμο αυτόν δεν μπορεί ν'αντισταθεί στο αίσθημα πως τις νίκησεςς με το σπαθί σου,ούτε στην αλαζονεία που επακολουθεί και σαρώνει τα πάντα.

Κι η αλήθεια είναι πως δεν τραγουδούσαν οι τρομερές Σειρήνες καθώς τις ζύγωνε ο Οδυσσέας.Γιατί πίστευαν ίσως, ότι με τη σιωπή τους μόνο θα νικούσαν αυτόν τον αντίπαλο-εκτός κι αν,βλέποντας τόση ευτυχία στο πρόσωπο του Οδυσσέα,που μόνο το κερί σκεφτόταν και τις αλυσίδες του,λησμόνησαν κάθε τραγούδι.

Ο Οδυσσέας όμως,τη σιωπή τους,ας μου επιτραπεί η έκφραση,δεν την άκουσε:του φάνηκε πως τραγουδούσαν,και πως μόνο εκείνος δεν τις άκουγε,επειδή είχε λάβει τα μέτρα του.Πρν ξεκινήσει,έριξε μια κλεφτή ματιά,είδε τον καμπυλωμένο λαιμό,τις βαθιές ανάσες,τα δακρυσμένα μάτια,το μισάνοιχτο στόμα,και πίστεψε πως όλα αυτά συνόδευαν τις άριες που ανάκουστες αντηχούσαν γύρω του.Κι έπειτα δεν τις ξανακοίταξε,γύρισε το βλέμμα του πέρα,μακριά,κι εμπρός στην αταλάντευτη απόφασή του οι Σειρήνες κυριολεκτικά εξαφανίστηκαν,τόσο που,κι όταν βρέθηκε κοντά τους,μήτε που τις πρόσεξε.

Εκείνες όμως,ωραιότερες παρά ποτέ,συστρέφονταν,τεντώνονταν,παράδερναν τ'απαλά μαλλιά τους με τον άνεμο,και τα γαμψά τους νύχια σέρνονταν πάνω στα βράχια.Και πια δεν ήθελαν να ξελογιάσουν-μόνο να κρατήσουν ένα καθρέφτισμα από τα μεγάλα μάτια του Οδυσσέα ήθελαν,όσο γινόταν πιο πολύ.

Αν οι Σειρήνες είχαν συνείδηση,εκείνη η φορά θα ήταν το τέλος τους.Τίποτα δεν έπαθαν όμως.Απλώς ο Οδυσσέας τους ξέφυγε.

Στην ιστορία αυτή υπάρχει πάντως κι ένα υστερόγραφο:ο Οδυσσέας ήταν,λένε,τόσο πολυμήχανος,τέτοια αλεπού,που μήτε η Θεά του Πεπρωμένου δεν μπορούσε να διαβάσει την ψυχή του.Και ίσως,αν και κάτι τέτοιο υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική-ίσως πρόσεξε στ'αλήθεια πως σωπαίναν οι Σειρήνες,κι όλες αυτές οι προσποιήσεις που αναφέραμε,ήταν κάτι σαν ασπίδα,που την όρθωσε μπροστά τους,και μπροστά στους θεούς.


ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ

μτφρ: Τζένη Μαστοράκη-Νάσος Βαγενάς.


ΠΡΟΜΗΘΕΑΣ


Στον Προμηθέα αναφέρονται τέσσερις μύθοι:

Σύμφωνα με τον πρώτο αλυσοδέθηκε στον Καύκασο,γιατί πρόδωσε στους ανθρώπους τα μυστικά των θεών,και οι θεοί έστειλαν αετούς να τρώνε το σηκώτι του,που πάντοτε αναπλαθόταν.

Σύμφωνα με το δεύτερο, σπαράζοντας από τον πόνο,στριμωχνόταν όλο και πιο βαθιά πάνω στο βράχο,για να ξεφύγει τα ράμφη που τον ξέσχιζαν,ώσπου έγινε ένα μ'αυτόν,

Σύμφωνα με τον τρίτο,καθώς κυλούσαν οι αιώνες,ξεχάστηκε η ύβρις του,την ξέχασαν οι θεοί,οι αετοί,ακόμα και ο ίδιος την ξέχασε.

Σύμφωνα με τον τέταρτο,κουράστηκαν όλοι από το ατέλειωτο μαρτύριο.Κουράστηκαν οι θεοί,οι αετοί,και η πληγή κουράστηκε και επουλώθηκε.

Έμεινε το ανεξήγητο βουνό-Ο μύθος προσπαθεί να εξηγήσει το ανεξήγητο.Αφού κατάγεται από κάτι αληθινό,πρέπει για άλλη μια φορά να τελειώνει στο ανεξήγητο.


ΦΡΑΝΤΣ ΚΑΦΚΑ

μτφρ:Βασίλης Ραϊκόφτσαλης.

πρώτο σχεδίασμα του χεριού


1.

Ας κινήσουμε εδώ λοιπόν το ΧΕΡΙ, το χέρι του Ανθρώπου.

2.

Το χέρι,αυτή η νυχτερίδα της μέρας,πάντα στη διάθεσή του

βραχίονα που αδιάκοπα το προφταίνει,είναι ένα από

τα υποτακτικά του ανθρώπου.

Κι όταν αναπαύεται εδώ ή εκεί,τρυγόνι ή περιστέρι,συχνά

ανταμώνει με το ταίρι του.

Κι έπειτα πάλι φτερουγίζει τριγύρω,δυνατό ευκίνητο.Του

σκιάζει το μέτωπο,του κρύβει το φως.

Περίτεχνα όπως οι Ευμενίδες.

3.

Κι είναι ακόμα για τον άνθρωπο βάρκα δεμένη

στο μουράγιο

Σαν τη βάρκα τεντώνει το σκοινί.

Ανήσυχο και πεισματάρικο,καθώς το πουλάρι,γνέφει

στηρίζοντας το σώμα πότε στο ένα πόδι,πότε στ' άλλο.



Κι όταν σηκώνεται το κύμα,μοιάζει ν' ανταποκρίνεται με το

σήμα "έτσι κι έτσι".

Φύλλο φοβερό,γόνιμο και σαρκώδες.

Ευαίσθητος θύσανος φοινικιάς,αρθρωτός κορμός του κοκκο-

φοίνικα.

Δείτε πώς τρέχει το δεξί χέρι πάνω σε τούτη τη σελίδα:

ιδού το μέρος του σώματος με τους πιο τέλειους αρμούς!

Ως τους βραχίονες

ο άνθρωπος κάτι θυμίζει από βόδι.

Από τον καρπό και κάτω,καθώς οι αρθρώσεις πληθαίνουν

-δύο καβούρια.

4.

Το χέρι είναι ένα από τα υποτακτικά του ανθρώπου: συχνά

το τελευταίο που σαλεύει.



Κάποτε πληγωμένο,σέρνει στο χαρτί σαν

πρόσθετο άκαμπτο μέλος

ένα στιλογράφο,που αφήνει εκεί τα ίχνη του.

Όταν εξαντληθεί μένει ακίνητο.

Και τότε μαζεύει τα σεντόνια ή τσαλακώνει το χαρτί,σαν

το πουλί που σπαρταρά και ξεψυχά στη σκόνη-στο

τέλος χαλαρώνει και παραδίνεται.



ΦΡΑΝΣΙΣ ΠΟΝΖ

μτφρ.Χριστόφορος Λιοντάκης

let's pretend-tindersticks







"είναι άνθρωποι που σε βοηθάνε να αυταπατάσαι,μόνο που το καταλαβαίνεις πάντα αργά...
...
...είναι επειδή αμφισβητώ ένα σωρό πράγματα πάντα.Τα πιστεύω και δεν τα πιστεύω.Το μισό μυαλό λέει ναι,το μισό όχι.Κι έπειτα δεν έχει μεγάλη σημασία αφού είναι μισό μισό.Επιβιώνω με μισό μυαλό από δω και μισό από κει.Πάντως θα πρέπει να υπάρχει κάτι,κάποιο καλούπι.Όχι καλούπι,κάποια αναστολή που να σταματάει τον άνθρωπο.Μια εξισορρόπηση που μας σώζει την τελευταία στιγμή.Διαφορετικά,δίχως αυτό,θα σκοτώναμε με τόση ευκολία.Ο μισός πληθυσμός θα ήταν πεθαμένος...
...γιατί υπήρχαν οι μεγάλες άσπρες και επίπεδες μέρες μου,που δεν ήξερα τι να τις κάνω...
...πάντα λες είμαι νέος,έχω καιρό.Αύριο,μεθαύριο,υπάρχει όλος ο χρόνος.Και τελικά κάπου φτάνεις και διαπιστώνεις ότι δεν υπάρχει πια χρόνος.Είναι αυτό που σε τρελαίνει.Κι ίσως γι'αυτό ζω έτσι,σαν σε όνειρο πάντα.Όχι όνειρο,τώρα είναι εφιάλτης.Μικρή είχα ένα κουτί,αυτά που έβαζες το μάτι σου και έβλεπες τις εικόνες να ζωντανεύουν...
...υπήρχε μόνο μια φωτεινή διάτρητη σκιά όπως στους ελαιώνες τα καλοκαίρια αλλά η Αίγλη δεν άκουγε.Βύθιζε τα πόδια της μέσα στα λιωμένα σταφύλια σ'ένα καταδικασμένο σημειωτόν,με τους χαλαρούς της άσπρους μηρούς να τρεμουλιάζουν και όλο έλεγε με μια απελπισία λίγο άσεμνη:πρέπει να μαυρίσω,πρέπει να μαυρίσω...
...έξι,αλλά δεν θέλω να πω τίποτα άλλο.Είμαι κουρασμένη,και όταν είμαι κουρασμένη το μυαλό μου αντιστέκεται και τα ελληνικά μου δε λειτουργούν.Επειδή δεν κοιμήθηκα τη νύχτα,επειδή,ένα σωρό επειδή,και είναι γελοίο,είναι κωμικό,όταν μπλοκάρομαι έτσι να πρέπει να καταφύγω σε ξένες εκφράσεις.Βέβαια αυτό εξηγείται.Η σκέψη σταματάει μια ορισμένη στιγμή,και αν μιλάς διάφορες γλώσσες όπως εγώ,είναι πιο εύκολο να τη βρεις σε μια άλλη.Αλλά καταλαβαίνεις πώς νιώθει κανένας.Σαν να βλέπεις τον εαυτό σου τρεις φορές στον ίδιο καθρέφτη.Όπως σ'εκείνο το ποίημα Wounded Break-fast".Δεν ξέρω αν εγώ,και ακριβώς γιατί η ζωή μου είναι όπως είναι,αλλά λέω πόσα πράγματα λάθος.Λάθος άνθρωποι,λάθος κόσμος,λάθος λέξεις-και όλα αυτά τα συνειδητοποίησα σε μια ηλικία λάθος επίσης.Δηλαδή μεγάλη.Θα προτιμούσα να ξέρω τριακόσιες λέξεις και να μου φτένουν και να μπορώ να ζήσω μ'αυτές.Να μη χρειάζομαι άλλες.Γιατί η γλώσσα τι είναι?Μια σκλαβιά είναι και δε σε λυτρώνει,ό,τι κι αν λένε,και τυραννιέσαι απλώς.Σαν τη θάλασσα που την έχουν κάνει σύμβολο.Χτυπιέται που είναι κλεισμένη στις κοίτες της,και δεν μπορεί να τις ξεπεράσει,γιατί αν τις ξεπεράσει θα πλημμυρίσει το κόσμο και θα χαθεί.Χτυπιέται και ύστερα αποκάνει κι εμείς νομίζουμε ότι αυτό είναι γαλήνη,ενώ είναι η πιο βαθιά απελπισία.Γιατί μόνο μέσα στο σχήμα που τις δίνουν οι κοίτες της μπορεί να υπάρχει,πράγμα που είναι επίσης σκλαβιά.Αλλά τώρα πρέπει να φύγω.Δε μ'ενδιαφέρει τίποτε,από το πρωί δε μ'ενδιαφέρει.Αισθάνομαι σαν να μ'έχουν αδειάσει από όλα,και σου είπα ότι δεν κάνω αφαίρεση,και σου είπα μηδέν εις το πηλίκον και λοιπά.Το θυμάμαι,και αισθάνομαι επίσης σα να έχω παγιδευτεί μέσα στη φλυαρία μου.Σα να με έχεις παγιδεύσει εσύ...
...τώρα θα πέσω σε μια μακριά σιωπή.Θα πάρω ένα ταβόρ και θα κοιμηθώ και δεν θα ξυπνάω-ως το πρωί.Άλλοτε ο παραμικρός θόρυβος με τίναζε απάνω.Τώρα δεν ακούω τίποτα.Με το ταβόρ βέβαια δεν ξεχνάς,απλώς πέφτεις σε έναν κάπως μονοκόμματο ύπνο.Σα να σου παραμερίζει προσωρινά τη μνήμη.Αλλά η μνήμη δεν παραμερίζεται.Η μνήμη είναι."

