ΙΣΤΟΡΙΑ ΠΑΛΙΑ
ΤΑ ΑΝΤΙΚΕΙΜΕΝΑ ΚΑΙ ΟΙ ΜΑΓΟΙ
Έρχεται κάποια νύχτα που τ'αντικείμενα νεκρά
δεν υπακούνε στους μάγους
Κι αδιαφορούν και παραμένουν όπως τυχαία βρέθηκαν
κάτω από τα μεγάλα παράθυρα,δίπλα στις πόρτες
κόκκινα ή μαύρα δίχως ήχο στη σιωπή
Και τα φωνάζουνε με εγγαστρίμυθες φωνές,
με λαθεμένα ονόματα
βάζοντας εκεί που δεν έπρεπε τον τονισμό,
τα πνεύματα
προσθέτοντας ακατάληπτες φράσεις ανάμεσα στα δόντια
κινώντας τα δάχτυλα προς το κενό,τρέμοντας τη φωνή
μπροστά σε άδεια καθίσματα
Έπειτα απειλητικά κινούνται προς τις πλατείες
Μάγοι πια δίχως κοινό
που αυτοϋπνωτίζονται
Τότε έξω η βροχή ραγίζει το πρόσωπο της υγρασίας.
ΓΙΩΡΓΟΣ ΧΡΟΝΑΣ
Η ΧΑΡΑ
Να έχεις το κύμα και να χάνεσαι στο στήθος
έρημος ως τα σπλάχνα
δεν τραγουδάς
ανοίγεσαι μεσ'στη λησμονιά κι ολοένα θυμάσαι
χρόνος αδηφάγος οπού σε κάνει αυξανόμενο νεκρό.
Να έχεις το κύμα να χάνεσαι στο στήθος
ή ο λαιμός να καίγεται-
ποιος άλλος θρίαμβος
των ηττημένων...
Α η χαρά μας είναι τρομερή με τ'αστέρια
κομματιασμένα σε δροσερό θάνατο.
Κι ο ήλιος κάθε μέρα έρχεται
μ'ένα παλιό όπλο και πολλές σφαίρες.
ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ
τότε τον είδα για πρώτη φορά
Η έκρηξη ήταν ακαριαία.Εκτυφλωτική.Εκκωφαντική.Αστραπές και βροντές.Τα μαύρα άλογα ξεχύθηκαν αφηνιασμένα στο χώρο.Τα όχι εκσφενδονίστηκαν προς όλες τις κατευθύνσεις.Ούτε μπορούσα ούτε ήθελα να τα συγκρατήσω.Τα άφησα ελεύθερα.Ήμουν εξαγριωμένη.Ποδοβολητά,οπλές,όχι,αστραπές,βροντές,γκρέμιζαν τα πάντα.Τα πάντα.Σωριάζονταν οι τοίχοι,έσπαζαν τα τζάμια,ποδοπατιόντουσαν τ'αντικείμενα.Συντρίμμια και θρύψαλα.Θυμός και πόνος.Και θυμός.Ισοπεδώθηκε η Κοινή Μμήμη.Κατέρρευσε το αραχνιασμένο όνειρο.Αφήγηση με δύο φωνές.
Εγώ μαχόμουν.Ξιφασκούσα και πυροβολούσα με λύσσα.Ακινησία και σιωπή τέλος.Τελεία και παύλα.Εκείνος αιφνιδιάστηκε.Είχε προγραμματίσει μόνο την καθημερινή δόση βίας.Τον καθημερινό μικρό βιασμό.Δεν είχε προσέξει το περίστροφο ούτε το ξίφος.Η βία γεννά βία.Η βία εξωθεί.Το βλέμμα μου άστραφτε χρυσοκίτρινο.Το βλέμμα του ήταν σκοτεινό και ερεβώδες.Φως και σκοτάδι.Κίτρινο-μαύρο.
Βρισκόμουν εν μέσω ερειπίων.Η καταιγίδα είχε κοπάσει.Απόηχοι ποδοβολητών.Ο τόπος μύριζε βροχή και θάνατο.Το τέλος του πόνου.Του δικού μου πόνου.Χάθηκα πάνω σ'ένα μαύρο άλογο.
Είχα φύγει.
Ήμουν κιόλας πολύ μακριά.
Requiem.
Είχα πάει βόλτα στον κήπο.Καινούρια συνήθεια.Ανακάλυπτα ξανά την πόλη.Την ιστορία της,τους δρόμους της,τους ουρανούς της.Εκεί τον ξαναείδα.Με κοίταζε,καθισμένοςς σ'ένα παγκάκι.Έχωσα τα χέρια στις τσέπες του παλτού μου.Τον πλησίασα.Αστειεύτηκα.Με κοίταξε χαμογελώντας.Περπατήσαμε λίγο μαζί.Μου άρεσε να τον ακούω.Ο τόνος της φωνής του,το βλέμμα του,οι λέξεις του.Μου έλεγε ιστορίες για την πόλη.Τον άκουγα μαγεμένη.Το βλέμμα του άλλαζε τοπία και κτίρια.Χρωμάτιζε τα πάντα μ'ένα χρώμα απέραντης τρυφερότητας.Ένα πρωτόγνωρο τοπίο απλωνόταν μπροστά μου.
Ήταν μόνο ένα φιλί.Ένα ατέλειωτο,αξέχαστο φιλί.Μια μετάγγιση.Κυλούσε πια στις φλέβες μου.Αυτό που είχα κάποτε ονειρευτεί.Αυτό που είχα πάψει πια να ονειρεύομαι.
Τον είδα ακόμη μία φορά.Βλέμμα και λέξεις ασύμβατα.Δεν άκουγα τον ήχο της φωνής του.Χάιδεψα το περίστροφο στο βάθος της τσέπης μου.Το άφησα.Εμπιστεύτηκα το βλέμμα.Κοιταχτήκαμε βαθιά για κλάσματα δευτερολέπτου.Σιωπηλά αποχαιρετιστήκαμε.Πριν καν συναντηθούμε.Το πόρτο,κόκκινο και γλυκό,κυλούσε στις φλέβες μου.Κόκκινο σαν αίμα,γλυκό σαν έρωτας,καυτό σαν πόνος.
Σηκώθηκα.Τον άφησα να πληρώσει.Έφυγα μόνη.
Bleu.
Ο χρόνος μου ως τότε ήταν μια διαδοχή από σιωπές και εκρήξεις,πόνο και απώλεια.Αποδέχτηκα και τίμησα τον πόνο μου.Αποδέχτηκα και τίμησα την ιστορία μου.Ήταν ό,τι είχα και δεν είχα.
Κι έτσι πέρασε πολύς καιρός.
Πίστευα ότι κάποτε θα τον ξανασυναντούσα.Κάποτε.Πίστευα ότι θα τον περίμενα.Ένας άντρας,μια γυναίκα,είκοσι χρόνια μετά...Μια από τις συνηθισμένες κρίσεις ρομαντισμού μου.Έζησα την υπέροχη προσμονή μου στιγμή προς στιγμή για πολύ καιρό.Ή μάλλον έτσι μου φάνηκε.Δεν ήξερα ότι είχα χάσει οριστικά την ικανότητά μου να περιμένω.Ο ρευστός χρόνος,ο πιεστικός χρόνος.Άρχισα πάλι ν'ασχολούμαι με το χρόνο.
Στέλλα Παναγιωτοπούλου
"στη Σέριφο ήσουν πουλί..."
Η Σέριφος συνδέθηκε με τη μυθική μορφή του Περσέα, τον οποίο έφερε εδώ η θάλασσα κλεισμένο σε ξύλινη λάρνακα, όπου τον είχε βάλει μαζί με τη μητέρα του, Δανάη, ο παππούς του Ακρίσιος, μυθικός βασιλιάς του Άργους, φοβούμενος την επαλήθευση του χρησμού ότι θα τον σκότωνε ο εγγονός του.Από τη Σέριφο ξεκίνησε η περιπλάνηση του Περσέα, ο οποίος υποσχέθηκε ως γαμήλιο δώρο στο βασιλιά της Σερίφου Πολυδέκτη την κεφαλή της Μέδουσας. Ως πρώτοι κάτοικοι του νησιού-το όνομά του, με εξαίρεση την περίοδο της Φραγκοκρατίας, παρέμεινε αναλλοίωτο από την αρχαιότητα, (πιθανόν να προήλθε από τη λέξη στέρφος= άγονος)-αναφέρονται Αιολείς από τη Θεσσαλία. Η Σέριφος εποικίστηκε πιθανώς τον 7ο αιώνα π.Χ. από Ίωνες της Αττικής και γνώρισε ακμή κατά τους Κλασικούς Χρόνους. Αποτέλεσε μέλος της Α’ και της Β’ Αθηναϊκής Συμμαχίας και υπήχθη στους Σπαρτιάτες, τους Μακεδόνες και τους Πτολεμαίους της Αιγύπτου. Υπήρξε τόπος εξορίας αντιφρονούντων Ρωμαίων,(το άγονο έδαφος του νησιού δεν συνηγορούσε στην καλή του φήμη, σε σημείο που και οι Έλληνες πίστευαν πως ακόμα και οι βάτραχοι της Σερίφου ήταν άφωνοι, κι έτσι η φράση που επικράτησε «Σερίφιος βάτραχος» σημαίνει τον πολιτικό το στερημένο εξυπνάδας και εκείνον που υστερούσε σε ρητορική ικανότητα.) ενώ από τον 14ο αι. Περιήλθε στην κυριαρχία των Ενετών και γνώρισε οικονομική άνθηση χάρη στην αξιοποίηση των μεταλλείων της. Έλαβε μέρος στην Επανάσταση του 1821 και απελευθερώθηκε μαζί με τις άλλες Κυκλάδες. Η νεότερη ιστορία της Σερίφου σημαδεύτηκε από τις μεταλλευτικές δραστηριότητες. Στην εξόρυξη σιδηρομεταλλευμάτων κατά τις τελευταίες δεκαετίες του 19ου αι ενεπλάκησαν κορυφαία ονόματα της μεταλλευτικής βιομηχανίας εκείνης της εποχής-πρωταγωνιστικός υπήρξε ο ρόλος της οικογένειας Γρώμαν-και δεν είναι υπερβολή να υποστηριχτεί ότι επί έναν αιώνα-ως το 1964- η Σέφιφος ζούσε από τα μεταλλεία της.
Με συνεχή κατοίκηση από την αρχαιότητα, η Χώρα αναπτύσσεται αμφιθεατρικά στις πλαγιές του λόφου που δεσπόζει πάνω από τον όρμο του Λιβαδιού. Επί Φραγκοκρατίας χτίστηκε στην κορυφή του λόφου-εδώ βρισκόταν ο αρχικός πυρήνας κατά την αρχαιότητα-το Κάστρο, τυπικό δείγμα αιγαιοπελαγίτικου οχυρωμένου οικισμού, με πυκνή και πολύπλοκη δόμηση. Στα πρώτα μετεπαναστατικά χρόνια άρχισε η επέκταση της Χώρας έξω από το Κάστρο, με πυκνή και εδώ δόμηση. Κάτασπρα γραφικά σπίτια, χτισμένα με κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική, ανεμόμυλοι, στενά ασβεστωμένα λιθόστρωτα συνθέτουν μια γοητευτική εικόνα. Από το Κάστρο η θέα είναι εκπληκτική, αγναντεύοντας τη Χώρα από ψηλά, τον κάμπο, το λιμάνι και το νησάκι Βους. Η Χώρα έχει 357 κατοίκους.
Λένε ότι τα βουνά της Σερίφου ορθώνονται σαν τολμηρές σκέψεις. Ξερό βραχώδες τοπίο με όνομα που φαίνεται ότι του ταιριάζει γάντι. Τα χρώματα του νησιού, το μπλε, το γκρίζο και το ανοιχτό πράσινο. Οι ταράτσες των σπιτιών παλιά αποτελούνταν από ένα στρώμα καλάμια, φύκια κι ένα στρώμα χώμα. Έτσι, κάθε εποχή ζωντάνευαν σαν μικροί κήποι.
Η Σέριφος, αν και φαινομενικά άγονη, διαθέτει ενδιαφέρουσα χλωρίδα: αγριολούλουδα, μυρωδικά και φαρμακευτικά βότανα, βελανιδιές και κάποιες κατάφυτες με πικροδάφνες ρεματιές και ρυάκια.
Η Σέριφος είναι αναμφισβήτητα ένα από τα πιο όμορφα και πιο γοητευτικά νησιά των Κυκλάδων. Τα παραδοσιακά λευκογάλανα σπίτια, το ξερό βραχώδες τοπίο και οι πολλές και καλές αμμουδιές, σε συνδυασμό με την πλούσια ιστορία, συνθέτουν ένα σκηνικό που σε συγκινεί.
Δέκα Λόγοι για να ταξιδέψετε στη Σέριφο:
1. Για να επισκεφτείτε το Μεγάλο Λιβάδι όπου θα συναντήσετε τα απομεινάρια από το μεταλλευτικό παρελθόν της Σερίφου. Η ακμή της οικονομικής αυτής δραστηριότητας ξεκίνησε το 1880, διακόπηκε με τις αιματηρές απεργίες του 1916 και τελείωσε οριστικά το 1964, με το κλείσιμο των μεταλλείων. Εκεί θα δείτε τα παλιά κτίρια των ορυχείων, την εξέδρα φόρτωσης, τα βαγονέτα, τις στοές και το ωραίο νεοκλασικό κτίριο της διοίκησης, με τους μεγάλους φοίνικες της εταιρείας «Σέριφος-Σπηλιαζέζα», δίπλα στα αρμυρίκια της παραλίας.
2. Για να περπατήσετε στα στενά της Χώρας και να βλέπετε από παντού θάλασσα. Είναι ένας από τους πιο όμορφους οικισμούς των Κυκλάδων. Στα στενά του θα διακρίνεται τα πατάρια και τα πορτοπαράθυρα, τις καμάρες, τις αυλές, τα κατωστέγια και ολόγυρα-στα χωράφια- τα κλεφτοκέλια, τα μητάτα, τους ερημικούς περιστεριώνες και τα ασπρογάλανα ξωκλήσια. Στην Πάνω Πιάτσα βρίσκεται το νεοκλασικό Δημαρχείο, καθώς και η μητρόπολη του Αγίου Αθανασίου. Αξίζει να δείτε τόσο το νεοκλασικό κτίριο του Ισπανικού Προξενείου όσο και τα δύο μουσεία-Αρχαιολογικό και Λαογραφικό- στην Κάτω Χώρα.
3. Για να κολυμπήσετε στην Ψιλή Άμμο. Η Σέριφος φημίζεται για τις πολλές και καλές αμμουδιές της, που καμιά όμως δεν συγκρίνεται μ’αυτήν. Τα νερά της είναι ρηχά και ήσυχα στο καλοκαιρινό μελτέμι(εκτός από τους ανατολικούς ανέμους) και η άμμος είναι άσπρη και λεπτή σαν ζάχαρη. Εδώ οι βουτιές δεν τελειώνουν ποτέ. Για να βρείτε την παραλία θα ακολουθήσετε το δρόμο από το Λιβάδι προς Αυλόμωνα.
4. Για να ανεβείτε στο Κάστρο, στην κορυφή της Χώρας. Ο βράχος κατοικείται εδώ και σχεδόν 3000 χρόνια. Δεν πρόκειται για κάποιο βυζαντινό ή ενετικό κάστρο-αν και υπάρχουν απομεινάρια επάλξεων. Τα σπίτια είναι χτισμένα με τέτοιο τρόπο ώστε να σχηματίζουν ένα είδος τείχους. Στην κορυφή βρίσκεται το εκκλησάκι του Αγίου Κωνσταντίνου, απ’όπου η θέα είναι εντυπωσιακή!
5. Για να πάτε στο χωριό Παναγιά. Το χωριό είναι γραφικό και διαθέτει μερικά παμπάλαια μαγαζάκια, όπως το μπακάλικο του Βήτου. Στη δροσερή πλατεία θα συναντήσετε την εκκλησία της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, που χρονολογείται από τον 10ο αι. Μάλιστα , η πλατεία κάποτε αποτελούσε την αυλή της μονής που υπήρχε εκεί.
6. Για να επισκεφτείτε τη Μονή Ταξιαρχών. Βρίσκεται κοντά στο χωριό Γαλανή και πρόκειται για ένα από τα πιο όμορφα και αρχιτεκτονικά ενδιαφέροντα κυκλαδίτικα μοναστήρια. Χτίστηκε το 1572 κι έχει φρουριακή μορφή και πολεμίστρες, λόγω του ότι διέθετε μεγάλο πλούτο από την εποχή των Βενετών. Στο καθολικό της σώζονται τοιχογραφίες του Εμμανουήλ Σκορδίλη, ενώ υπάρχουν και ενδιαφέρουσες φορητές εικόνες της Κρητικής Σχολής.
7. Για να δείτε το περίφημο ξωκλήσι του Άη Γιάννη του Θεολόγου, λίγο πιο κάτω από το Κάστρο, στη Χώρα. Στα πεζούλια έξω από το ναό υπήρχαν κάποτε στη σειρά ρωμαϊκά γλυπτά: μαρμάρινοι ανδρικοί κορμοί, που πλέον φιλοξενούνται στο αρχαιολογικό μουσείο του νησιού. Μέσα στην εκκλησία, την ξύλινη οροφή στηρίζει ένα παλιό κατάρτι που φέρει ακόμα τις τροχαλίες του, ενώ σε μια άκρη υπάρχουν ακόμα κομμάτια από αρχαίες κολώνες. Κάτω από αυτήν τη εκκλησία, λέγεται πως είναι θαμμένο το κεφάλι της Μέδουσας, που έφερε ο Περσέας στη Σέριφο.
8. Για να απολαύσετε τις διαδρομές στη νότια Σέριφο(ανάμεσα στο Μεγάλο Λιβάδι και Λιβαδάκια). Εξαιρετική η εμπειρία του να οδηγήσετε ως την Παναγία την Ακρωτηριανή και τον κάβο του Κύκλωπα, να περάσετε από τον Κουταλά και να συνεχίσετε ως τον φάρο στον Κάβο Σπαθί. Τα ερημικά τοπία με τις απότομες ακτές, πάνω από τη θάλασσα, ορίζουν την απόλυτη κυκλαδίτικη γοητεία.
9. Για να κολυμπήσετε στις περίφημες αμμουδιές της Σερίφου: στον Άη Σώστη με τις δυο αμμουδερές παραλίες και τα αρμυρίκια, στο Μεγάλο Λιβάδι, σε έναν πλατύ και αμμουδερό κόλπο, στον Κουταλά με ψιλό βότσαλο, στο Γάνεμα και στη Βαγιά, δύο πολύ όμορφες παραλίες, ακριβώς δίπλα από τον Κουταλά., στο πιο ερημικό μέρος. Μία από τις πιο όμορφες αμμουδιές της Σερίφου, με το απέραντο μπλε και τη ζεστή άμμο, είναι και το Καλό Αμπέλι στον Αβεσσαλό.
10. Για να δείτε από κοντά τα υπέροχα και τόσο ταιριαστά με το κυκλαδικό τοπίο ξωκλήσια. Ξεχωρίζουν η Αγία Ειρήνη του Κουταλά, ο Άγιος Ιωάννης του Σκλαβογιάννη, η Αγία Τριάδα στο Μέγα Χωριό, η Κοίμηση της Θεοτόκου στην Παναγιά, η Αγία Θέκλα στη Λιόμαντρα, η Παναγία η Καμαρωτή και η Παναγία η Σκοπιανή στον Κένταρχο.
Θα μεταβείτε από το λιμάνι του Πειραιά ακτοπλοϊκώς. Λιμεναρχείο: 210-4226000.
Έχετε να επιλέξετε ανάμεσα σε αρκετά ξενοδοχεία, τα ενοικιαζόμενα δωμάτια είναι ακόμα μια επιλογή. Ωστόσο, πολύ δημοφιλές είναι και το κάμπινγκ Κοράλλι.
Θα βρείτε ολόφρεσκα ψάρια και θαλασσινά και διάφορους μεζέδες, ένα φοβερό ρακάδικο τον Καραβόμυλο ενώ στο Μεταλλείο, το ιστορικό ροκάδικο της Σερίφου, στο Λιβάδι, θα δοκιμάσετε γκουρμέ γεύσεις.
Πληροφορίες από το περιοδικό Διακοπές, από την εγκυκλοπαίδεια Δομή
Και από τα τεύχη 23 και 34 του περιοδικού Passport.
ημερονύχτια
"Άρχισα να έχω τρελές,παράλογες,παιδικές επιθυμίες.Ήθελα να χαράξω το όνομά της στο φλοιό της γης,να σημαδέψω τη γη.Ήθελα να το σκαλίσω πάνω σ'ένα δέντρο,στον πάγκο,στο κατάστρωμα,στην κουπαστή.Θέλω να χαράξω τ'όνομά σου πάνω μου,στον καρπό,εκεί που σφύζει το αίμα.Στο στήθος μου,εκεί που χτυπά η καρδιά.Θέλω να σε έχω μαζί μου."
"Ελληνική γλώσσα-τροφός όλων των γλωσσών"
Μία εργασία βασισμένη σε Μελέτη της ομογενούς καθηγήτριας Αναστασίας Γονέου.
Με τίτλο «Ελληνική Γλώσσα - τροφός όλων των γλωσσών », η Αναστασία Γονέου, μεταξύ άλλων, αναφέρει:
«Η Ομηρική (Ελληνική) Γλώσσα, αποτελεί τη βάση επάνω στην οποία στηρίχτηκαν πλήθος σύγχρονων γλωσσών. Ακόμα κι αν δεν υπήρχε καμία άλλη αναφορά, ακόμα κι αν δεν είχε διασωθεί κανένα προκατακλυσμιαίο μνημείο, θα αρκούσε η Ελληνική Γλώσσα ως απόδειξη της ύπαρξης στο παρελθόν, μίας εποχής μεγάλου πολιτισμού. Στη γλώσσα μας είναι εμφυτευμένη όλη η γνώση που κατέκτησε ο άνθρωπος, έως την παρούσα στιγμή. Κάθε ελληνική λέξη-όρος φέρει ένα βαρύ φορτίο νόησης, φορτίο που οι προγενέστεροι 'εξόδευσαν', για να κατακτήσουν γνωστικά τη συγκεκριμένη έννοια και να την 'βαπτίσουν' με το συγκεκριμένο όνομα-λέξη ».
Παράδειγμα:
AFTER = Από το ομηρικό αυτάρ= μετά. Ο Όμηρος λέει: ''θα σας διηγηθώ τι έγινε αυτάρ''.
AMEN = λατινικά: amen. Το γνωστό αμήν προέρχεται από το αρχαιότατο ή μήν = αληθώς, (Ιλιάδα Ομήρου β291-301), ημέν. Η εξέλιξη του ημέν είναι το σημερινό αμέ!
BANK = λατινικά pango από το παγιώ, πήγνυμι. Οι τράπεζες πήραν την ονομασία τους από τα πρώτα 'τραπέζια' (πάγκους) της αγοράς.