αποσπάσματα από το "μπλε βαθύ σχεδόν μαύρο" του Θανάση Βαλτινού
.

12 σημειώσεις για την Άνοιξη


*Όνειρα με θάλασσα και παράθυρα στο λιμάνι.Καταλαβαινόμαστε.

*Τα μεγάλα λόγια που στερούνται ανάλογου παρελθόντος.Τα συγχωρείς στα παιδιά,σε γοητεύουν στους μεγάλους,σε ανακατεύουν στους "μικρούς".

*Τα δεκαεφτάρια που έχουν όλη τη ζωή μπροστά τους,οπότε τους παίρνει να σκοτωθούν δυο τρεις φορές."Θέλεις να τα φτιάξουμε?"

*Οι αναλφάβητοι ραγιάδες που ψαχουλεύουν πολιτισμό στο διαδίκτυο.Εφαψίες στα τρόλεϊ της Νέας Εποχής.Πιστεύουν πως θα είναι οι ηγέτες της.Θα είναι η λάσπη της.

*Οι αρτιμελείς πιτσιρικάδες που δημιουργούν και υποστηρίζουν το αίσθημά τους μέσα από αυτοσχέδιες σελίδες στο διαδίκτυο.Δε λερώνουν τα χέρια,δε μυρίζουν βενζίνη.Τους γουστάρω.

*Οι πολιτευτές που διατυμπάνιζαν στις συγκεντρώσεις τους ότι έχουν δώσει το αίμα τους για τη δημοκρατία.Και ξέρουμε ότι το αίμα τους δεν το έχουν δώσει ούτε για εξετάσεις...

*Τα ξαναμμένα κορίτσια που ακονίζουν τα νύχια τους για αγόρια.Μάγισσες που ερωτεύονται φαντάσματα και φτιάχνουν σπιτικά.Τις νύχτες στα παιχνίδια τους,τους τρώνε το κορμί.Στο τέλος τους ψιθυρίζουν στο αυτί:"λίγες ακόμα οι μέρες σου μωρό μου".

*Τα t-shirt του ζεστού καλοκαιριού.Πολύχρωμα μακό με τρελαμένα σχήματα σαν χάρτες που σχηματίζονται επάνω σε λαχανιασμένες εφηβείες.

*Άνεργα παιδιά που φωνάζουν "δε θα περάσει" και ορκίζονται στη ζωή τους.

*Παιδιά που δε φωνάζουν τίποτα και δεν ορκίζονται πουθενά.

*Εσύ,στην πρώτη φωτογραφία της φετινής Άνοιξης...[...]


του Οδυσσέα Ιωάννου

ΓΙΑ ΜΙΑ ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ


Αχ,θεούλη μου,τι ωραία που θά'ταν να έγραφα ένα ποιηματάκι


Μπα!Να ένα που περνάει τώρα δα από μπροστά μου

Ψιτ ψιτ ψιτ

Έλα εδώ χρυσό μου να σε εμπλέξω

στο ίδιο περιδέραιο με τ'άλλα μου ποιήματα

Έλα εδώ να σε εμπήξω

στο οικοδόμημα των Απάντων μου

έλα εδώ να σε εμπαταδώσω

και να σε ενομοικαταλήξω

και να σε ερρυθμολογήσω

και να σε ελλυρικοποιήσω

και να σε εμπηγασεύσω

και να σε ενστιχώσω

και να σε εμπεζολογήσω


Να πάρει η ευχή

την κοπάνησε...


Ραιυμόν Κενώ

μτφρ.Αχιλλέας Κυριακίδης

Τάνια Τσανακλίδου-Παπάκι



έχω ένα παπάκι να μου κάνει πα
να μου κάνει πα πα πα
κι ένα κουνελάκι που όλο μου
κουνάει τ'αυτιά
και δε μου καίγεται καρφί
αν εσύ περνάς και δε μου ξαναμιλάς
ίσως να ξανάρθεις,όταν θά'χω πια χαθεί
κι ή θα μ'έχουν θάψει
ή θα έχω μαραθεί
κι ας μη σου καίγεται καρφί
κι ας συνήθισες κι εσύ

Νικόλας Άσιμος

αναδρομές...


"Μπορεί οι πανάκειες να αποτελούν πεδίον δόξης λαμπρό για κομπογιαννίτες όλων των ειδών, αλλά και η επιστήμη δεν πάει πίσω. Είναι δεκάδες οι ιστορίες χρήσεις φαρμάκων, χειρουργικών μεθόδων, θεραπειών ή επιστημονικοφανών μαγγανειών, που θα μπορούσαν να γεμίσουν βιβλίο.

Μία από τις γνωστότερες είναι η υπόθεση της Θαλιδομίδης, ενός φαρμάκου που διατέθηκε, στα τέλη της δεκαετίας του 1950, σε χιλιάδες εγκύους σε όλο τον κόσμο ως αντιεμετικό που θα ηρεμούσε τις πρωινές τους ναυτίες. Το φάρμακο οδήγησε σε τερατογενέσεις και συγκεκριμένα στη γέννηση περίπου δέκα χιλιάδων ανάπηρων παιδιών - τα περισσότερα χωρίς άκρα-, που έγιναν γνωστά ως "μωρά της θαλιδομίδης". Η χρήση της θαλιδομίδης απαγορεύτηκε τη δεκαετία του 1960. Η τραγωδία σήμανε την αλλαγή της σχετικής με τα φάρμακα νομοθεσίας σε ολόκληρο τον κόσμο.

Ο Τσέζαρε Λομπρόζο, που πέθανε το 1909 σε ηλικία 74 ετών, υπήρξε μία από τις σημαντικότερες φυσιογνωμίες της σύγχρονης εγκληματολογίας. Ανακατεύοντας κοινωνικό δαρβινισμό, ψυχιατρική κι ευγονική, ο Λομπρόζο κατέληξε να πιστεύει ότι το έγκλημα είναι "προνόμιο" της ανθρώπινης φύσης, η τάση προς το έγκλημα είναι γενετικό χαρακτηριστικό και ο δυνάμει εγκληματίας -απόγονος όμοιων του- είναι δυνατόν να αναγνωριστεί από συγκεκριμένα χαρακτηριστικά του προσώπου και του κρανίου του.
"Εγκληματικές φυσιογνωμίες" κατά Λομπρόζο ,με βάση αυτές τις θεωρίες, εκατοντάδες άνθρωποι σε δικαστήρια της Ευρώπης, της Ασίας και της Αμερικής, όπου είχαν γίνει δεκτές οι θεωρίες του Λομπρόζο, καταδικάστηκαν γιατί το σαγόνι τους ή το κρανίο τους είχαν το σχήμα που ο Ιταλός εγκληματολόγος υποδείκνυε ως χαρακτηριστικό του εγκληματία. Αυτό, όμως, ίσως να ήταν το λιγότερο, μπρος στην "επιστημονική" κάλυψη που προσέφερε -άθελά του- στο ναζισμό, αφού μιλούσε για "γεννημένους εγκληματίες" με συγκεκριμένα "φυλετικά χαρακτηριστικά" και κάποτε κατονόμαζε ολόκληρες φυλές, όπως τους Τσιγγάνους ως "κληρονομικά εγκληματικές, καθώς έχουν τα χαρακτηριστικά τόσο του αγρίου όσο και του εγκληματία", ή και ολόκληρες κατηγορίες ασθενών, αφού πίστευε ότι "όλοι οι εγκληματίες πάσχουν από κάποια μορφή επιληψίας".