BAR = λατινικά: barra από το μάρα = εργαλείο σιδηρουργού.
BOSS = από το πόσσις = ο αφέντης του σπιτιού.
BRAVO = λατινικό, από το βραβείο.
BROTHER = λατινικά frater από το φράτωρ.
CARE = από το καρέζω.
COLONIE από το κολώνεια = αποικιακή πόλη.
DAY = Οι Κρητικοί έλεγαν την ημέρα 'δία'. Και: ευδιάθετος = είναι σε καλή μέρα.
DISASTER = από το δυσοίωνος + αστήρ
DOLLAR = από το τάλλαρον = καλάθι που χρησίμευε ως μονάδα μέτρησης στις ανταλλαγές. π.χ. «δώσε μου 5 τάλλαρα σιτάρι». Παράγωγο είναι το τάλληρο, αλλά και το τελλάρo!
DOUBLE = από το διπλούς - διπλός.
EXIST = λατινικά ex+sisto από το έξ+ίστημι= εξέχω, προέχω.
EXIT = από το έξιτε = εξέλθετε
EYES = από το φάεα = μάτια.
FATHER = από το πάτερ (πατήρ).
FLOWER = λατινικά flos από το φλόος.
FRAPPER = από το φραγκικό hrappan που προέρχεται από το (F)ραπίζω = κτυπώ ( F= δίγαμμα).
GLAMO UR = λατινικό gramo ur από το γραμμάριο. Οι μάγοι παρασκεύαζαν τις συνταγές τους με συστατικά μετρημένα σε γραμμάρια και επειδή η όλη διαδικασία ήταν γοητευτική και με κύρος, το gramou r - glamou r, πήρε την σημερινή έννοια.
HEART, CORE = από το κέαρ = καρδιά.
HUMOR = από το χυμόρ = χυμός (Στην ευβοϊκή διάλεκτο, όπως αναφέρεται και στον Κρατύλο του Πλάτωνος, το τελικό ' ς' προφέρεται ως 'ρ'. Π.χ. σκληρότηρ αντί σκληρότης).
I = από το εγώ ή ίω, όπως είναι στην βοιωτική διάλεκτο.
ILLUSION = από το λίζει = παίζει.
ΙS = από το είς.
KARAT = εκ του κεράτιον, (μικρό κέρας για τη στάθμιση βάρους).
KISS ME = εκ του κύσον με = φίλησέ με (...είπε ο Οδυσσέας στην Πηνελόπη).
LORD = εκ του λάρς. Οι Πελασγικές Ακροπόλεις ονομάζονταν Λάρισσες και ο διοικητής τους λάρς ή λαέρτης. Όπως: Λαέρτης - πατέρας του Οδυσσέα).
LOVE = λατινικό: love από το 'λάFω'. Το δίγαμμα (F) γίνεται 'αυ' και ' λάF ω' σημαίνει ''θέλω πολύ''.
MARMELADE = λατινικά melimelum από το μελίμηλον = κυδώνι.
MATRIX = από το μήτρα.
MATURITY = λατινικά: maturus από το μαδαρός= υγρός.
MAXIMUM = λατινικά: maximum από το μέγιστος.
MAYONNAISE = από την πόλη Mayon, που πήρε το όνομά της από το Μάχων = ελληνικό όνομα και αδελφός του Αννίβα.
ME = από το με.
MEDICINE = λατινικά :medeor από το μέδομαι, μήδομαι = σκέπτομαι, πράττω επιδέξια. Και μέδω = φροντίζω, μεδέων = προστάτης.
MENACE = από το μήνις.
MENTOR = από το μέντωρ.
MINE = από το Μινώαι (= λιμάνια του Μίνωα, όπου γινόταν εμπόριο μεταλλευμάτων. «Κρητών λιμένες, Μίνωαι καλούμεναι». (Διοδ.Σικελ.Ε'84,2).
MINOR = λατινικά: minor από το μινύς = μικρός. Στα επίσημα γεύματα είχαν το μινύθες γραμμάτιον, ένα μικρό κείμενο στο οποίο αναγραφόταν τι περιελάμβανε το γεύμα. Παράγωγο το... menu!
MODEL = από το μήδος= σχέδιο (η ίδια ρίζα με τη μόδα (= moda).
MOKE = από το μώκος = αυτός που χλευάζει.
MONEY = λατινικό: moneta από το μονία = μόνη επωνυμία της Θεάς Ήρας: Ηραμονία. Στο προαύλιο του ναού της Θεάς στη Ρώμη ήταν το νομισματοκοπείο και τα νομίσματα έφεραν την παράστασή της, (monetae).
MOTHER = από το μάτηρ, μήτηρ.
MOVE = από το ομηρικό αμείβου = κουνήσου!
MOW = από το αμάω = θερίζω.
NIGHT = από το νύχτα.
NO = λατινικό: non, ne εκ του εκ του νη: αρνητικό μόριο ( ''νέ τρώει, νέ πίνει''), ή (νηπενθής = απενθής, νηνεμία = έλλειψη ανέμου.
PAUSE = από το παύση.
RESISTANCE = από το ρά + ίστημι.
RESTAURANT = από το ρά + ίσταμαι = έφαγα και στηλώθηκα.
RESTORATION = λατινικά restauro από το ρά+ίστημι, όπου το ρά δείχνει συνάρτηση, ακολουθία, π.χ . ρά-θυμος, και ίστημι = στήνομαι.
SERPENT = λατινικά serpo από το έρπω (ερπετό). H δασεία ( ') προφέρεται ως σ = σερπετό.
SEX = από το έξις. Η λέξη δασύνεται και η δασεία μετατρέπεται σε σίγμα και = s + έξις.
SIMPLE = από το απλούς (η λέξη δασύνεται).
SPACE = από το σπίζω = εκτείνω διαρκώς.
SPONSOR από το σπένδω = προσφέρω (σπονδή).
TRANSFER από το τρύω (διαπερνώ) + φέρω. Transatlantic = διαπερνώ τον Ατλαντικό.
TURBO = από το τύρβη = κυκλική ταραχώδης κίνηση.
YES = από το γέ = βεβαίως.
WATER = από το Ύδωρ (νερό), με το δ να μετατρέπεται σε τ .
μια λίμνη...
Ανοίγει τα μάτια κάποια στιγμή και
γυρεύει να δει με αγωνία το ρολόι της
πίσω απ΄τη γυμνή πλάτη του.
Σαν εχθρό πάντα τον κοιτάει,
με θυμό και φόβο
Μες στο σκοτάδι του ολόθερμου δωματίου
ξεχωρίζουν οι φωσφορικοί αριθμοί.
"Σε βλέπω να στέκεις ξανά στο κεφαλόσκαλο.
Ναι ή όχι μου στέλνουν τα μάτια σου?"
Το ρωτάει ένα παλιό ποίημα.
Πόσο μοιάζουν αυτά τα δυο στα μάτια του προσώπου που ποθούμε!...Ναι ή όχι?Είναι ο φόβος που μεθάει τη διάκριση.Υπάρχει πιο μεγάλος φόβος από κείνον του ερωτευμένου?Γιατί είναι ζήτημα θανάτου το ναι και το όχι.Σαν την εξάρτηση του μωρού που,αν χάσει τη μάνα του,θα πεθάνει.
"Ναι ή όχι μου στέλνουν τα μάτια σου"
Το γράφει ένα παλιό ποίημα.
Όμως σε κείνους τους δύο τέτοιος φόβος δεν γεννήθηκε ποτέ.Ήταν και οι δύο βέβαιοι για την κατάφαση του άλλου.Μια παραδείσια σιγουριά που λίγοι μπορούν να εκτιμήσουν,να τη σεβαστούν και να τη βιώσουν με ευχαριστία.Δεν είχαν την ανάγκη μιας ερεθιστικής αμφιβολίας για να ανάψει η λαχτάρα τους.Δεν ήταν ο πόθος τους πόθος εγωιστικής επιβεβαίωσης όπως συχνά συμβαίνει.Ο πόθος τους γνώριζε καλά τι ήθελε,κι η βεβαιότητα του άλλου δεν έφερνε ανία αλλά ευγνωμοσύνη.Από πίκρες και στερήσεις χτυπημένους τους βρήκε και τους στόχευσε,μαλακωμένους και ταπεινούς.Άξιους πια για αγάπη.Σπάνια ζούμε την επίγνωση αυτού που πραγματικά ζούμε.Κατά κανόνα χρειάζεται η καταστροφή,η απώλεια,η μεταμέλεια, για να κατανοήσεις τι είχες,ποιος υπήρξε ο άλλος,ποιος ήσουν εσύ.Όμως εκείνοι οι δύο το ήξεραν ταυτόχρονα όταν το ζούσαν πως είναι ευνοημένοι.Με κάποιες αδύναμες στιγμές,κάποιες πτώσεις,μέσα σε λίγες παρενθέσεις σύγχυσης,όμως μπορείς να πεις πως,το ήξεραν.Είχαν συνειδητοποιήσει το πεπρωμένο τους.Και τι σημαίνει αυτή η λέξη.[...]
Μια λίμνη...Ασάλευτη.Σε ωχρό φως.Φως που έρχεται από τα σύννεφα,όχι βαριά πολύ.Τόσα σύννεφα μόνο ώστε να μη σχηματίζονται σκιές από ήλιο.Αυτές οι κατάμαυρες σκληρές σκιές του χειμώνα που κόβουν σαν ξυράφι τη γη και την καρδιά.Συννεφένιο φως να είναι,τρυφερό που όλα τα προστατεύει.Που δεν χαράζει σημάδια να βλέπεις πως η ώρα περνά.Να μην περνά η ώρα.Χωρίς χρόνο.Μόνιμα.Διαρκή.Στο ρολόι της οι δείχτες έχουν σταθεί εκεί,κάπου στο πέντε και δέκα.Όποτε κι αν κοιτάζει το ρολόι της πάντα το ίδιο δείχνουν.Πέντε και δέκα.Και ξεκούραστα,ξεκούραστα,ξεκούραστα.Αγωνία καμιά,καμιά αδημονία.Κανένα χρέος να ουρλιάζει στ'αυτιά,καμιά βιάση.Όλα είναι καλά και γαλήνια και η βάρκα πλέει γλυκά,χωρίς θόρυβο,χωρίς καν κουπί.Έχει έναν τρόπο από μόνη της να κινείται και γλυκά να πλέει.Ασάλευτα και παντοτινά να κινούνται.
Μια λίμνη...Για μια στιγμή το νερό σκουραίνει και ρυτιδώνει από μια αύρα από το πουθενά,αλλά και πάλι επιστρέφει στη ακινησία της.Να πλέουν με βάρκα...Και η μελωδία με βιολί.Με βιόλα.Εντάξει,την Σεχραζάντ που αγαπάς,που λες πως με θυμίζει.Εγώ δεν συμφωνώ,δεν το πιστεύω πως μου μοιάζει.Με βλέπεις τόσο εξιδανικευμένα αγάπη μου,τι θ'απογίνω άμα μια μέρα καταλάβεις ποια είμαι?Αλλά εντάξει,τώρα πλέουμε στα νερά της λίμνης και ακούμε τη Σεχραζάντ.Εκείνο το κομμάτι,την ικεσία της με το έξυπνο βιολί.Με τα παραμύθια της,της απόγνωσης.Μ'εκείνη την προχωρημένη απόγνωση που σε βάζει να υπερβαίνεις τον εαυτό σου.Όσα ξέρεις για τον εαυτό σου δηλαδή.[...]
Μάρω Βαμβουνάκη,"Τα Πράγματα που Ζουν απ'το Χαμό"
εκδ:Φιλιππότη,2005
"ξεκινάει ένα χωρό παντοτινό μέσα στο κενό
μου ζητάει το μυστικό το πιο γλυκό
νά'ναι αληθινό
το μυστικό μεθυστικό απόψε θα'ρθω να στο πω
με μια ματιά μια μαχαιριά θ'ανάψω δίπλα σου φωτιά
τι ζητάει αυτή η ματιά από μακριά
κλαίει και μου γελά
το μυστικό μεθυστικό απόψε θα'ρθω να στο πω
με μια ματιά μια μαχαιριά θ'ανάψω δίπλα σου φωτιά
τώρα πιες απ'το κρασί που εγώ κι εσύ φτιάξαμε μαζί
στόμα γλυκό φιλί πικρό,
εσύ κι εγώ
να το μυστικό..."
λόγια:Άρης Δαβαράκης
μουσική:Παναγιώτης Καλαντζόπουλος
πόθος
αν είμουν το φυλλάρι το χλωρό
που τ'ανέμου η φτερούγα συναρπάζει
που πλέχει στο τρεχάμενο νερό
κι όποιος τα ιδεί βυθίζει και ρεμβάζει
θε νά'φευγα απ'τον κλώνο ζωντανό
και θά'πεφτα,πριν η ζωή μου σβήσει
στον μπάτη,που φυσάει κάθε πουρνό,
στη ρεματιά,που τρέχει από τη δύση
plus loin que le fleuve qui gronde,
plus loin que le vastes forets
plus loin que la gorge profonde
je fuirais,je courais,j'irais
της λύκαινας πιο πέρα απ'τη σπηλιά
κι απ'των περιστεριών το δάσος πέρα
πιο πέρα απ'τον κάμπο,που έχει μια
βρύση και φοινικιές τρεις μεσ'στην ξέρα.
par dela ces rocs qui repandent
l'orage en torrent dans les bles
par dela ce lac morne,ou pendent
tant de buissons echeveles
plus loin que les terres arides
du chef maure au large ataghan
dont le front pale a plus de rides
que la mer un jour d'ouragan
θα πέρναγα της Άρτας τον πυκνό
το βάλτο,τον τρεμουλιαστό καθρέφτη
και το ψηλό της Κόρινθος βουνό
που πίσω απ'τις πλαγιές του η Μύκο πέφτει
και μιαν αυγή θε νάκανα σταθμό,
-σα μάγια μυστικά να με φωνάζουν-
στη Μύκο,το καθάριο το χωριό,
που οι μολυβένιοι θόλοι του φαντάζουν
j'irais chez la fille du pretre
chez la blanche fille a l'oleil noir
qui le jour chante a sa fenetre
et joue a sa porte le soir
και φύλλο δόλιο και χαμένο πια
θα ερχόμουν απ'το δρόμο κουρασμένο,
μεσ'στα ξανθά της να ριχτώ μαλλιά
-κατά το τάμα που΄χω καμωμένο-
σαν τον ελαφροπάτη ψιττακό
πάνω στο χρυσοκίτρινο σιτάρι
ή σαν του παραδείσου οπωρικό
χλωρό πάνω σ'ολόχρυσο κλωνάρι
και πιότερο καμάρι θά'χα εκεί
στο μέτωπό της θρονιασμένο πάνου
παρά κι η φτέρη αν είμουν η λευκή
που λάμπει στο σαρίκι του Σουλτάνου
Βίκτωρ Ουγκώ
12-21 Σεπτεμβρίου 1828
οι μεταφρασμένοι στίχοι ανήκουν στον Κ.Αθ.Κωνσταντινίδη-Ξενάκη,1924
ainsi qu'on choisit une rose
dans le guirlandes des Sarons
choisissez une vierge eclose
parmi les lis de vos vallons
Lamartine
διάγνωση και θεραπεία
Ο έρωτας είναι μια αρρώστια από τις πιο ολέθριες και μεταδοτικές.Τους ασθενείς τους αναγνωρίζουν οι πάντες.Βαθιοί κύκλοι μαρτυρούν ότι δεν κοιμόμαστε ποτέ,ξάγρυπνοι απανωτές νύχτες από τ'αγκαλιάσματα ή την έλλειψη αγκαλιασμάτων.Μας κατέχουν εξοντωτικοί πυρετοί και νιώθουμε μια ακαταμάχητη ανάγκη να λέμε βλακείες.
Ο έρωτας μπορεί να προκληθεί αν αφήσουμε να πέσει μια χουφτίτσα σκόνης αγάπανθου,δήθεν απρόσεκτα,στον καφέ,στη σούπα ή στη γουλιά.Μπορεί να προκληθεί,αλλά δεν μπορεί να εμποδιστεί.Δεν τον εμποδίζει ούτε ο αγιασμός ούτε η κοπανισμένη όστια.Μα ούτε και η σκορδοσκελίδα χρησιμεύει σε τίποτα.Ο έρωτας κωφεύει στο θείο λόγο και στο ξόρκι των μαγισσών.Δεν υπάρχει κυβερνητικό διάταγμα που να τα βγάζει πέρα μαζί του,μήτε φίλτρο ικανό να τον αποτρέψει,κι ας διαλαλούν οι κυράδες στις αγορές αλάθητα μαντζούνια με εγγύηση κι απ'όλα.
Εδουάρδο Γκαλεάνο
η αποκατάσταση
Η Γλαύκη άνοιξε το παράθυρο, που έδειχνε ένα κομμάτι απ'το λιμάνι.Στο αντίφωτο,μακριά,τα γλαριά πάνω απ'τη μπλάβα θάλασσα μοιάζανε σαν άσπρες πεταλούδες.Μια φορτηγίδα άφηνε πίσω της αφρισμένες αυλακιές.Η μέρα ήταν διάφανη.Ο Αύγουστος ήθελε μόνο μια εβδομάδα για να τελειώσει.Ωστόσο είχε κιόλας κάποιαν αόριστη αίσθηση από το φθινόπωρο,όπως άρχιζε πια να βραδιάζει γρήγορα,οι παραθεριστές λιγοστεύανε κι οι ψυχρούλες κάνανε σύντομα ξενύχτια...
Έμενε ξαπλωμένη αναπολώντας τις φωτεινές εβδομάδες, που είχαν περάσει σαν ένα φτερούγισμα.Λογής απρόοπτα ανάμεσα σε αγνώστους πριν από λίγο καιρό,που τα'χε κιόλας συνηθίσει.Όσες βιαστικές μέρες της απομένανε,που φεύγανε σαν γνωριμίες ασήμαντες.Φέρνοντας έναν-έναν μπρος της τους καινούριους φίλους της,συλλογιζότανε αυτό το ανώνυμο θάψιμο στο κοιμητήρι του "άλλου"-το πέρασμα καθενός μας απ'τη ζωή-που το θυμίζει,σε κάποια παρένθεση της κουβέντας του,με μια κρίση ανεύθυνη,αυτός ο ανελέητος "άλλος",που είμαστε,για κάθε άλλον,εμείς...[...]
Εμείς οι άνθρωποι δεν μπορούμε να κυβερνούμε τη συνείδησή μας παρά σύμφωνα με την ακοή μας.Η ποινή μας για το προπατορικό αμάρτημα δεν είναι η θνητότητα μα η σκέψη.Μήπως με κάθε πράξη μας δεν διαλέγουμε ανάμεσα στο δαίμονα και το Θεό?Μια κόλαση ή έναν παράδεισο διασκελούμε σε κάθε στιγμή μας, σε κάθε βηματισμό...[...]
Όσο μακραίνανε,αισθανότανε την αλισάχνη ευχάριστα πάνω του.Μέσα στη σιγή,κάποιο ψάρι ακούστηκε να σπαθίζει τα νερά.Ω!,να'τανε κάτι ασήμαντο,χωρίς συνείδηση.Και να πλέει,να πλέει στο υγρό χάος,μέσα στα κήτη,από ρύγχος σε σπλάχνο,από σπλάχνο σε ρύγχος,χωρίς να υποψιαστεί πως υπάρχει επιφάνεια και ουρανός και ήλιος...
απόσπασμα από το μυθιστόρημα του Τάσου Αθανασιάδη,"Η Αίθουσα του Θρόνου"
τελεία και παύλα
Για τον Γιαν.
Δεν ξέρει κανείς από πριν
τι θα γράψει.
Βιάσου να με σκεφτείς.
Για τον Γιαν τον εραστή μου της νύχτας
Υπογράφει:Μαργαρίτα,η ερωμένη του λατρευτού
αυτού εραστή,20 Νοεμβρίου 1994,
Παρίσι,οδός Σεν-Μπενουά.
21 Νοεμβρίου απόγευμα,οδός Σεν-Μπενουά.
Γ.Α.:Τι θα λέγατε για σας?
Μ.Ν.:Ντυράς.
Γ.Α.:Τι θα λέγατε για μένα?
Μ.Ν.:Ανεξιχνίαστος.
Αργότερα το ίδιο απόγευμα.
Καμιά φορά είμαι άδεια για πολύ καιρό.
Είμαι χωρίς ταυτότητα.
Φοβίζει αυτό στην αρχή.Και μετά μπαίνει
σ'ένα ρεύμα ευτυχίας.Κι έπειτα σταματά.
Ευτυχισμένη,δηλαδή λίγο πεθαμένη.
Λίγο απούσα απ'τον τόπο που μιλώ.
Αργότερα πάλι.
Είναι θέμα χρόνου.Θα κάνω ένα βιβλίο.
Θα το'θελα αλλά δεν είναι σίγουρο
πως θα γράψω αυτό το βιβλίο.
Τ'αφήνω στην τύχη.
22 Νοεμβρίου,απόγευμα,στην οδό Σεν-Μπενουά.
Γ.Α.:Φοβάστε το θάνατο?
Μ.Ν.:Δεν ξέρω.Δεν ξέρω ν'απαντήσω.
Δεν ξέρω πια τίποτα από τότε που
έφτασα στη θάλασσα.
Γ.Α.:Και με μένα?
Μ.Ν.:Και πριν και τώρα ανάμεσα σε σένα
και σε μένα υπάρχει ο έρωτας.
Ο θάνατος κι ο έρωτας.Ας υπάρχεις εσύ
κι ας γίνει το θέλημά σου.
Γ.Α.:Πώς προσδιορίζετε τον εαυτό σας?
Μ.Ν.:Δεν υπάρχω,όμως τούτη τη στιγμή δεν ξέρω τι να γράψω
Γ.Α.:Και το βιβλίο που προτιμάτε απόλυτα?
Μ.Ν.:Το Φράγμα,την παιδική ηλικία.
Γ.Α.:Και στον παράδεισο,θα πάτε?
Μ.Ν.:Όχι.Μου φέρνει γέλιο.
Γ.Α.:Γιατί?
Μ.Ν.:Δεν ξέρω.Δεν τον πιστεύω καθόλου.
Γ.Α.:Και μετά το θάνατο τι μένει?
Μ.Ν.:Τίποτε.Μόνο οι ζωντανοί που χαμογελούν ο ένας στον άλλον,που θυμούνται.
Γ.Α.:Ποιος θα σας θυμηθεί?
Μ.Ν.:Οι νεαροί αναγνώστες.Οι μικροί μαθητές.
Γ.Α.:Τι σας απασχολεί?
Μ.Ν.:Να γράφω.Μια απασχόληση τραγική,ανάλογη δηλαδή με το ρεύμα της ζωής.
Είμαι μέσα του χωρίς προσπάθεια.
Αργότερα το ίδιο απόγευμα.