Η ομοφυλοφιλία αποτελούσε νόσο για την βρετανική κοινωνία μέχρι τη δεκαετία του 1970. Κι όπως κάθε νόσος, έχριζε κι αυτή θεραπείας. Έτσι, εκατοντάδες νέοι άνδρες, ομοφυλόφιλοι, οδηγούνταν σε κλινικές, για να "θεραπευτούν".Μία από τις κλασικές μεθόδους "θεραπείας" ήταν η δημιουργία αποστροφής - με τον τρόπο που το έδειξε ο Στάνλεϋ Κιούμπρικ στο Κουρδιστό Πορτοκάλι. Στους "ασθενείς" δίνονταν φωτογραφίες γυμνών ανδρών, κι ύστερα τους γίνονταν ηλεκτροσόκ και παρέχονταν παραισθησιογόνα και ισχυρά εμετικά, ώστε να αηδιάσουν το, ως τότε, αντικείμενο του πόθου τους. Όταν συνέρχονταν ελαφρά, τους έδειχναν φωτογραφίες γυμνών γυναικών, για να τις συνδυάσουν με την "ανακούφιση".Οι μόνο που ξεπέρασαν σε εφευρετικότητα και φρίκη τους Βρετανούς, ήταν οι Γερμανοί. Στη Γερμανία του 1920, πριν την νίκη του ναζισμού, οι ομοφυλόφιλοι "θεραπεύονταν" με την εμφύτευση όρχεων, παρμένων από νεκρούς άνδρες. Οι επεμβάσεις και τα αποτελέσματά τους δημοσιεύονταν σε έγκριτα ιατρικά περιοδικά.

Μία άλλη "θεραπευτική" μέθοδος απίστευτης βαρβαρότητας, που χρησιμοποιήθηκε κατά κόρον τον 20 αιώνα, είναι η λοβοτομή, δηλαδή η χειρουργική καταστροφή του προσθίου λοβού του εγκεφάλου. Μεταξύ των θυμάτων της, ομοφυλόφιλοι, σχιζοφρενείς, καταθλιπτικοί, αγχωτικοί, εν τέλει άνθρωποι ανυπότακτοι ή με αντικοινωνική συμπεριφορά.Η τεχνική αυτή ξεκίνησε στην Ελβετία του 1890, και διαδόθηκε πολύ γρήγορα ως μέθοδος αλλαγής συμπεριφοράς. Μάλιστα, ο εφευρέτης της πρώτης "σωστής" ιατρικά επέμβασης λοβοτομής, ο πορτογάλος Αντόνιο Μόνιζ, έλαβε το βραβείο Νόμπελ 1949 για το επίτευγμά του. Η βάρβαρη αυτή μέθοδος "θεραπείας" και "κοινωνικοποίησης" εγκαταλείφθηκε τέλη της δεκαετίας του 1950."

κατόπιν προσκλήσεως του Nomad...


Ronald Hayman - Friedrich Nietzsche "η τραγική ζωή μιας μεγαλοφυϊας"


παραθέτω από τη γνωστή πια, 123 σελίδα του βιβλίου...


Μισούσε την αυταρέσκεια: σε κανέναν δεν θα έπρεπε να αρκείται σε κάτι λιγότερο από από την πλήρη πραγμάτωση των δυνατοτήτων του. Σε επιστολές προς το σπίτι του, όπου αναφέρεται στη φήμη του μεταξύ των φοιτητών, λέει ότι τον θεωρούσαν "αλλόκοτο", αν και τον σέβονταν ως αυθεντία στη μουσική. "Σε καμία περίπτωση δε με αντιπαθούν, μολονότι με θεωρούν κάπως σαρκαστή και είρωνα, πρέπει όμως να προσθέσω ότι δε θεωρώ τον εαυτό μου σαρκαστή, ότι είμαι συχνά δυστυχής και υπερβολικά κυκλοθυμικός και μου αρέσει να γίνομαι τύραννος, όχι μονο του εαυτού μου, αλλά και των άλλων".

πώς να φτιάχνετε ένα ντανταϊστικό ποίημα


Πάρτε μια εφημερίδα.

Πάρτε ένα ψαλίδι.

Διαλέξτε από την εφημερίδα ένα άρθρο στο μέγεθος του ποιήματος που θέλετε να κάνετε.

Κόψτε με το ψαλίδι το άρθρο.

Κατόπιν κόψτε προσεχτικά τις λέξεις που αποτελούν το άρθρο και βάλτε τις μέσα σε μια τσάντα.

Ταρακουνήστε μαλακά την τσάντα.

Κατόπιν αρχίστε να βγάζετε από την τσάντα τη μια λέξη μετά την άλλη.

Αντιγράψτε τις ευσυνείδητα

με τη σειρά που βγήκαν από την τσάντα.

Το ποίημα θα σας μοιάζει.

Και να που γίνατε ένας άπειρα πρωτότυπος συγγραφέας, με μια χαριτωμένη ευαισθησία, έστω κι αν δεν σας καταλαβαίνει το κοπάδι.


*Παράδειγμα:


"όταν τα σκυλιά διασχίζουν τον αέρα μέσα σ'ένα διαμάντι σαν ιδέες και το συμπλήρωμα του μηνιγγιού δείχνει την ώρα του προγράμματος του ξυπνητηριού"(ο τίτλος είναι δικός μου).

οι τιμές είναι χθες κατάλληλες κατόπιν πίνακας/εκτιμούμε την εποχή του ονείρου των ματιών/πομπωδώς να απαγγέλλει τα ευαγγέλια είδος που πέφτει σε αφάνεια/ομάδα της αποθέωσης φανταστείτε είπε το μοιραίο εξουσία των χρωμάτων/γλυπτό φτερουγίζει την πραγματικότητα μια μαγεία/θεατής όλες οι προσπάθειες του όχι πια άλλο 10 με 12/κατά τη διάρκεια της περιπλάνησης ανεμοθύελλα κατέρχεται η πίεση/καταστώντας τους πολλούς μια γραμμή σάρκας πάνω σε μια τερατώδη συντριπτική σκηνή/να γιορτάσει αλλά οι 160 οπαδοί μέσα σε βήματα που τυποποιήθηκαν από τη μαργαρίνη..."


ΤΡΙΣΤΑΝ ΤΖΑΡΑ

ΚΩΣΤΗΣ ΓΚΙΜΟΣΟΥΛΗΣ


Πέρσι δε χιόνισε.Φέτος όμως χιόνισε.Έσφαξα ένα χιονάνθρωπο.Όλη νύχτα το χιόνι ψήλωνε στις στέγες.Αμέσως έτρεξαν να μαζέψουν το χιόνι,να μαζέψουν τον ουρανό σε κουβάδες.

Τόση απρόσμενη χαρά μου φέρνει ναυτία...

Πραγματική ιστορία στο Εθνικό Μετσόβειο Πολυτεχνείο


Η ακόλουθη είναι μια πραγματική ερώτηση που δόθηκε πριν xρόνια στο Μετσόβειο Πολυτεχνείο στο τμήμα χημικών μηχανικών. Η απάντηση ήταν τόσο εμβριθής ώστε ο καθηγητής την τοιχοκόλλησε στον πίνακα ανακοινώσεων και έκτοτε έχει γίνει θρύλος Ερώτηση: Η κόλαση είναι εξώθερμος (αποδίδει θερμότητα)ή ενδόθερμος; (απορροφά> >θερμότητα); Οιπερισσότεροι φοιτητές τεκμηρίωσαν τις απαντήσεις τους χρησιμοποιώντας τον νόμο του Boyle, (τα αέρια ψύχονται όταν εκτονώνονται και θερμαίνονται όταν συμπιέζονται) ή κάποιο παραπλήσιο φυσικό νόμο.Ένας όμως φοιτητής, έδωσε την ακόλουθη απάντηση: Αρχικά, πρέπει να ξέρουμε πώς μεταβάλλεται η μάζα της κόλασης, συναρτήσει του χρόνου. 'Aρα, πρέπει να γνωρίζουμε τον ρυθμό μετακίνησης των ψυχών πρός την κόλαση καθώς και τονρυθμό αποχώρησης από αυτήν.Πιστεύω πως ασφαλώς μπορούμε να υποθέσουμε ότι άπαξ και μία ψυχή εισαχθεί στην κόλαση, δεν θα αποχωρήσει ποτέ.Έτσι λοιπόν, καμία ψυχή δεν φεύγει. Όσο για τον αριθμό των ψυχών που εισέρχονται στην κόλαση, ας εξετάσουμε τις διάφορες θρησκείες που υπάρχουν στον κόσμο σήμερα. Μερικές από αυτές τις θρησκείες, διακηρύσσουν ότι όσοι δεν είναι μέλη τους, τους περιμένει η κόλαση. Εφ' όσον υπάρχουν περισσότερες από μία τέτοιες θρησκείες και οι άνθρωποι δεν ανήκουν σε περισσότερες από μία θρησκείες, προκύπτει ότι όλες οι ψυχές, πηγαίνουν στην κόλαση. Λαμβάνοντας τους ρυθμούς γεννήσεων και θανάτων ως έχουν, μπορούμε να αναμένουμε ότι ο αριθμός των ψυχών στην κόλαση αυξάνεται με εκθετική μορφή. Τώρα, παρατηρούμε τον ρυθμό μεταβολής του όγκου στην Κόλαση διότι ο νόμος του Boyle ορίζει ότι προκειμένου η θερμοκρασία και η πίεση στην κόλαση να παραμείνουνσταθερές, ο όγκος οφείλει να αυξάνεται καθώς προστίθενται ψυχές. Αυτόμας δίνει δύο πιθανότητες: 1. Αν η κόλαση διογκούται με ρυθμό μικρότερο από τον ρυθμό εισαγωγής των ψυχών σε αυτήν, τότε η θερμοκρασία και η πίεση στην κόλαση θα αυξάνεται έως ότου αυτή εκραγεί. 2. Βεβαίως, αν η κόλαση διογκούται με ρυθμό γρηγορότερο από τον ρυθμό εισόδου των ψυχών σε αυτήν, τότε η θερμοκρασία και η πίεση θα μειώνονται έως ότου η κόλαση παγώσει. Τι από τα δύο ισχύει λοιπόν:Αν αποδεχθούμε αυτό που είπε κάποια πρώην μου προς εμένα, κατά την διάρκεια του πρώτου έτους,ότι "...θα κοιμηθώ μαζί σου όταν παγώσει η κόλαση..." και συνυπολογίσω το γεγονός ότι συνεχίζω να μην έχω πετύχει να έχω σεξουαλικές σχέσεις μαζί της, τότε η 2η πιθανότητα δεν μπορεί να ισχύει και έτσι, είμαι σίγουρος ότι η κόλαση είναι εξώθερμη και δεν θα παγώσει." Ο φοιτητής έλαβε το μοναδικό 10 !!