Γ.Α.:Βρήκατε τίτλο για το επόμενο βιβλίο?
Μ.Ν.:Ναι.Βιβλίο προς εξαφάνιση.
22 Νοεμβρίου στο Παρίσι,ώρα 3 μ.μ.
Θέλω να μιλήσω για κάποιον.
Για έναν άντρα το πολύ είκοσι πέντε χρόνων.
Είναι ένας πολύ όμορφος άντρας που θέλει να πεθάνει
πριν τον πάρει χαμπάρι ο θάνατος.
Τον αγαπούσατε.Και κάτι περισσότερο.
Η ομορφιά των χεριών του,ναι,αυτό.
Τα χέρια του να προχωρούν με το λόφο
-που μόλις διακρίνεται,απαλός,τόσο φωτεινός
όσο η χάρη ενός παιδιού.
Σας αγκαλιάζω.
Σας περιμένω όπως περιμένω εκείνον
που θα αφανίσει αυτή τη ρημαγμένη χάρη,
την ακόμα γλυκιά και ζεστή.
Απ'όλο μου το σώμα,η χάρη αυτή ας σου δοθεί ολόκληρη.
Αργότερα το ίδιο απόγευμα.
Θέλησα να σας πω
πως σας αγαπούσα.
Να το φωνάξω.
Αυτό είναι όλο.
Οδός Σεν-Μπενουά,Κυριακή 27 Νοεμβρίου.
Να είσαι μαζί με κάποιον είναι ο έρωτας,
ο θάνατος,ο λόγος,ο ύπνος.
Αργότερα την ίδια Κυριακή.
Γ.Α.:Τι θα λέγατε για τον εαυτό σας?
Μ.Ν.:Δεν ξέρω πια καλά καλά ποια είμαι.
Υπάρχω με τον εραστή μου.
Το όνομα δεν το ξέρω.
Δεν είναι σημαντικό.
Να είμαι μαζί όπως μ'έναν εραστή.
Θα ήθελα να μου συνέβαινε.
Να είμαι μαζί μ'έναν εραστή.
Σιωπή,κι ύστερα.
Γ.Α.:Σε τι χρησιμεύει να γράφεις?
Μ.Ν.:Είναι συνάμα να σωπαίνεις και να μιλάς.Να γράφεις.Σημαίνει
επίσης καμιά φορά να τραγουδάς.
Γ.Α.:Να χορεύεις?
Μ.Ν.:Κι αυτό μετράει.Ο χορός είναι μια κατάσταση του ατόμου.
Μου αρέσει πολύ να χορεύω.
Γ.Α.:Γιατί?
Μ.Ν.:Ακόμη δεν το ξέρω.
Σιωπή...
Μαργκερίτ Ντυράς.
αφιερωμένο στην Αμαλία, στην Πέννυ και στην Ελένη-τζίντζερ...
η φιλία με τους Κινέζους
γεια σου Νίκο
αποσπάσματα από τη συνέντευξη που είχε δώσει ο Νίκος Σεργιανόπουλος στον Πάνο Ζόγκα,πριν τρεις μήνες.
"Δε μ'ενδιαφέρει ο εαυτός μου.Ας πουν ό,τι θέλουν,ας γράφουν,ας με κατηγορούν.Για δύο ανθρώπους με ενδιαφέρει:για τη μάνα μου και την αδερφή μου.Για κανέναν άλλον."
Ο Νίκος εκείνη την περίοδο πάλευε με την εξάρτησή του.Εκεί που ένιωθες ότι βούλιαζε,το ανοσοποιητικό σύστημα της ψυχής του τον ανέβαζε ψηλά.Σαν να είχε μια διαρκή,εγγενή αυτοτροφοδότηση.Ο Νίκος ονειρευόταν.Ήθελε να πάει να ζήσει στη Θάσο-όπως είχε πει,εκεί είχε κάνει παλιότερα τις καλύτερες διακοπές σε ελεύθερο κάμπινγκ-,ονειρευόταν για τον εαυτό του μια καθαρή μέρα χωρίς αλκοόλ,ναρκωτικά,χάπια."Θέλω να σταματήσω τα πάντα.Θέλω να ξυπνήσω ένα πρωί και να μη χρειάζεται να παίρνω χάπια για ν'ανταπεξέλθω στις υποχρεώσεις μου".Δεν ξέρω αν πραγματοποίησε το όνειρό του.Και κάτι ακόμα που μου φαίνεται περίεργο τώρα που το σκέφτομαι:το αγαπημένο του κομμάτι ήταν το "Τhe rose" της Μπέτι Μίντλερ-λάτρευε το στίχο "η αγάπη είναι ένα ξυράφι που σου ματώνει την ψυχή".Όταν πεθάνει, μου έλεγε,αυτό ήταν το κομμάτι που θα ήθελε να του τραγουδήσουν,με τη φωνή-αν γινόταν-της Χαρούλας Αλεξίου, που λάτρευε."Βέβαια εγώ δεν πρόκειται να πεθάνω ποτέ", έλεγε και γελούσε.
Ο Νίκος πρωτοβλέπει το φως στη Δράμα το 1952.Ένα ατίθασο, δύσκολο αγόρι,σε μια επαρχία γεμάτη-δήθεν-ευυπόληπτους ανθρώπους,ασφυκτικές "κανονικές" ζωές και επίπλαστες ευτυχίες.Εκείνος σιχαίνεται όλα τα πρέπει.
Στη Θεσσαλονίκη,φοιτητής ακόμα,ιδρύει μαζί με την Καρυοφιλλιά Καραμπέτη,τη Λυδία Φωτοπούλου και τη Φιλαρέτη Κομνηνού την Πειραματική Σκηνή Τέχνης,που γίνεται η πιο επιτυχημένη,εναλλακτική και off Broadway σκηνή της πόλης.Το 1990 τον βλέπει ο σκηνοθέτης Νίκος Κουτελιδάκης στο ρόλο του Ιάσονα στη Μήδεια(σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά)και του προτείνει πρωταγωνιστικό ρόλο στο σήριαλ Άφρικα."Μέχρι τότε δεν είχε περάσει από το μυαλό μου η τηλεόραση-σχεδίαζα να κάνω την Αγριόπαπια με τον Διαγόρα Χρονόπουλο και γενικά είχα και το ψώνιο,ξέρεις,πως είμαι θεατρικός ηθοποιός και το θέατρο είναι πάνω απ'όλα.Από την άλλη, στη Θεσσαλονίκη είχα αρχίσει να νιώθω σαν δημόσιος υπάλληλος.Όποιο ρόλο μου έδιναν έπρεπε να τον κάνω.Ήταν λοιπόν ένα έργο που είχε γράψει ο Λύτρας,όπου έπαιζα το βασιλιά.Έβαλα τα δυνατά μου,αλλά ήμουν πολύ κακός.Εκεί με είδε ο Βουτσινάς και έβγαλε για μένα το εξής συμπέρασμα:για να μπορεί να είναι τόσο κακός,μπορεί να είναι και καλός.Πράγμα που είναι μια ωραία μεταφορά και για τη ζωή-ότι δηλαδή πάντα τα άκρα συναντιούνται."
Ακολουθεί το Δύο Ξένοι-σήριαλ φετίχ,μια από τις πιο ιστορικές στιγμές της ιδιωτικής τηλεόρασης,μια τρελή επιτυχία με 60% τηλεθέαση, που ο Νίκος την πίνει ως τον πάτο.Μαζί με μπουκάλια και μπουκάλια αλκοόλ.
Μπορεί να ακούγεται σαν "αγιογραφία" αλλά ο Νίκος ήταν συνεργάτης με σίγμα κεφαλαίο,καθόλου ανταγωνιστικός,με υποκριτική ευελιξία.Ένας πολύ λαμπερός ρολίστας.
Πνεύμα αναρχικό,ατίθασο,χαμένο στις αντιφάσεις του.Γελούσε συχνά,κοιμόταν λίγο,αυτοσαρκαζόταν πολύ,φοβόταν το πλήθος,σπάνια έβγαινε από το σπίτι του.Μέχρι το τέλος έμενε στο ίδιο σπίτι στον Άγιο Αρτέμιο,που είχε αγοράσει το 1992-τα πρώτα έπιπλα τα έφτιαξε μόνος του-γιατί του άρεσε η πυξίδα του να έχει στον ορίζοντα "ένα σημείο αναφοράς".Ήταν ευσυγκίνητος,μισούσε την οδήγηση,λάτρευε την αδερφή του και τη μάνα του-που τον πρωτοείδε στο θέατρο το 2003,αλλά ο ίδιος πίστευε πως κατά βάθος ήταν περήφανη για κείνον-τους λίγους καλούς φίλους του:τη Λυδία Φωτοπούλου,την Κοραλία Καράντη,τον Θοδωρή Αθερίδη,τον Αλέξανδρο Ρήγα.Τον είχα ρωτήσει αν επικαλούνταν συχνά το Θεό."Όχι,στην ουσία είμαι άθεος.Δεν το χωράει το μυαλό μου πώς ένας Θεός πανάγαθος και πανταχού παρών επιτρέπει να υπάρχει τόσο μεγάλη αδικία στον κόσμο.Από την άλλη,ο Ιησούς Χριστός είναι από τους αγαπημένους μου μύθους.Είναι παράλογο αλλά συμβαίνει.Ξέρεις,το να πιστεύεις,είναι κάτι πολύ βολικό.Κι εγώ δεν θέλω να είμαι βολικός."
Το μόνο στο οποίο πίστευε πραγματικά μάλλον ήταν οι εμμονές του:το σινεμά,τη μουσική.Το όνειρό του από μικρός ήταν να πάει στη Disneyland στη Φλόριντα.Μάλιστα είχε κλείσει εισιτήριο γι'αυτό το καλοκαίρι.Έψαχνε,φαίνεται να βρει λίγη χρυσόσκονη και μια καλή νεράιδα-ένας αιώνιος Πήτερ Παν που κυνηγούσε τη σκιά του...
Τον εαυτό του άραγε τον φοβόταν?"Τον τρέμω.Κάποιες ώρες-ελάχιστες-τον συμπαθώ,τις περισσότερες όμως,θέλω να τον σκοτώσω.Το μόνο που έμαθα μεγαλώνοντας είναι να τον εκτιμώ".
Το κείμενο αυτό γράφτηκε την Τετάρτη,που οι τηλεοράσεις και τα ραδιόφωνα ανακάτευαν στοιχεία και εικασίες για το έγκλημα σε υστερικό πολτό:στυγερό έγκλημα,γυμνός σε μια λίμνη αίματος,δολοφονικό αμόκ,μια λευκή σκόνη στο πάτωμα,σπασμένο κλειδί στην πόρτα,ένας ιδιωτικός ερευνητής-φοβόταν ο Νίκος για τη ζωή του?Απαντήσεις δεν υπήρχαν.Μόνο εικασίες.Αλλά ένα κείμενο οφείλει να έχει επίλογο.Και σε αυτό το κείμενο ο επίλογος ανήκει στον Νίκο.
Ένα τραγούδι συντροφιά,στο ταξίδι για τη Μεγάλη Χώρα του Ποτέ Ποτέ:"Τhe Rose"-αγάπη και τριαντάφυλλα όπως ο ίδιος το είχε διαλέξει...