δεύτερη φωνή


Τώρα είναι ένας κόσμος από χιόνι.Δεν είμαι στο σπίτι.Πόσο άσπρα είναι αυτά τα σεντόνια.Τα πρόσωπα χωρίς χαρακτηριστικά.Είναι γυμνά και αφόρητα,σαν τα πρόσωπα των παιδιών μου.Αυτά τα μικρά αρρωστιάρικα που γλιστρούν από την αγκαλιά μου.Τα άλλα παιδιά δεν με συγκινούν,είναι φρικτά.Είναι τόσο πολύχρωμα,τόσο ζωντανά.Δεν είναι ήσυχα,ήσυχα σαν τις μικρές ανυπαρξίες που εγκυμονώ.

Είχα τις ευκαιρίες μου.Προσπάθησα ξανά και ξανά.Έγραψα μέσα τη ζωή μου σαν να ήταν ένα σπάνιο όργανο,και περπατούσα πολύ προσεκτικά,με προφύλαξη,σαν να ήμουν κάτι σπάνιο.Προσπάθησα να μη σκέφτομαι πολύ.Προσπάθησα να είμαι φυσική.Προσπάθησα να είμαι τυφλή από έρωτα,σαν τις άλλες γυναίκες,τυφλή στο κρεβάτι,με τον τυφλό αγαπημένο μου,να μην ψάχνω μέσα στο πυκνό σκοτάδι για το πρόσωπο ενός άλλου.Δεν κοίταζα.Αλλά και πάλι το πρόσωπο ήταν εκεί.Το πρόσωπο του αγέννητου που αγαπούσε την τελειότητά του,το πρόσωπο του νεκρού παιδιού που δεν μπορούσε παρά να είναι τέλειο.Μέσα στη γλυκιά γαλήνη του δεν μπορούσε παρά να μείνει ιερό.Κι ύστερα υπήρχαν κι άλλα πρόσωπα.Τα πρόσωπα εθνών,κυβερνήσεων,κοινοβουλίων,κοινωνιών.Τα απρόσωπα πρόσωπα των σημαντικών ανδρών.

Από αυτούς τους άνδρες φυλάγομαι:

Τρέφουν τόση ζήλια για οτιδήποτε δεν είναι επίπεδο.Είναι φθονεροί θεοί που θα έκαναν επίπεδο ολόκληρο τον κόσμο για να τους μοιάσει.

Φαντάζομαι τον Πατέρα να κουβεντιάζει με τον Υιό.Τέτοια επιπεδοσύνη δεν μπορεί παρά να είναι ιερή.

"Ας φτιάξουμε έναν παράδεισο",λένε.

"Ας ισοπεδώσουμε και ας εξαλείψουμε κάθε αισχρή καμπύλη από αυτές τις ψυχές".


Σύλβια Πλαθ απόδοση:Κατερίνα και Ελένη Ηλιοπούλου.

ΔΑΧΤΥΛΙΔΑΚΙΑ ΓΑΛΑΝΑ...


"Ήταν η εποχή που μαθαίναμε τα ποιήματα από στήθους.Και το κάπνισμα.Πήγαινα απογευματάκι στη Ράχη του Νόπλου, για να μη με βλέπουν οι δικοί μου,ο πατέρας κυρίως,κάπνιζα και φώναζα ποιήματα στον αέρα.Γύρω βουνά.Μπροστά μου η Ταβέρα όλο πουρνάρια,δεξιά η Σταρόδα γυμνή κι ανάμεσά τους ο Κόζιακας,απόκρημνη χαράδρα,που στο βάθος της κυλούσε η Λαχοβίστα.Πίσω μου η Μουργκάνα, άλλοτε με χιόνια στην κορυφή κι άλλοτε με το πράσινο χνούδι του τσαγιού,αυτό που πουλούσαν στην Αθήνα σε ματσάκια και το λέγανε "τσάι του βουνού".

Έτσι ήμουν κι εγώ τότε,ένα μάτσο νεύρα,δεμένα με αόρατους σπάγγους,ένας "άνθρωπος του βουνού" στην πρωτεύουσα.Μιλάω για το 1962,μόλις είχαμε έρθει στην Αθήνα για σπουδές,εκ Φιλιατών Θεσπρωτίας ορμώμενοι,και αρχίζαμε μια επίζηλη καριέρα καπνιστή με εντυπωσιακές επιδόσεις.

Ο Θεόφιλος κάπνιζε SANTE.Η "θεά" του ωραίου κόκκινου πακέτου ήταν η μόνη γυναικεία παρουσία στη συντροφιά μας.Πολλά χρόνια μετά,είδα το ίδιο πακέτο στα λεπτά χέρια της Ζυράννας.Της ζήτησα ένα τσιγάρο και το κάπνισα μέχρι που κάηκαν τα δάχτυλά μου.Ιn memoriam.

Ο Γεράσιμος κάπνιζε "Άρωμα",είχαν κιτρινίσει κιόλας τα δάχτυλά του,τον ζήλευα όσο νά'ναι που έδειχνε θεριακλής στα 19 του.Μέναμε στο Μοναστηράκι.Ερμού 73.Μοιραζόμαστε ένα δυάρι-γραφείο,όχι διαμέρισμα-με κάποιον χρεωκοπημένο έμπορο.Ακούγαμε από την ξύλινη πόρτα που μας χώριζε απεγνωσμένα τηλεφωνήματα και τον πρωινό του τσιγαρόβηχα.Τι να κάπνιζε? Στον ίδιο όροφο,εκτός από την κοινόχρηστη τουαλέτα,υπήρχαν ένα ραφείο κι ένα μικρό ξυλουργείο.Η μυρωδιά του ξύλου γλυκιά,αλλά μας τρέλαινε το σκούξιμο της κορδέλας.Ο ξυλουργός Αιμίλιο τον λέγανε,Πειραιώτης,μας θαύμαζε."Α,ρε ηπειρωτάκια", μας έλεγε,"μπράβο σας".Δεν έμαθε ποτέ ότι αφήσαμε τις σπουδές μας σύξυλες κάπου στη μέση.

Εγώ καπνίζω "Άσσο" σκέτο από τότε.36 χρόνια καπνιστής και δε λέω να βγω στη σύνταξη.

Ο Γιώργος κάπνιζε "Special Hellas". O άλλος Γιώργος καπνίζει "Άρωμα",ανακατεύοντας συνεχώς τα πλόυσια μαλλιά του καθώς μιλάει.Είναι φορές που ο καπνός του τσιγάρου μοιάζει να βγαίνει από κει μέσα.Τώρα που το σκέφτομαι,μερικοί από τους καλύτερους φίλους μου καπνίζουν άφιλτρα.Είμαστε ποτισμένοι νικοτίνη,ασφαλτοστρωμένοι,μανιώδεις καπνιστές,που λέγανε παλιότερα.

Ο παππούς μου ξύπναγε τη νύχτα για να κάνει τσιγάρο,τό'κοψε στα 80,πέθανε στα 91,από γεράματα.Κοιτάζω το πακέτο μου και διαβάζω: Νικοτίνη 1.ο mg, Πίσσα 15mg, ενώ το υπουργείο Υγείας προειδοποιεί: Το κάπνισμα βλάπτει σοβαρά την υγεία.

Ανάβω τσιγάρο και σκέφτομαι: Αν έβλεπα αυτή την προειδοποίηση σ'ένα κουτί μπισκότων, θα συνέχιζα να τρώω?Γιατί συνεχίζω να καπνίζω?Δεν έχω απάντηση.Έχω τα τσιγάρα μου,τον καφέ και το λευκό χαρτί μπροστά μου.Έχω ψίχουλα καπνού στα χείλη,κάτι που δεν υποφέρουν όσοι καπνίζουν αυτά με τα φίλτρα.Τα μασάω και γεύομαι την πικρή τους στιφάδα.Πίνω μια γουλιά καφέ και τραβάω βαθειά ρουφηξιά.Ο καπνός χαϊδεύει το αναπνευστικό μου,η ανάσα-περιέργως-πλαταίνει.Εκπνέω.Ένα μικρό άσπρο σύννεφο ανεβαίνει προς το ταβάνι και μπερδεύεται με το γαλάζιο νήμα καπνού που βγαίνει από την κάφτρα.Αναθρώσκω ολόκληρος.Κάιν και Άβελ μαζί,φονιάς και θύμα και ικέτης.Αποδημώ στον παράδεισο των μη καπνιζόντων.

Πίσω από καθετί που έχω γράψει υπάρχει πολύς καπνός.Πίσω από καθετί που έχω διαβάσει,που έχω ζήσει,υπάρχουν πολλά σπίρτα,πολλοί αναπτήρες που τους ανάβω,όπως οι νέοι στις συναυλίες,μικρές φλόγες που τρέμουν στον αέρα όσο κρατάει το αγαπημένο τραγούδι.Υπάρχουν πολλά φωτισμένα περίπτερα μέσα στη νύχτα που πουλάνε μόνο τσιγάρα.Γιατί όλα θέλουν τσιγάρο.Ο καφές θέλει δυο-τρία,το ποτό θέλει πακέτο,η μοναξιά θέλει κούτες,η παρέα κι αν θέλει...Στην κουβέντα,στο γλέντι,στον έρωτα,στη χαρά και στη λύπη,στο βουνό,στη θάλασσα,στον αέρα-μόλις σβήσει η φωτεινή επιγραφή-,στο σπίτι,στη δουλειά,στο γράψιμο,στο διάβασμα,μέρα και νύχτα,παντού και πάντα,άνθρωποι που αφήνουν τουλίπες καπνού στον αέρα.

Ο ι καπνιστές.Μια φυλή υπό διωγμόν,που στέλνει απεγνωσμένα μηνύματα,όπως οι Ινδιάνοι,ή ήρεμες προσευχές σ'ένα Θεό που πρέπει να καπνίζει πούρο ή πίπα..."


απόσπασμα,Μιχάλης Γκανάς

ΠΕΡΙ ΕΥΘΑΝΑΣΙΑΣ






"Η Ολλανδία είναι η πρώτη χώρα που νομιμοποίησε την ευθανασία. Η Κάτω Βουλή, ενέκρινε με 104 ψήφους υπέρ και 40 κατά ένα νομοσχέδιο που επιτρέπει στους γιατρούς να βοηθούν τους ασθενείς τους να πεθάνουν.Η πρωτοπόρος νομοθετικά Ολλανδία θεώρησε ότι ο θάνατος είναι ένα δικαίωμα των ασθενών που υποφέρουν από "σωματικά ή ψυχολογικά αφόρητη ασθένεια" και νομιμοποίησε μια πρακτική που εφαρμοζόταν στη χώρα από τη δεκαετία του '70 με την ανοχή των αρχών. "Ο ασθενής δηλώνει στον οικογενειακό γιατρό ότι επιθυμεί να κάνει ευθανασία", λέει στο "Βήμα", εκπρόσωπος του Ολλανδικού υπουργείου Υγείας. "Ο οικογενειακός γιατρός είναι υποχρεωμένος να συζητήσει την περίπτωση με έναν από τους γιατρούς που έχουν ειδικευτεί στην ευθανασία". Στην Ολλανδία, εξηγεί, εφαρμόζονται προγράμματα για την εκπαίδευση των γιατρών στις μεθόδους ευθανασίας. "Αν το αίτημα του ασθενούς για ευθανασία δεν γίνει δεκτό από τους δύο γιατρούς, ο ασθενής δεν έχει το δικαίωμα να απευθυνθεί σε άλλο γιατρό. Αν γίνει δεκτό, ο γιατρός είναι υποχρεωμένος να ειδοποιήσει μια τριμελή επιτροπή, που αποτελείται από έναν δικαστή, έναν γιατρό κι έναν ειδικό σε ηθικά ζητήματα. Η εποτροπή εξετάζει a posteriori την περίπτωση και, αν δεν πληροί τις προϋποθέσεις που θέτει ο νόμος, ο γιατρός παραπέμπεται στη δικαιοσύνη". Τί γίνεται όμως αν ο γιατρός του ασθενούς είναι αντίθετος προς την ευθανασία για ηθικούς ή θρησκευτικούς λόγους? Ο ένας στους 10 Ολλανδούς γιατρούς δεν συμφωνεί με τη λεγόμενη "θανάτωση από οίκτο". "Τότε ο ασθενής πρέπει να απευθυνθεί σε άλλο γιατρό", λέει το υπουργείο Υγείας. Εκεί όμως υπάρχει ένα πρόβλημα. "Πολλοί από τους ασθενείς που επιθυμούν να καταφύγουν στην ευθανασία είναι βαριά άρρωστοι και ανίκανοι να μετακινηθούν, γι' αυτό είναι δύσκολο να απευθυνθούν σε άλλο γιατρό", λέει στο "Βήμα", η Αν Λάβεν από το ολλανδικό Ίδρυμα για τα Μελλοντικά Σενάρια Υγείας. Από τα πιο πρωτοπόρα στοιχεία του νομοσχεδίου είναι το δικαίωμα των υγιών ανθρώπων να υπογράψουν ένα έγγραφο στο οποίο να δηλώνουν ότι επιθυμούν να τους γίνει ευθανασία αν στο μέλλον αδυνατούν να εκφραστούν(λ.χ. λόγω κώματος ή άνοιας) καθώς και η εφαρμογή της ευθανασίας σε παιδιά με τη συγκατάθεση των γονιών τους(λ.χ. σε μωρά που γεννιούνται με ανίατη ασθένεια). Η Ολλανδία όμως δεν επιτρέπει την ευθανασία σε ξένους. Ένας ασθενής, δηλαδή, από την Ελλάδα δεν μπορεί ν' απευθυνθεί σε Ολλανδό γιατρό για να βάλει τέρμα στη ζωή του.


Η νομοθεσία για την ευθανασία γίνεται πιο ελαστική σε ορισμένες χώρες. Στο Βέλγιο, στην Ελβετία και στην Κολομβία η πρακτική εφαρμόζεται με την ανοχή των αρχών, στην Ισπανία η ανώτατη ποινή φυλάκισης για τους γιατρούς που βοοηθούν έναν ασθενή να πεθάνει μειώθηκε από 20 σε τρία χρόνια και η Πολιτεία του Όρεγκον στις ΗΠΑ εππιτρέπει στους γιατρούς να χορηγούν φάρμακα για την ευθανασία."

Η ΜΑΡΙΟΝΕΤΑ


Αν ξέχναγε ο θεός για μια στιγμή ότι είμαι μαριονέτα πάνινη και μου'δινε ένα κομμάτι ζωής,

μάλλον δε θά'λεγα ό,τι σκεφτόμουν αλλά θα σκεφτόμουν ό,τι θά' λεγα...

θά' δινα αξία στα πράγματα, όχι γι' αυτό που κοστίζουν, αλλά γι' αυτό που σημαίνουν...

θα κοιμόμουν λίγο, θα ονειρευόμουν περισσότερο, καταλαβαίνω ότι κάθε φορά που κλείνουμε τα μάτια, χάνουμε εβδομήντα δευτερόλεπτα φωτός...

θα περπατούσα όταν οι άλλοι θα είναι σταματημένοι

θα ξύπναγα όταν οι άλλοι θα κοιμούνται...

θα άκουγα όταν οι άλλοι μιλάνε και πώς θ' απολάμβανα ένα καλό παγωτό σοκολάτας...

αν ο Θεός μου δώριζε ένα κομμάτι ζωής, θα ντυνόμουν απλά, θά'πεφτα με τα μούτρα στον ήλιο, αφήνοντας ξεσκέπαστο όχι μόνο το σώμα μου αλλά και την ψυχή μου...

Θεέ μου, αν είχα μια καρδιά, θα έγραφα το μίσος μου πάνω στον πάγο και θα περίμενα τον ήλιο να βγει...

Θα ζωγράφιζα στ' αστέρια με ένα όνειρο του Van Gogh, ένα ποίημα του Benedeti, κι ένα τραγούδι του Serrat θα ήταν η καντάδα που θα έκανα στη Σελήνη...

θα πότιζα με τα δάκρυά μου τα τριαντάφυλλα για να νιώσω τον πόνο απ' τα αγκάθια τους και το κατακόκκινο φιλί των πετάλων τους...

Θεέ μου, αν είχα ένα κομμάτι ζωής...δε θ' άφηνα να περάσει καμιά μέρα χωρίς να πω σ'αυτούς που αγαπώ, ότι τους αγαπώ...

θα έπειθα κάθε γυναίκα ή άντρα ότι είναι οι αγαπημένοι μου και θα ζούσα ερωτευμένος με την αγάπη...

στους ανθρώπους θ' αποδείκνυα πόσο λάθος κάνουν όταν σκέφτονται ότι σταματούν να ερωτεύονται όταν γερνούν, χωρίς να ξέρουν ότι γερνούν όταν σταματούν να ερωτεύονται...

σ' ένα παιδί θα έδινα φτερά, αλλά θα το άφηνα να μάθει μόνο του να πετά...

στους γέρους θα μάθαινα ότι ο θάνατος δεν έρχεται με τα γηρατειά αλλά με τη λησμονιά...

τόσα πράγματα έμαθα από εσάς τους ανθρώπους...

έμαθα ότι όλος ο κόσμος θέλει να ζει στην κορυφή, χωρίς να γνωρίζει ότι η πραγματική ευτυχία βρίσκεται στον τρόπο που ανεβαίνει την ανηφόρα...

έμαθα ότι όταν ένα νεογέννητο σφίγγει με τη γροθιά του το δάχτυλο του πατέρα του, τον κρατά αιχμάλωτο για πάντα...

έμαθα ότι ένας άνθρωπος έχει το δικαίωμα να κοιτάξει τον άλλο από ψηλά μόνο όταν πρέπει να τον βοηθήσει να σηκωθεί...

είναι τόσα πράγματα που μπόρεσα να μάθω από εσάς, αλλά τελικά δε θα μου χρησιμεύσουν και πολύ όταν θα με κλείσουν σ' αυτή τη βαλίτσα...

δυστυχώς θα πεθάνω...


Gabriel Garsia Marquez

o Gabriel Garsia Marquez, είναι σημαντικός σύγχρονος πεζογράφος από την Κολομβία. Γεννήθηκε το 1927. Το 1982 τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας.Σπουδαία έργα του: ο έρωτας στα χρόνια της χολέρας, το φθινόπωρο του Πατριάρχη, 100 χρόνια μοναξιάς.

ΤΑ ΕΝΔΥΜΑΤΑ


τα ενδύματα έμεναν πάντοτε στου φονέως τον κήπο,

ξεσκισμένα από τέλειο φάσγανο,σαν προικιά βουτηγμένα στα έλη,

σαν να τά'σπειρε κάποιος αλόγιστα στο φευγιό του απάνω.

πελερίνες, μετάξια και δίμιτα, με την αίγλη που έπρεπε τότε,

χλιαρές αλλαξιές που ποτίστηκαν μυρωδιές και θορύβους,

ζιπουνάκια λευκά και στηθόπανα μ' αραιές μαχαιριές και φεστόνια,

και τα εύθραυστα εκείνα ενδύματα που τα λέγαν το πάλαι ποτέ καμιζόλες.


ονειρώδεις οι θάνατοι, και ο δράστης αθώος

μ' ένα τραύμα τυφλό, σαν παράθυρο που

πατιόταν μονάχα τις νύχτες...


ΤΖΕΝΗ ΜΑΣΤΟΡΑΚΗ ΑΠΌ ΤΟ "ΙΣΤΟΡΙΕΣ ΓΙΑ ΒΑΘΙΑ"

GOODBYE BLUE SKY


"Look mummy, there's an aeroplane up in the sky"


Did you see the frightened ones?


Did you hear the falling bombs?


Did you ever wonder why we had to run for shelter when the promise of a brave new world unfurled beneath a clear blue sky?


Did you see the frightened ones?


Did you hear the falling bombs?


The flames are all gone, but the pain lingers on.


Goodbye, blue sky Goodbye, blue sky. Goodbye. Goodbye. Goodbye.

GOODBYE BLUE SKY

τσιγάρα...


αν πρέπει ν'ακούσω τις φιλοσοφίες σου,

δως μου τουλάχιστον άλλο ένα τσιγάρο...

Τζέημς Τζόυς


...όσος μου φτάνει σα δέντρο για να στέκω

και καπνιστής με τον καπνό να πλέκω

δαχτυλιδάκια γαλανά...