εικόνες
Εικόνα 3η
Ένας άντρας γυμνός από τη μέση και πάνω ετοιμάζεται να δώσει παράσταση.Το πρόσωπό του είναι βαμμένο άσπρο.Πολλοί άνθρωποι έχουν κάνει κύκλο γύρω του και κοιτάζουν με περιέργεια.Ανεβαίνει σ'ένα ξύλινο βάθρο.Παριστάνει το άγαλμα.Αλλάζει στάση κάθε ένα λεπτό.Στη διάρκεια του λεπτού μένει ακίνητος.Δεν ανασαίνει.Τα μάτια ανοιχτά,τα βλέφαρα ακίνητα.Στην τελευταία στάση έμεινε ακίνητος πάνω από ένα τέταρτο.Ο κόσμος που έχει μαζευτεί σιγά σιγά τον πλησιάζει.Του μιλάνε.Γελάνε.Τίποτα.Ακίνητος.Ο πρώτος που τον αγγίζει βγάζει ένα επιφώνημα έκπληξης.Ο άνθρωπος αυτός μεταμορφώθηκε σε πραγματικό άγαλμα.Το σώμα του έγινε σκληρό και παγωμένο.Τον αγγίζει ξανά και ξανά,και διαπιστώνει ότι το κορμί του έγινε μάρμαρο.
Εικόνα 4η
Τα φρούτα απέδρασαν από τα μανάβικα και κατρακυλούν ελεύθερα στους δρόμους.Η πόλη γέμισε χρώματα των φρούτων.Ανοίξτε τις πόρτες των σπιτιών σας να μπουν τα φρούτα μέσα.
Δύο από τις τέσσερις εικόνες από τον "Μαύρο Χρυσό"
του Κωστή Γκιμοσούλη
tainted love
Ένα ηλιοτρόπιο κοιτάζει πάντα το φως.Γεννιέται,μεγαλώνει,πεθαίνει και δεν έχει τίποτα άλλο.Κι αυτό που κάνει,αυτόματα.Δεν κάνει όμως τίποτα άλλο.Το ίδιο το αποκλειστικό της απασχόλησης καταδεικνύει το σεβασμό προς την ύπαρξη και το αυτόματο της διαδικασίας καθόλου δεν σκιάζει το μεγαλείο.Γιατί μια τόσο απόλυτη προσήλωση δεν είναι άλλο από το εκ του αποτελέσματος ορατό πρόσωπο της ενσυνείδησης.Η ψυχή όμως από ποιους ρώθωνες αναπνέει?
Δεν μπορώ να πω αν ήταν η ανάγκη ή η αγάπη που με μύησε στον ξυπνητό ύπνο.Πάντως για μια ολόκληρη νύχτα επέλεξα έναν έναν τους χτύπους της καρδιάς μου,μιμούμενη ρυθμό φλεβοκομβικό,κι αποφάσισα για το οξυγόνο και το διοξείδιο στον οργανισμό μου κανονίζοντας τις αναπνοές μου.[...]
Δεν είχε χρειαστεί να ομολογήσω πως η ψυχή ανασαίνει απ'τους ίδιους ρώθωνες που ανασαίνει και το κορμί,μόνο που δεν προβλέπεται αυτόματη διαδικασία γι'αυτό,όταν ξημέρωσε.[...]
Μπαίνω στο μπάνιο,ρίχνω άφθονο κρύο νερό στο πρόσωπό μου.Σηκώνω το κεφάλι μπροστά στον καθρέφτη.Ωραία είμαι κλαμένη.[...]
Και στη μέση το πάθος,μεταβιβάσιμο και φθαρτό.Άρα πώς "ασήμαντο"?Οσάκις μ'έστησαν,από τότε που έφυγα,με τα γόνατα και τους αγκώνες στο πάτωμα,για να ερευνήσουν τις εισόδους και τις εξόδους μου,ποτέ δεν μερίμνησαν να προσδιορίσουν το προς τα πάνω της δράσης τους...[...]
Ποτέ δεν υπήρξα φειδωλή με τα νεύματα,τα βλέμματα,τα λόγια,τ'αγγίγματα.Ο λόγος που χαρακτηρίζομαι συχνά "δωρική" είναι φαντάζομαι ότι δεν κατάφερα να τα κατευθύνω όλα αυτά σε κάποιον συγκεκριμένα με συνέπεια,προσήλωση και διάρκεια.Μοιάζει σαν να εκθέτω τον εαυτό μου γενικώς,σαν να τον προσφέρω παθητικά,ακαθόριστα.Ίσως θα έπρεπε να το κατατάξω στις αναπηρίες αυτό,μαζί με την όψιμα εμφανισθείσα μυωπία μου.Ίσως...
Δεν έχω άλλο τρόπο όμως να υπάρξω ελεύθερα,χωρίς να προδίδω εκείνο που μου έχει δώσει τη μεγαλύτερη χαρά στη ζωή,την επικοινωνία,απ΄την αδιάκοπη ετοιμότητα να ρουφήξω την περίσταση σαν τη γάτα του δρόμου που παραφυλάει μ'απέραντη προσήλωση περιμένοντας να εμφανιστεί η τροφή της.[...]
Από κάτω κι ανάμεσα δεν υπάρχει τίποτα άλλο απ'τα παραμύθια μου.Ατέλειωτα παραμύθια.Καμιά επισημότητα,κανένα προσχεδιασμένο σκηνικό.Προκύπτει.
Η τελευταία χειραψία που μου αναστάτωσε τη ζωή δεν διαφοροποιούνταν εξωτερικά σε τίποτα.Συνέβη στη δουλειά.Ένας άνθρωπος πολώθηκε στα δάχτυλα και στην παλάμη του δεξιού μου χεριού την ώρα που το κρατούσα μες στο δικό μου.Αισθάνθηκα τόσο λεπτές διαφοροποιήσεις της έντασης των κραδασμών μέσα στο ημιτόνιο αυτού του ελαφρά κυματιστού διά χειρός αποχαιρετισμού,που μέθυσα.Τα βλέμματα συναντήθηκαν απλώς για να το επιβεβαιώσουν.Το γεγονός ξεπέρασε για δέκατα του δευτερολέπτου μόνο τα συνήθη χρονικά περιθώρια,αν τεχνητά θεωρήσουμε την ένταση και το χρόνο ποιότητες ανεξάρτητες.[...]
Ξέρω,να διαβάσω το πεπρωμένο μου θα μου πάρει μια ζωή.Ακριβώς.Πιο γρήγορα δεν μπορώ,ούτε θα βρω καιρό να το ανασκοπήσω.Ό,τι είναι τώρα!
Δήμητρα Ζιάννη
η παρουσία της απουσίας
Μου είπες "όχι άλλο" κι έφυγες.Ζούσα βαφτισμένος στην απουσία σου.Κι η απουσία σου ήταν η πιο αστραφτερή παρουσία της ζωής μου.Όλα τα κατέλυε κι όλα τ'αναγεννούσε απ'την αρχή σε χρωματισμούς και φωτοσκιάσεις νέες:Φωτοσκιάσεις νοσταλγίας.Αν κάθε κόσμος χρειάζεται τον ήλιο του για να τριγυρίζει γύρω του και να ρουφά ζωή,αυτό το δικό σου "όχι" έγινε τώρα ο ήλιος του κόσμου μου και γύρω από αυτό γύριζε η ύπαρξή μου συνεχώς.Σε νοσταλγούσα.Η νοσταλγία δίνει στη ζωή ουσία και ανάταση.Αθωώνει τις ψυχές κι ευαισθητοποιεί το δέρμα.Σε μαλακώνει,σε κάνει καλό κι ονειροπόλο.Τα πράγματα γύρω σου από απρόσωπα αντικείμενα μεταμορφώνονται σε σύμβολα,οιωνούς και υπαινιγμούς.Κυκλοφορούσα ανάμεσα σε σύμβολα και υπαινιγμούς,όλα γύρω από σένα κι αυτό μετάγγιζε στην καθημερινότητά μου ποίηση και συγκίνηση.Το ανούσιο σκηνικό της καθημερινότητάς μου μεταποιήθηκε σε ένα μυστήριο ιερογλυφικό που ξεκίνησα με ζήλο παθιασμένο να αποκρυπτογραφήσω.Όλα του βίου μου πήραν μια θέση και συγκλείνανε στο μέγα ερωτηματικό της καρδιάς μου:Πότε θα ξανάρθεις?
Νοσταλγώντας σε γινόμουν όμορφος κι αδικημένος.Η αίγλη του αδικημένου έριχνε στο πρόσωπό μου χλωμό φωτοστέφανο και με ξεχώριζε απ'όλους τους άλλους γύρω μου που κανείς καημός δεν εξάγνιζε το δικό τους βλέμμα.Βαφτισμένη στην απουσία σου,πήρε επιτέλους σκοπό η ζωή μου.
Ο κόσμος όλος,οι δρόμοι, τα γραφεία,τα δωμάτια του σπιτιού γίναν οι χώροι που μόλις είχες φύγει αφήνοντας πίσω σου το δικό σου άρωμα.Ήμουνα το λαγωνικό μόνιμα πίσω απ'το άρωμα της αναχώρησής σου στραμένο.Σε οσφραινόμουνα όσο μακριά κι αν βρισκόμουνα,σε οσφραινόμουνα παντού γιατί από παντού απουσίαζες.
Αν είναι αλήθεια ότι αγαπάμε ό,τι μας λείπει εγώ από την ώρα που μου έλειψες σε λάτρεψα.Κι αν οι άνθρωποι γνώριζαν τη σημασία που μπορεί να έχει η απουσία τους θα τη χρησιμοποιούσαν καλύτερα στις μεταξύ τους σχέσεις.Αντίθετα,τρομάζουν μήπως απόντες περιπέσουν σε κενό ανυπαρξίας κι αυτό τους κάνει ενοχλητικά φασαριόζους και φλύαρους.Και το κενό της φλυαρίας είναι το χειρότερο.
Όμως εσύ είσαι σοφή.
Χωρίς να σκέφτεσαι μπορείς και αισθάνεσαι,ίσως μάλιστα επειδή ακριβώς δεν σκέφτεσαι καταφέρνεις να νιώθεις τόσο βαθιά.Εσύ έχεις τη γνώση του πότε πρέπει να σιωπάς,πότε να φεύγεις όπως στο καλό θέατρο ξέρουν πότε να ρίξουν την αυλαία ώστε να μείνει η παράσταση στους θεατές αλησμόνητη.
Τούτο το έγκαιρο φευγιό σου μ'έκανε ν'αποξεχάσω κάθε ελάττωμα της μέχρι πριν παράστασής σου και να μου απομείνεις μόνο σαν αποχώρηση εκτυφλωτική,σαν δόξα.
Όλα μαζί τα χιλιάδες "ναι" που μου'λεγες την εποχή του δεσμού μας δεν μου έδωσαν τη συγκίνηση εκείνου του μοναδικού σου "όχι" στο τέλος του.Το "όχι" σου σε αποθέωσε στα μάτια μου κι εκείνα τα "ναι" σου που καμιά φορά τα έκρινα,με δυσφορία,δειλά και δουλικά,τώρα τα υπερτίμησα σε ψυχική περίσσια και τις υποχωρήσεις σου σε ευγενικό σθένος.Η άρνησή σου σε αποθέωσε.
Μου έλειπες,όμως είχα πια την πείρα να κατανοώ την αξία κάποιων πόνων και να τους υπομένω με καρτερία,με ευχαριστία θα έλεγα.
Είχα πια την πικρή πείρα να αντιλαμβάνομαι την ωραιότητα της οδύνης από την ασχήμια μιας ευχαρίστησης.Να εμπιστεύομαι την ύπαρξή μου στα χέρια μιας τυραννίας χωρίς να φοβάμαι όσο παλιότερα.