λίγο πριν κοιμηθώ αργά το βράδυ

ανοίγει κάποια πόρτα στο σκοτάδι

κι ακούω μές στο στήθος μου γατάκια

που κλαίνε σε αυλές και σε σοκάκια


μέχρι να βρούνε στο μαστό του ύπνου

το ρόφημα του βλαβερού τους δείπνου

θηλάζοντας την πίσσα της ημέρας

στη ρώγα μιας αόρατης μητέρας


βυθίζομαι μαζί τους λίγο λίγο

στης νύχτας την τυφλή διακαιοσύνη

και σ'έναν εφιάλτη καταλήγω


ιαγουάροι, μαύροι έχουνε γίνει

κι αλαφιασμένος τρέχω να ξεφύγω

σε στέππες που αχνίζουν νικοτίνη...


Μιχάλης Γκανάς

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΣΚΟΥΛΗΚΙΟΥ


" Άκου Κύριε,τον καλό σου φίλο

που αγαπά τους καρπούς και τους τάφους.

Εσύ είσαι ό,τι με συνδέει μ'έναν καρπό και μ'έναν τάφο.

Και τον καρπό ασχημίζω και τον τάφο.

Αλλ'όμως είναι θέλημά σου

γέννημα στην απέραντη καρδιά σου...

Δεν έχω ερωτήματα

και ταξιδεύω με κίνηση αργή προς τον Πατέρα.

Μάταιος ο κόσμος αλλά πέρασμα.

Και μάταια τα μάτια της σαρκός μου

γλυκά που αγγίζονται με λουλούδια.

"Δεν έχεις ερωτήματα?"-μου λέει το φθαρτό.

Σελήνη φευγαλέα εσύ τάχα ρωτάς αυτή τη νύχτα?

Ή με ρωτούν τα νέφη που σε ακολουθούν?

Χαίρομαι την ευφορία του αργύρου σου

και τη διαπερνώ με πίστη.

Αυτή είναι η αξία εμάς των σκουληκιών

που δεν έχουμε παρά μονάχα ένα δρόμο...

Το χώμα είναι η μοίρα μου αντίκρυ των άστρων.

Αγάπη όνειρο θαλασσί τύλιξέ με.

Ποια ευφροσύνη δεν σου παραστέκει?

Αγάπη,πράξη και ουσία του θεού μου

σερνάμενο κι αν είμαι πλέω στη χαρά."


Νίκος Καρούζος

BLOG: L' ETAT C' EST MOI!



Θα ξεκινούσα διαφορετικά…Τελικά, μετά από σκέψη, προτίμησα ένα κείμενο του Κώστα Τριπολίτη που έχει γραφτεί αρκετά χρονάκια πριν…Η ένταση και η ευστοχία του όμως είναι σαν αποψινά…με την έξαψη που έγραψα κι εγώ όσα θα διαβάσετε παρακάτω…
«τι να σου γράψω τώρα που το ξέρεις πως διακόσιες και χίλιες λέξεις τίποτα δε λένε, που να μπορεί να ειπωθεί με λόγια, πως η γραφή σπινθήρες χωρίς προσάναμα μένει κι οι φρυκτωρίες μια προσδοκία μας θα’ναι πάντα, αυταπάτη πως τάχα επικοινωνώντας και να τα νέα τα καλά, λύθηκε η πολιορκία, καλή η έκβαση της μάχης, επιστρέφουν τα καράβια προς δόξαν της ματαιοφροσύνης των πιστών. Πώς να σου γράψω χαμένος μέσα στην οφσέτ ποικιλοχρωμία, στις λεζάντες που κραυγάζουν, στα σλάιντς που ανεμίζουν τις ακατασίγαστες εκρήξεις τους, αφού κι αυτό το ξέρεις, αυτόνομα κι αυθύπαρκτα στέκουν τα κείμενα συνεχίζοντας τον απαρασάλευτο βίο τους εσαεί κι εμείς είμαστε μόνο το άλλοθί τους…»
Είναι η εποχή των μεγάλων προβληματισμών μάλλον, για όσα διαδραματίζονται στο χώρο των blogs, όπως αντιλήφθηκα και πριν από κάποιες μέρες στο blog του φίλου, the law of 4l. Eίναι κάτι παραπάνω από προφανές-το δήλωσα άλλωστε απερίφραστα και στο σχόλιό μου στο μπλογκ του, κι εμένα με προβλημάτιζε αυτή η «μυστήρια τροχιά», όπως κι έχω αναρτήσει στο δικό μου μπλογκ, και στο παρελθόν παρεμφερείς ανησυχίες…- ότι συμφωνώ, όπως και το ότι θα ήθελα να γράψω και κάποια πράγματα παραπάνω, πράγμα στο οποίο προβαίνω τώρα πάραυτα…
Δηλαδή κάτι σαν φυσική προέκταση προβληματισμών που έχω διασταυρώσει και διαπιστώσει και μέσα από άλλες σκέψεις φίλων και συζητητών…
Alea jacta est?
Από τη στιγμή που αποφάσισα να ασχοληθώ ενεργά-και όχι σαν παθητικός παρατηρητής- με το διαδίκτυο, κι αυτό ήταν μια συνειδητή επιλογή, έπρεπε να οπλιστώ με ψυχραιμία και αυτοέλεγχο…αυτό ήταν κάτι που γνώριζα da capo…
Αναγκάζομαι να πάρω τα πράγματα ξανά από την αρχή, αφορμής δοθείσης μέσω κάποιων συζητήσεων που αντάλλαξα μέσα στον πλανήτη blog…δυστυχώς όχι και τόσο ευχάριστων και ενθαρρυντικών αναφορικά με την «ποιότητα» και το «ήθος» ορισμένων bloggers…
Άλλωστε μπορεί-και δικαίως-να εκτιμηθεί ότι οι τριάντα μέρες που ασχολούμαι μ’αυτό, είναι ανεπαρκές δείγμα για να προβώ σε απόλυτες κρίσεις και συμπεράσματα, γι’αυτό δεν θα το πράξω, όχι γιατί φοβάμαι την κριτική, αλλά γιατί πιστεύω και η ίδια ότι η απόσταση του χρόνου μας διασφαλίζει ως προς την εξαγωγή κάποιων συμπερασμάτων καθώς βλέπουμε τα πράγματα από μακριά, με οξύτερη κρίση, μεγαλύτερη διαύγεια και νηφαλιότητα…απαλλαγμένοι από τις φορτίσεις της στιγμής κατά τις οποίες εκείνα θα προκύψουν ή θα ανακύψουν ως desiderata…
Παρ’όλα αυτά και αφορμώμενη όπως προείπα, από τον φίλο blogger, καθώς και το γεγονός ότι εκείνος κρατά ενεργά εντυπωσιακό ένα μπλογκ, για περισσότερες από 540 ημέρες και νύχτες, όπως και η δική του εμπειρία που κατέληγε σε περίπου ίδιες σκέψεις με τις δικές μου, εμμέσως με παρότρυναν ώστε να γράφω γι’αυτό σήμερα…
Μπορεί να μην έχω και τόσο άδικο τελικά κι αυτό το λέω γιατί ο φόβος μου είναι μην αδικήσω κανέναν μας…
Προσωπικά, βλέπω τα blogs ως κήπους στους οποίους ανθίζουν και καρπίζουν πολλά και διαφορετικά πολύχρωμα πράγματα…και όχι σαν ντιβάνια ψυχαναλυτών, έτοιμα να δεχτούν και να κρίνουν στραβά κι ανάποδα, αδιέξοδα στείρα, ματαιότητες, κακές επιλογές της προσωπικής μας ζωής, στιγμές απόρρητες της ιδιωτικότητάς μας, χωρίς βέβαια ν’ αποκλείω ότι όλο και κάποιου τέτοιου τύπου «ανασφάλειες» θα ελλοχεύουν όπως συμβαίνει συνήθως σε όλους τους ανθρώπους…, μπροστά στα άσχημα και στα δύσκολα και στα επώδυνα που μας διατρέχουν και μας διασχίζουν νυχθημερόν…
Ασφαλώς τόσο η γραφή όσο και η δημοσιοποίησή της είναι εκτόνωση εφόσον λαμβάνει χώρα υπό την ασφαλή –κάποιες φορές και ετοιμόρροπη-σκέπη της απανταχού «ανωνυμίας»…μας…
Δεν θα ήθελα με τίποτα ούτε είναι στις προθέσεις μου να παραλληλίσω έναν τόσο ζωτικό χώρο-κατά την αποψή μου-, με χώρο υποκαταστάτων…
Θα μου πείτε, ίσως, πως για όλα υπάρχουν «αντίδοτα» κι εγώ έχω μια αδυναμία στα αντίδοτα παντός τύπου…
Όμως, αν τα blogs, δημιουργήθηκαν, και υποκινήθηκαν εσωτερικοί μηχανισμοί, μόνο και μόνο για να μας χώσουν πιο βαθιά, σε μια πιο «βαριά βιομηχανία», επίπλαστης ζωής, ρουτίνας κι αδιεξόδων και βασάνων και αχαλίνωτης και ρηχής ρητορικής τέχνης διαφόρων μικρόκοσμων, δεν το ξέρω…ούτε μ’αρέσει…Πάντως, αποχρώσες ενδείξεις για όλα τα προαναφερθέντα και απογοητευτικά, δυστυχώς και μετά λύπης μου, πρέπει να παραδεχτώ, πως υφίστανται…
Λες και είμαστε «απάτριδες» και για να παραφράσω γνωστό στίχο… «η μόνη μας πατρίδα είναι το blog μας…».
Ευτυχώς η πρώτη μου συνάντηση με blogs και bloggers δεν ήταν διόλου τραυματική κι αυτό το εξέλαβα –και παραπέμπω και σας στην αντιστοιχία που κατέλαβε το μυαλό μου και στην αναγωγή του…δηλαδή, όπως όταν κάνεις πρώτη φορά έρωτα με την πρώτη και σημαντική σχέση της ζωής σου…-ως αίσιο οιωνό για το μέλλον…
Εισερχόμενη στα «δωμάτια» του καθένα, ένιωσα κάπως αγύμναστη…Κι εννοώ χωρίς εκείνες τις απαραίτητες «δυνάμεις» που θα με «βοηθούσαν» στη διαδρομή, στο τροχάδην μέχρι την τελική ευθεία, αν μπορώ να το πω έτσι…και βέβαια έχω ν’αντιμετωπίσω «βετεράνους»…Ίσως και να μην είναι τόσο άσχημο όσο ακούγεται, γιατί πολλά πράγματα που στην αρχή μοιάζουν με όνειρα άσχημα, μετά διασχίζοντάς τα σε κάνουν να τα ανασύρεις, να τα νοσταλγείς και μπορεί να σε βγάζουν και κάπου καλύτερα από κει που περίμενες…
Τώρα,αν αθροιστικά, διογκώνονται αδιέξοδα, κι αν το έχεις φύσει να φορτώνεσαι «ξένα άλγη» και κατόπιν να επωμίζεσαι «ξένα βάρη», αυτό είναι μια άλλη υπόθεση-εξίσου μεγάλη και καθόλου αμελητέα, διότι αφορά το «μοίρασμα», σε μια εκδοχή της και το «δέσιμο», των ανθρώπων, και πώς ο καθένας μας το διεκδικεί ή μέσα από ποιες διαδικασίες το κατακτά…Εδώ πιστεύω στον «πολιτισμό της αφής»…
Δηλαδή, μέσα από πληκτρολόγια, οθόνες και ανταλλαγή απόψεων, εκ του μακρόθεν, δεν είναι δυνατό να προκύψουν αληθινοί δεσμοί φιλίας και αγάπης…

«μια διαρκής αναμονή με πεσμένα καρέ το πρωί, γκάζια ασυγκράτητα τις νύχτες, χιλιάδες κουβέντες, φαντασιοκοπίες, τσιγάρα αμέτρητα, αλκοόλ, παιγμένοι dj’s, τρελαμένα ραδιόφωνα, απολλωλότα άσματα, σχιζοθυμικά ηχεία, καμένα λάστιχα στην παραλιακή…»
ΚΩΣΤΑΣ ΤΡΙΠΟΛΙΤΗΣ

Από την άλλη, σκέφτομαι πως blogs σημαίνει έτσι κι αλλιώς φράγματα, μια λέξη που σε παραπέμπει σε κάτι κλειστό, σε μια στεγανή μπορεί, και κλισέ ίσως και στημένη τάξη πραγμάτων και ίσως βιάστηκα ν’αθωώσω όπως όπως το «χαρακτήρα» της λέξης προκειμένου να ξεκινήσω και να μπω κι εγώ σ’αυτή την περιπέτεια…Υποθέτω πως σε όλους έχει συμβεί, η απενοχοποίηση πραγμάτων, ανθρώπων, ιδεών, προκειμένου να διασφαλίσουμε την αποδοχή τους και την «ήπια επιροή» τους πάνω μας και μέσα μας…
Ωστόσο και πέρα από την «αβάσταχτη ελαφρότητα» κάποιων πραγμάτων, ακόμα και σκέψεών μας, πιστεύω πως το να κρατάς ένα blog, να δημοσιοποιείς, να «κρίνεις» εμμέσως ή άμεσα, όπως και να κρίνεσαι, είναι μεγάλη ευθύνη και αντιδιαστέλλεται με τη ασύδοτη και πολλές φορές ανάπηρη ελευθερία, που νομίζει ο καθένας μας ότι του παρέχεται-άνευ τιμήματος- σε κάθε ανάλογο «βήμα» που του επιτρέπει να γράφει και να ενεργεί όπως θέλει, σαν να είναι στο σπίτι του…
Για μένα, δεν είναι ακριβώς έτσι τα πράγματα. Απλώς και μόνο γιατί ο καθένας μας κρίνεται πρώτα και πάνω απ’ όλα-ή οφείλει να κρίνεται- από τον εαυτό του όπως και να «περιορίζεται» από το σύστημα των αξιών του και τον ιδιωτικό του πολιτισμό.
Οι θεωρίες, ως γνωστόν, είναι όμορφες αλλά δεν είναι ικανές να υποκαταστήσουν πόσο μάλλον ν’αντικαταστήσουν το βαθύτερο νόημα και την ουσία της ζωής μας…
Το θέμα της κατηγοριοποίησης είναι αναπόφευκτο, αν και μισώ τις κατηγοριοποιήσεις και συνήθως τις αποφεύγω ως κακούς δείκτες….Αλλά στη δεδομένη περίπτωση, δεν μπορώ να κάνω αλλιώς…
Διέκρινα, προς το παρόν τουλάχιστον, τρεις μεγάλες κατηγορίες blogs και αντίστοιχων «οικοδεσποτών»…
Η πρώτη αφορά εκείνους που αναρτούν με πάθος όπως και με πάθος και ισχυρή και καταλυτική επιχειρηματολογία, υποστηρίζουν χωρίς φόβους όσα λένε, και τουλάχιστον δεν αφήνουν να φανεί-άσχετα αν υπολανθάνει μέσα τους-κάποια μειονεξία, σύνδρομο ή σύμπλεγμα, όλοι πάσχουμε άλλωστε από παρόμοιες νόσους-…και δεν βιάζομαι να ταχτώ με το μέρος τους, να συγκατατεθώ με την οπτική τους…, ο χρόνος θα δικαιώσει τις «αναγνώσεις», τις «διαγνώσεις» και τις «ερμηνείες», αλλά και δεν μπορώ να κρύψω και το θαυμασμό μου γι’αυτούς, που έχουν στραφεί απόλυτα στην ουσία και «πολεμούν» με τον τρόπο τους και αντιστέκονται στα μηχανικά και στα αυτόματα καθώς και στον ρομποτικό τρόπο ζωής…
Έπειτα, είναι εκείνοι που έχουν «σχεδιάσει και προδιαγράψει» κλειστές , ευθείες διαδρομές ενός μικρόκοσμου, από τον οποίο φοβούνται να βγουν, λες κι έχουν παραλύσει οι αντιστάσεις τους από τον «ιδρυματισμό», κάτι σαν γκέτο όσων «εμμονοληπτικών» δεν μπορούν να τα βγάλουν πέρα με τη ζωή τη ζώσα και την αληθινή και αρέσκονται και αρκούνται στις επιφάσεις της και στα υποκατάστατά της…Δέχονται κάθε μέρα τα ίδια ευάριθμα πήγαιν-έλα, ανταλλάσσουν τα ίδια κι απαράλλαχτα καλογυαλισμένα λογάκια…σε συναλλαγές φαρισαίζουσες-ενδεχομένως υποσυνείδητες, τα οποία ηχούν πλην των άλλων, τουλάχιστον στα δικά μου αυτιά, κωμικά…
Τέλος, υπάρχουν κι εκείνοι, κάτι σαν παρακλάδι της προηγούμενης κατηγορίας, που εγκαθιδρύονται και λειτουργούν ως «αυτιστικά βασίλεια», με τους βασιλείς τους όλο χάρη στο κέντρο,σκαρφαλωμένους σε αόρατους θρόνους, στη μεγάλη αίθουσα υποδοχής των υπηκόων τους που οφείλουν να δηλώνουν το παρών καθημερινά όπως και τυφλή υποταγή στο βασιλιά τους…
Στην ίδια αίθουσα παραβρίσκεται και η «αυλή» του βασιλιά που όλο τον γυροφέρνει, και τον επαινεί και του πλέκει εγκώμια, όλο το 24ωρο, κι εκείνος τα δέχεται με βουλιμία, και με μια απληστία ζητά όλο και περισσότερα…κυρίως από τους αυλοκόλακες…που παλεύουν να γίνουν κάτοχοι της πενιχρής σημασίας που θα τους «πετάξει» ο μεγάλος «αυτοκράτωρ»…αφ’υψηλού…
Εκεί σαφώς δεν μπορούν να υπάρχουν και ν’ακούγονται άλλες, διαφορετικές γνώμες, εκτός από κείνες που ορίζει η «εμπνευσμένη» θέληση του «βασιλιά»…ούτε να «εισχωρήσουν» φυλές που δεν ανήκουν στην «Εθνία», αν τολμήσεις και αρθρώσεις κάτι «ξένο» ως προς το «βασιλικό σύστημα αξιών, θέσεων», το σύστημα αυτόματα σε αποβάλλει-συχνά με φόβητρα και απειλές, ως αποδιοπομπαίο τράγο- σε απορρίπτει εν ριπή οφθαλμού και σε εξοστρακίζει ως υπονομευτή της καθεστηκυίας τάξης…(μην ξεχνάτε, κυρίως αυτοί που-λέμε τώρα-κατέχουν την εξουσία πάσχουν από φόβους και ανησυχία μην τη χάσουν και μη χάσουν τους υπηκόους τους από κάποιον καινούριο αέρα που θα φυσήξει και θα έχει τη δύναμη να επηρεάσει τους λιγότερο φοβισμένους, ιδρυματοποιημένους και περισσότερο έξυπνους…αλλά και πάλι, σε ποιο βαθμό θα μπορούσε αυτό να συμβεί, αφού όλοι μέσα σ’αυτόν το φαύλο κύκλο είναι διαβρωμένοι και σιγά σιγά υφίστανται τη σήψη…)
Και δεν υπάρχει χειρότερο από το να είσαι υποτακτικός, δουλοπρεπής, ένα πνευματικό ναυάγιο με συναισθηματική αναπηρία…κι εγώ βέβαια…ένας «πληβείος» νιώθω…
Και η ζωούλα τους όλη συντελείται μέσα σ’αυτό το αυτιστικό μικρόκοσμο φιλαυτίας, εγωισμού, φιλαρέσκειας, ναρκισσισμού, κολακειών και άλλων υποκρισιών και προσποιήσεων…με ένα «σύνταγμα» αποτελούμενο από ρητές απαγορεύσεις που σου γνωστοποιούνται ευτυχώς εν ευθέτω χρόνω….και την κάνεις με «ελαφρά»…γιατί εν τω μεταξύ δεν αντέχεις και τη μονομανία με τη «γραφομανία»…και την επιτομή της, ειδικά σε τέτοια blogs που την αποθεώνουν μέσω των ιδίων, δηλαδή όλη μέρα αυτοθαυμάζονται και ρίχνουν και κανένα ψιχουλάκι δήθεν ευγενείας σε όλους τους επαίτες που τους κολακεύουν για να απολάβουν ακριβώς αυτό…Τόοοοοσο ολιγαρκείς…
Είναι μάταιη σ’αυτά η υγιής και ισορροπημένη προσέγγιση γιατί όσο κι αν έχεις την καλή διάθεση να γοητευτείς από κάτι, συνήθως δεν υπάρχει τίποτα, καθώς όλα κυλούν σε ρυθμούς ραστώνης και μια μονοτονία χειρότερη και από τη ρουτίνα που προσπαθείς να παλέψεις στη δική σου καθημερινότητα…
Παρά την ανώδυνη και «ευτελή» τους «επιμειξία» με αντίστοιχες «φυλές», τον αιχμηρό κυνισμό και την επίδειξη κάποιων επίπλαστων δεξιοτήτων, δεν βγαίνει άκρη και το αφήνεις στην άκρη του, σ’ένα περιθώριο που τα ίδια αρνούνται ν’απωλέσουν γιατί από τη φύση τους το αποζητούν…για να «ξεσπαθώνουν» και να «χρυσώνουν χάπια», και να «χαϊδεύονται στ’ αυτιά», και μόνο έτσι θεριεύουν σαν αγριόχορτα και τσουκνίδες ανάμεσα σε άλλους κλώνους τους…Όταν επί της ουσίας δεν έχεις κάτι πολύτιμο να μοιράσεις και η φροντίδα και η προτεραιότητά σου είναι ν’ακούσεις όμορφα λόγια για τα «τεχνήματά» σου, σ’ένα καλά μάλιστα σκηνοθετημένο «διάλογο», τότε απλώς ανταλλάσσεις εγωιστικά κριτήρια, και την «ανάγκη σου να υπάρχεις μέσα από μια έτοιμη και αγορασμένη άποψη για σένα…»