Η απουσία σου μου γέμιζε την ζωή μου την άδεια.Δεν υπήρχε κενό μέσα μου ή έξω μου που να μην κύλησε η απουσία σου σαν πλημμύρα μπόρας και να το πλημμύρισε.Μήπως κι ο Θεός με την απουσία του δεν εμφανίζεται?Απών σε προκαλεί να τον αναζητάς,να τον ορματίζεσαι και την έκσταση η ερημιά στην φωτιάζει.
Απούσα έδωσες μορφή και στις άλλες γυναίκες γύρω μου.Απ'την ανυπαρξία τις ανέδυες σε υπαρκτές.Όποια κι αν συναντούσα είχε τώρα πια σημασία για μένα.Από άσπρος τοίχος τα πρόσωπα τους και τα κορμιά τους αποκτούσαν χαρακτηριστικά συγκεκριμένα που καθόμουν και παρατηρούσα με προωτόφαντο ενδιαφέρον.Γιατί ήταν πρόσωπα και κορμιά που επιβάλλανε να τα συγκρίνω με τα δικά σου.Να μετρήσω ομοιότητες και διαφορές ανάμεσά σας.Στα μάτια,στα χείλη,στα δάχτυλα,στην κίνηση,στη φωνή.
Άσχετα απ΄το οικτρό αποτέλεσμα,περιτριγυριζόμουν επιτέλους από πρόσωπα που μου κινούσαν κάποιο ενδιαφέρον.Επιτέλους!
Και τα τηλεφωνήματα άλλαξαν.
Από φοβερή όχληση τα κουδουνίσματα μέσα στο σπίτι ηχούσαν τώρα σαν πιθανός ευαγγελισμός.Γιατί πάντα υπήρχε μια μικρή,μια ελάχιστη πιθανότητα,να τηλεφωνάς εσύ.Σαν την ελπίδα για το θαύμα που διαπερνά όπως ακτίδα το σκοτεινό βυθό της ρουτίνας μας και την κάνει υποφερτή.
Ποτέ,ποτέ η ζωή μου δεν είχε τόση αξία.Έγινε πια μια ζωή ταγμένη.Ταγμένη να σε νοσταλγεί και να σε αναμένει.Ήταν πια μια ζωή που μπορούσε να πονά.Λίγο το'χεις αυτό?Να μπορείς να πονάς!Αν αυτό δεν μπορείς,τίποτα δεν μπορείς να περιμένεις από τη ζωή σου,τίποτα δεν μπορείς να στοχεύεις,τίποτα που να ελπίζεις να συμβεί.Στο τέλος δεν υπάρχεις.
Πέρασα ένα ολόκληρο καλοκαίρι ζωντανός απ'την απουσία σου,συνειδητοποιημένος απ'τη σιωπή σου.Ονειροπαρμένος,πληγωμένος,προσανατολισμένος στην αναμονή σου.Ήρωας τραγωδίας μικρής.Για πρώτη φορά ήξερα με σιγουριά τι θέλω:Να επιστρέψεις!
Μέτρησα και γνώρισα τις διαστάσεις μου,το κουράγιο μου,τις δυνατότητές μου,τις αποστάσεις που μπορεί να διανύσει η ματιά μου κι η φαντασία μου,τα βάθη που μπορεί να με κατεβάσει η λύπη και να μην πνιγώ.Πρόσεξα πόσες φορές χτυπά κατά μέσο όρο το τηλέφωνο τη μέρα,πόσα ποτήρια νερό καταναλώνω,πόσα βήματα είναι πάνω κάτω η βεράντα μου και χρονομέτρησα διάφορες διαδρομές.Μελέτησα τη γεωγραφία του μικρού μου κόσμου κι αυτή η μελέτη μετέβαλε τις ιδέες μου για πολλά πράγματα,ακόμα και για τον εαυτό μου.Η απουσία σου εφάρμοσε ένα μικροσκόπιο στο μάτι μου και θαμπωμένος ανακάλυπτα τη θαυμαστή σύσταση που μπορεί να έχουν οι λεπτομέρειες.Περιττό να σου πω πως λάτρεψα τα ελάχιστα βουβά τηλεφωνήματα που μου έγιναν αυτό το διάστημα.Τα σημείωνα μάλιστα σε ειδικό μπλοκάκι με ημερομηνία και ώρα.
Αρχές Φθινοπώρου,τελικά,ένα τηλεφώνημα ήταν δικό σου...Εγώ που όλον αυτόν τον καιρό με οδύνη χαρακτήριζα οποιοδήποτε κάλεσμα μονάχα σαν "Δεν είσαι εσύ ακόμα",με παρατηρούσα να σε υποδέχομαι ψυχρά,με απάθεια, σαν τίποτα να μη συμβαίνει.Καμιά μα καμιά αυτογνωσία μας δεν είναι ικανή να προβλέψει την αντίδρασή μας κάποια δεδομένη ώρα όταν πράγματι αυτή η ώρα φτάσει.
Από τον τόνο της φωνής σου αισθάνθηκα πως ήσουν έτοιμη να γυρίσεις κοντά μου,έτοιμη να ζητήσεις συγνώμες και να δώσεις όρκους.Και τρόμαξα...Παρέδιδες όλα σου τα όπλα κι έκανες όλη σου τη λαμπρή εξουσία πάσα σε μένα.Μου μεταβίβαζες το ξίφος της απόφασης για τη ζωή μας.Η απουσία σου τερμάτιζε εδώ και η μαγεία της και η αξία της μ'εγκατέλειπαν απροετοίμαστο.Ό,τι ποθούσα κι ό,τι λαχταρούσα μου προσφερόταν στο πιάτο,με άπρεπη,άσεμνη ευκολία.Γυρνούσες πάλι σε μένα.Η τραγωδία μου τελείωνε πιο κακόγουστα και κοινότυπα κι απ'το αίσιο τέλος παλιάς ελληνικής ταινίας.Κι εγώ που τώρα πια κάτι έχω μάθει περισσότερο για της αλχημείες της παρανοϊκής μου ψυχής,αντέδρασα σαν κακομαθημένο κι εγωιστικό παιδί για να μη χάσω το πανάκριβο δώρο που αξιώθηκα.Για να μη μου λιώσει μέσα στην πλήξη της επιστροφής σου.
Μου είπες:Εντάξει,κέρδισες,θέλω να γυρίσω κοντά σου.
Τούτη η νίκη μου δε μ'ενδιαφέρει πια,τούτη η ήττα σου δεν είναι αυτό που γυρεύω.
Και τώρα,σου είπα όχι εγώ για να διαφυλάξω απ΄την παρουσία σου το πολύτιμο απόσταγμα της απουσίας σου.
Μάρω Βαμβουνάκη
το τραγούδι της λίμνης
ο έρωτας είναι βάρβαρος-μαύρο χιόνι
Υπάρχει τόση ένταση στον γνήσιο έρωτα,τόση απόλυτη ελπίδα,τόση απελπισία,που ακόμη και οι δολοφονίες από πάθος αντιμετωπίζονται επιεικέστερα από τα κρατικά δικαστήρια.Από τα δικαστήρια του Θεού κανένας δεν ξέρει ποιος θεωρείται φταίχτης και ποιος θύμα του.Στον έρωτα υπάρχει φόβος μεγάλος και "όπου υπάρχει φόβος η αγάπη φεύγει".Ο άλλος καταντάει τρομακτικός,γιατί ξυπνάς μια μέρα και διαπιστώνεις πως κρατάει τη ζωή σου στα χέρια του,περίπου ξυπνά το ένστικτό σου της επιβίωσης,και ποιος μπορεί να ζητήσει κριτική διαύγεια από εκείνον που θαλασσοπνίγεται?Ο άλλος καταντάει απειλητικός,είναι επικίνδυνα αθώος στην παντοδυναμία του πάνω σου.Όσο αυξάνεται ο πόθος τόσο αυξάνεται και η εξάρτηση,ο πανικός της εγκατάλειψης.
Σε τέτοια εγκλήματα,ο φόνος έρχεται όταν ο άλλος προσπαθεί να φύγει.Εκείνος που εγκαταλείπεται,τυφλός τώρα από σύνδρομο στέρησης,αγωνίζεται να συγκρατήσει τον προδότη με κάθε τρόπο.Κι ο έσχατος τρόπος κατοχής του άλλου,ο πιο απεγνωσμένος αλλά και πιο σίγουρος,είναι να του κόψει το χρόνο,να του αφαιρέσει κάθε δυνατότητα επιλογής.Να τον σκοτώσει δηλαδή,να τον μεταφέρει και να τον εναποθέσει στον ακίνητο,καθησυχαστικό κόσμο των νεκρών.Επιτέλους!Να τον εξασφαλίσει αιώνια δικό του.
Σπανιότατα ένα ερωτικό έγκλημα γίνεται από εκδίκηση.Αυτός που εκδικούμαστε έχουμε ανάγκη να παραμένει ζωντανός,να παραμένει συνειδητός,ικανός να παρατηρεί,να υποφέρει και να μετανιώνει.Περισσότερη εκδικητικότητα περιέχει μια ερωτική αυτοκτονία παρά ο φόνος του αγαπημένου.Ο δολοφόνος συνήθως αυτοκαταστρέφεται μετά ή παραδίνεται για να τιμωρηθεί.
Πώς γίνεται τέτοια ακραία συναισθήματα και βιώματα,ψυχικές καταστάσεις με τέτοιες εν σπέρματι ροπές,να τις θυμάται ύστερα κανείς χλιαρά,να μπορεί να συναντά τον άλλον που τις ενέπνευσε σαν μια κοινή,ανώδυνη παρέα?Να φλυαρεί μαζί του στο τηλέφωνο για νέες περιπέτειες και για νέα ειδύλλια με τρίτο?Είναι βεβήλωση της ίδιας μας της ζωής.Για να εξελισσόμαστε,πρέπει να θυμόμαστε.
Όποιον ερωτευτήκαμε,τον ερωτευτήκαμε κατά κάποιον τρόπο παντοτινά.Γιατί,όπως λέει ο Σεφέρης,ο έρωτας αποσβολώνει το χρόνο.Μπορεί σήμερα να μην τον ανεχόμαστε,να μην μπορούμε να μας πιάσει το χέρι,να μη θέλουμε ούτε να πλησιάσει.Όμως,όπως και να έχει καταντήσει σήμερα ένας τέως αγαπημένος,πάντοτε θα φέρει μέσα του εκείνον που υπήρξε κάποτε η ζωή μας και ο θάνατός μας,πάντοτε θα φέρει τις ώρες και το περιβάλλον που μας συντάραξε και που μας μεταμόρφωσε ισόβια.Γιατί ο καθένας μας,και όσο διαρκεί η ζωή του,είναι ένα ενιαίο σύνολο,περιέχει όλα τα πρόσωπά του,όλους τους εαυτούς που διάβηκε για να φτάσει απ'την ώρα της γέννησής του στην ώρα του θανάτου του.Τίποτα και κανένας απ'όσα και όσους υπήρξε δε θα του αφαιρεθεί.Κι εκεί,μέσα του,στο ενιαίο σύνολο που χτίζει ως το θάνατο το πρόσωπό του,θα κρύβεται και θα υπάρχει διαρκώς κι εκείνη η δική μας συγκλονιστική ιστορία μαζί του.Δε θ'αποσπαστεί ποτέ.Ακριβοπληρωμένη εικόνα κάτω από τα παλίμψηστα,που όμως υπάρχει.Πονάει,γιατί δεν πονάει μόνο εκείνο που συνέβη,αλλά,κυρίως,για εκείνο που παραλίγο να συμβεί.