{ο κόσμος «περσολίζεται», ο κόσμος «οκκεαλίζεται», με τα κρύσταλλα που φορά, στα καλειδοσκοπικά του μάτια…Ο κόσμος βλέπει το κοσμο-είδωλό του εκστατικός…
Κώστας Τριπολίτης }

Αν έπρεπε οπωσδήποτε να επιλέξω ανάμεσα στις παραπάνω, -δηλώνω πως μισώ την ομοιομορφία, τη μαζοποίηση, το “belonging” με την κομφορμιστική σημασία του-, σίγουρα θα προτιμούσα την πρώτη, γιατί τουλάχιστον οι bloggers αυτοί δεν «εξαφανίζονται», ανάμεσα σε άχρηστα και σκουπίδια, έχουν στίγμα και προσωπικότητα, δεν εγκλωβίζονται σε σχήματα, «προσχήματα», φόρμες , νόρμες και τα συναφή, επιπλέον έχουν να πουν σημαντικά πράγματα, κι όχι ανώδυνες ιστοριούλες μιας επίσης νωθρής, ισχνής και ρηχής ζωούλας…και διαθέτουν και τσαγανό που δεν πάσχει από «επιλεκτικούς φόβους»…
Το ζητούμενο εδώ δεν είναι να ιδρύσουμε «σχολές» και να έχουμε ακολούθους…ούτε να παρεισφρύσουμε στα άδυτα και «άβατα»-κατά τα λοιπά- της ιδιωτικότητας του άλλου-άσχετα αν αυτό μας προσφέρεται στο πιάτο μερικές φορές ως η μοναδική επιδίωξη όλων αυτών που πασχίζουν για λίγη προσοχή…-σαν να επιθυμούν να γνωρίσουμε τόσο πολύ τις ραφές τους από την καλή και από την ανάποδη…ποτέ δεν το κατάλαβα…Και θα σας εξηγήσω αμέσως γιατί. Γιατί πιστεύω πως οι διαπροσωπικές σχέσεις που αναπτύσσονται, καλλιεργούνται, τροφοδοτούνται, και «εξελίσσονται», μέσω των blogs δεν είναι-πρώτον- σε καμιά περίπτωση αληθινές. Μπορεί να είναι ειλικρινείς αλλά αυτό απέχει πολύ από την αλήθεια και δεύτερον δεν «ταΐζονται» σωστά, υποσιτίζονται…
Σε κάποιους μπορεί ν’ αρέσει αυτή η διαδικασία ανώνυμου «δούναι και λαβείν», χωρίς κόπο, μόχθο, συναισθήματα, δηλαδή μια ανώδυνη διαδικασία «κοινωνική»-σίγουρα όχι πολιτική-, επιφανειακή όμως τόσο που δεν σε κάνει να έχεις φίλους, συντρόφους, συνοδοιπόρους-καταχρηστικά κι εγώ καμιά φορά κάνω χρήση της λέξης-, όσο κι αν αρεσκόμαστε στην ανάκληση κάποιων ιδιοτήτων που μόνοι μας κι ερήμην όλων των άλλων «ενδιαφερομένων», έχουμε φαντασιωθεί, πως μας δίνεται η δυνατότητα να διεκδικήσουμε μέσω του ανοιχτού κυκλώματος του διαδικτύου…
Όπως καταλαβαίνετε η διαδικασία είναι ψηφιακή, η αναλογική και αληθινή λαμβάνει χώρα μέσα στο ανοιχτό κύκλωμα του αίματος…
Θα μου επιτρέψετε λοιπόν να καταθέσω-χωρίς φόβο και με γνώση των συνεπειών του νόμου- ότι εδώ δεν είναι «αγορά», τίποτα δεν διέπεται από τους νόμους της, έστω κι αν υπάρχουν δείγματα, ψήγματα και θραύσματα που κάθε φορά μας επιβεβαιώνουν τον αντίποδα…,δηλαδή τα «αγοραία» έθιμα και ήθη…
Όλο αυτό μου φέρνει στο μυαλό μια ψυχοσωματική αγκύλωση…
Σκέφτομαι και το άλλο, ότι οι λόγοι που οδήγησαν και λειτούργησαν στον καθένα μας για να ασχοληθεί με το blogging, καθώς και οι προσλαμβάνουσες, οι αγωνίες, οι προβληματισμοί του, τα βιώματά του, οι παράγοντες, τέλος πάντων που επέδρασαν, στην ψυχοσωματική του οντότητα ώστε να «στήσει» το «σκηνικό» ενός χώρου τέτοιου-πολλές φορές μοιάζει με «θέατρο», με μοιρασμένους ρόλους μάλιστα-, είναι διαφορετικοί για τον καθένα μας και σίγουρα θα μπορούσαμε να μετρήσουμε χιλιάδες. Όμως εν τέλει, και από τη μέχρι τώρα μικρή και ίσως παρακινδυνευμένη εμπειρία μου, σε καμιά περίπτωση όμως αποπροσανατολισμένη- θα έλεγα και πάλι ότι μιλάμε για κάποιες «ευπαθείς», στην καλύτερη περίπτωση όσο κι επιρρεπείς ομάδες, σε μια ταλάντευση που διαρκεί, ανάμεσα στο αληθινό και το φαντασιωσικό…
Θα ήταν άδικο ωστόσο για κάποιους-που είναι και οι περισσότεροι- να τους βάλω στο ίδιο καζάνι και να πω, πως εξέπεσαν και παρήκμασαν άμα τη γενέσει τους, με όλη αυτή την υποβόσκουσα παρα-μυθολογία που περιβάλλει τα μπλογκς και ότι η ιδεολογία τους κατέρρευσε παράλληλα και ταυτόχρονα με την κατάρριψη του μύθου για το «καλό καγαθό» των μπλογκότοπων…
Σύμφωνοι, είμαστε ελεύθεροι, ζούμε «κατά συνθήκην» σ’ένα δημοκρατικό καθεστώς και μπορούμε να πράξουμε και να παράξουμε έργο κατά βούληση και συνείδηση, αλλά πρώτα και πάνω απ’όλα ίσως θα πρέπει να σκεφτούμε σοβαρότερα το αιτούμενο, να είμαστε Άνθρωποι και όχι ανθρωπάκια ή ανδρείκελα…,πριν πέσουμε σε μερικά ακόμα πιο ολέθρια λάθη…
Ίσως ο «ευμεγέθης, βαρύς και θαυμαστός» εγκέφαλός μας να πρέπει να διαυγάσει ορθά και επικίνδυνα πριν ξαναγυρίσουμε στη «μοίρα» του homo sapiens ή της «αμοιβάδας»…
Πριν λοιπόν μας πάρουν φαλάγγι κάτι μαγικά ραβδάκια έπαρσης, αλαζονείας, κομπασμού, επιδειξιομανίας, μεγαλομανίας…κι αρχίσουν ν’ αλωνίζουν…
Δεν είμαι σίγουρη ότι αυτό που μας αξίζει είναι μια εφιαλτική «γυάλα»…
Ούτε η μη υπεράσπιση της αλήθειας…
Είμαι βέβαιη όμως ότι φτηνά παζάρια στα οποία αγοράζεις και αγοράζεσαι και περιφέρεις τις «αγοραίες έξεις» σου, και τη δήθεν «πνευματική σου στύση», που γεννάει ανοησίες και υποπροϊόντα,(τα οποία έχεις το θράσος και την αναίδεια να τα πλασάρεις ως λογοτεχνήματα…) σε αίθουσες των θρόνων δεν ταιριάζει στη δική μου ιδιοσυγκρασία και συνείδηση…
Εγκαίρως αντιλήφθηκα ότι ο blogότοπος αποτελεί ένα σκληρό παιχνίδι που βγάζει χαρακτήρες προς τα έξω σαν απλωμένα ρούχα με μανταλάκια σε σχοινί…
Μπορεί και στοιχειωμένες αντιδράσεις που ξέφυγαν και από τον έλεγχό μας, και για καιρό φώλιαζαν μέσα μας και τώρα ήρθε η ώρα τους να καραδοκήσουν τον καλύτερο εαυτό μας, να του στήσουν παγίδες, να τον δοκιμάσουν…και να μεταμορφώσουν τους μεγαλύτερους φόβους μας σε τρελά τερατάκια που μας κυνηγούν νύχτα μέρα και μας την έχουν στημένη στις πιο αιχμηρές γωνίες του μυαλού μας…
Σύγχρονες σταυροφορίες με πελατειακά δεδομένα…

Ναι, τελικά ναι, σίγουρα ευθύνομαι κι εγώ που ακόμα προσφεύγω στο πνεύμα της πολυπλοκότητας για να ερμηνεύσω συμπεριφορές και ήθος…
Αρχέτυπα και προπατορικά σημάδια…
Όλα έγιναν τα σουξέ της «κωμόπολης»…κι εγώ περιμένω εντιμότητα και λόγο τιμής…
Δεν είμαστε καλά…

«συναυτουργοί, ηδονοθήρες, συνένοχοι παθών, άπληστοι καταναλωτές ζωής είμαστε. Της δικής μας. Ένθεν, τι να γράψω στο «πρόκειται» και στο «επέκεινα»…?
Γράφουν από την κολυμπήθρα του Σιλωάμ?...»

Αλλά, εγώ… «εξακολουθώ να πιστεύω και στα πιο απίστευτα θαύματα…»