Όχι,δεν πιστεύω πως όποιος ερωτεύτηκε αληθινά μπορεί κατόπιν να γίνει ειλικρινά φίλος με όποιον ερωτεύτηκε.Δεν υποφέρεται αυτή η μετάλλαξη.Είτε δεν ερωτεύτηκε αυτό το πρόσωπο ποτέ ως πρόσωπο,μόνο ένα σενάριο σχέσης,μια ιδέα απρόσωπη ερωτεύτηκε,είτε πρόκειται για χαρακτήρα-νεροκολοκύθα,δεν τον συγκλονίζει τίποτα,δεν μπορεί να πονά,δεν τον γονατίζει τίποτα,άρα δεν μπορεί ν'αγαπήσει.Αγαπάει μόνο τις ανάγκες του και όποιον και για όσο του τις καλύπτει.Εναλλάσσει επιφανειακές συντροφιές που αποκαλεί σχέσεις.Περιφέρεται στην όψη του,δεν κατεβαίνει στην ψυχή του ούτε στου άλλου την ψυχή.Χωρίζει "φιλικά",όπως διατυμπανίζει με καμάρι.Αν είναι ποτέ δυνατόν να χωρίσει κανείς δίχως πόλεμο!Δίχως φρίκη,ζήλιες,εξευτελισμό,κακίες,εκδικητικότητα.Δίχως όλα αυτά τα απαίσια αρνητικά αισθήματα που οι πειρασμοί θα τον περιτυλίξουν με φλόγα,για να καεί ή να καθαρθεί.Είναι μεγάλη πρόκληση πνευματικής ανάπτυξης ο ερωτικός χωρισμός,γι'αυτό και πονάει άγρια.Πόνος που,σαν κάθε πόνος,ερεθίζει τον ύψιστο εγωισμό και μας καλεί να τον νικήσουμε ή να μας νικήσει.
Και όταν κάποτε επουλωθεί το τραύμα,πάλι θα απομείνει,μνημείο στη μνήμη μας,εκείνη η μόνιμη πινελιά που ο Γιάννης Ξανθούλης θα ονόμαζε:Το ροζ που δεν ξέχασα.Η ερωτική σχέση είναι μαχαιριά και η κρούστα που με τον καιρό πετυχαίνουμε είναι μια ύπουλη κρούστα,να σχιστεί ξανά,με μια μικρούλα αφορμή,να αιμορραγήσει.
Γι'αυτό και τόσο συχνά οι χωρισμένοι εραστές τείνουν να συκοφαντούν με μικρότητα στους άλλους και στον εαυτό τους το αγαπημένο πλάσμα που έχασαν.Για να μειώσουν την οδύνη της απώλειας,μειώνουν την αξία του προσώπου.Και για να κρατηθούν έτσι μακριά,να έχουν λόγους να τον αποφεύγουν.Να γεννηθεί καλύτερα ανάμεσά τους μια εχθρική παρεξήγηση που σαν τάφρος να τους προστατεύει απ΄την επιδρομή της θανάσιμης έλλειψης,της θανάσιμης νοσταλγίας.Για ν'αντέξουν στο χαλασμό.Κι αυτό σε μένα φαίνεται πιο συγκινητικό και ανθρώπινο,κι ας δείχνει απολίτιστο,κακόβουλο,μικροπρεπές και βάρβαρο.Πολύ πιο φυσιολογικό από το να γίνουν φίλοι,να τα λένε από το τηλέφωνο όλα,να βγαίνουν έξω με τους νέους συντρόφους τους,να αισθάνονται άνετα.Φέρονται σαν τίποτα να μην έγινε ποτέ,γιατί,όντως,ποτέ τίποτε δεν έγινε.
Μάρω Βαμβουνάκη από:"Το φάντασμα της αξόδευτης αγάπης"
εκδ.Ψυχογιός 2008
με γιώτα κάπα άλφα
Κάνε μου ένα τατουάζ της λέω.Ένα τατουάζ με τ'όνομά σου,το αρχικό μόνο γράμμα του ονόματός σου πάνω στο δέρμα μου.Θέλω να μου χαράξεις ένα μικρό μελανό μι εκεί που ξεκινάει το πόδι μου,σ'αυτή την ανήλια πλαγιά,μέσα σ'εκείνο το στυφό φαράγγι των όρχεών μου.Ανάμεσα στη βάση του μηρού και στη βάση του πέους,μια απόσταση μοιρασμένη όσο και μικρή,εκεί κοντύτερα στο δεύτερο ν'αφήσεις ένα θησαυρό σου κάπως κρυμένο μέσα στις λόχμες τις μυροφόρες."Υπό την σκέπην" σχεδόν να μην φαίνεται,εκεί με τέχνη κέντησέ μου ένα μικρό μι, του ονόματός σου το κόσμημα.Να είναι ένα εικονοστάσι της αγάπης σου.Σαν εκείνο το πέτρινο μικρό εικονοστάσι που προσπερνάμε στους επαρχιακούς δρόμους της Ελλάδας,σε στροφές και γκρεμούς ζοφερούς,εκεί που κάποιος κινδύνεψε,τραυματίστηκε και σώθηκε.Εκεί ακριβώς που ο θάνατος βιαστικός δε στάθηκε,μια χειραψία το πολύ,μια υπενθύμιση.Και ο ζωντανός,αυτός που επέζησε και θυμάται,τιμάει και αγιάζει το χώρο της συνάντησης,τον θεοποιεί αφφιερώνοντας ένα πέτρινο οίκο στους θεούς τους παραστάτες του,όπως λέει και διαδίδει.Μέσα του όμως βαθιά το τάμα είναι για το θάνατο,στο φόβο και στο θάνατο,παρά τους στεγασμένους κι ασφαλείς άγιους όποιας ταυτότητας.
Έτσι κι εσύ.
Το μικρό σου αρχικό γράμμα,ένα εικονοστάσι δικό σου στους ορεινούς δρόμους του κορμιού μου.Κάθε φορά που αρμενίζοντας θα περνάς παρασυρμένη αλλόφρονη από κει φιλώντας κι ανασαίνοντας βαριά,κάθε φορά που έχοντας χαθεί στους τόσους δρόμους και μονοπάτια θ'αποφεύγεις την έξοδο,τότε περνώντα αργά θ'ασπάζεσαι με ευλάβεια,κλειστά μάτια και χείλια υγρά το δικό σου εικόνισμα,το δικό σου ιερό.Θα κάνεις τον παράξενο σταυρό σου διαβαίνοντας,θ'ανάβεις το μικρό κερί στα χέρια σου κοιτώντας τη φλόγα του να δυναμώνει με κατάνυξη,χαϊδεύοντας το σκούρο καλλίγραμμο σημάδι με τα τρεμάμενα δάχτυλά σου μέσα σ'εκείνο το χαλασμό του πάθους.Εκεί,καθώς θα οδηγείς και θα οδηγείσαι στις επικίνδυνες στροφές του κορμιού μου διαγράφοντας τις ανηφόρες και χαλαρώνοντας στις κατωφέρειες,μύριοι κίνδυνοι σε κάθε σου βήμα,σε κάθε σου μέτρο θα παραμονεύουν να σε τινάξουν ψηλά,να σκοτώσουν τις αισθήσεις σου μια για πάντα.Εσύ θα βλέπεις το βωμό σου,του γράμματος το άστρο,ένα σημείο στίξης και αναφοράς,θα ησυχάζεις,δεν κινδυνεύεις,είσαι σε μέρη γνώριμα,δεν θα φοβάσαι πια.Και θ'ανοίγεσαι σε πιο τολμηρά έργα,και θ'απλώνεις τα χέρια σου σε κινήσεις πιο αποτρόπαιες κι επονείδιστες,θάλασσες πιο φουρτουνιασμένες θα θες να σε τυλίξουν,αντέχεις τώρα.Μπορείς ν'αντέξεις πια,όσο κρατάς τα δάχτυλα σφιχτά κολλημένα πάνω στο δικό σου τάμα,στους δικούς σου θεούς.Ο έρωτας κι ο θάνατος ξορκίζονται με τον ίδιο τρόπο.Μ'ένα εικόνισμα αφιέρωσης,μια λέξη λατρείας,ένα μόνο γράμμα πάθους.Χτισμένο το τάμα στη γη ή στη σάρκα δεν έχει σημασία,αρκεί ο κίνδυνος να πέρασε κάποτε από κει,ο φόβος να πλανάται ακόμα,η ανάμνηση να είναι ζωντανή πάντα.Τότε ο έρωτας κι ο θάνατος παραμερίζουν,σέβονται κι αφήνουν τους απασχολημένους ταξιδιώτες και παθιασμένους εξερευνητές να χαρούν την ομορφιά και τη δύναμη των φυσικών τοπίων.
Ντάνης Φώτος.
"βασιλιά της καρδιάς μου
κι απ' το τατουάζ μου
εσύ με πονάς και με καις
πιο πολύ..."
Αφροδίτη Μάνου
ο δαιμονιστής
Όμως καθώς περνούσαν οι μήνες,μέσα μου άρχισε να μεγαλώνει ένα κενό.Είναι κάτι που ένιωθα πάντα τον πρώτο καιρό της καινούριας μου ζωής και δεν μπορώ να το περιγράψω.Κάτι σαν συνολική απουσία του εαυτού μου,των άλλων,του κόσμου.Σαν να στέκεσαι μπροστά σ'έναν καθρέφτη,να προσπαθείς να κοιταχτείς και να μη βλέπεις τίποτα,και ξαφνικά καταλαβαίνεις πως όχι μόνο δεν υπάρχει καθρέφτης,αλλά πως δεν υπάρχεις ούτε εσύ.Υποθέτω πως η ανθρώπινη ύπαρξη,η αίσθηση του εαυτού,διαμορφώνεται και δυναμώνει με τα χρόνια μέσα από την παρουσία άλλων ανθρώπων,που την ορίζουν.Εμείς,ακριβώς επειδή δεν μπορούμε να συνδεθούμε πραγματικά με κανέναν άνθρωπο-εξ'αιτίας του μυστικού της φύσης μας που αδυνατούμε να αποκαλύψουμε-δεν μπορούμε ποτέ να ορίσουμε απολύτως τον εαυτό μας,το ποιοι είμαστε.Γι'αυτό συχνά αλλάζουμε σώμα χωρίς να συντρέχει λόγος ηλικίας ή ασθένειας,επειδή μέσα στον ατελή εαυτό μας,τον αποστερημένο απ'την αγάπη,το μίσος,τα ειλικρινή αισθήματα των άλλων,που φτιάχνουν με το καθρέφτισμά τους πάνω σου αυτό που στην ουσία λέγεται ψυχή,πλήττουμε θανάσιμα.Μες στην αθανασία μας είμαστε σαν άψυχοι,η συνεχής μας ύπαρξη είναι σαν συνεχής ανυπαρξία.Κι αυτή είναι μια έλλειψη που δεν αναπληρώνεται με τίποτα.
Στη βάση της,είμαι βέβαιος,κρύβεται η κατάρα μας,η αδυναμίας μας να κάνουμε έρωτα.Έτσι αφού κατά βάθος όλες οι ανθρώπινες σχέσεις περιέχουν σε κάποιο μέτρο αυτό το άφταστο για μας μυστήριο,ζούμε μετέωροι.[...]
Αυτή ήταν η λέξη που με διέβρωσε.Αγάπη.Σχεδόν αγνοούσα τη σημασία της,νομίζω ακόμα την αγνοώ.Ποτέ δεν μου είχε απευθυνθεί.Και τώρα ένας άνθρωπος της ηλικίας μου μου τη χάριζε απλόχερα,έστω κι απ'το τηλέφωνο.Έστω και με την υποψία ενός έρωτα που δεν είχε ακόμη ολότελα σβηστεί.Δεν μου ζητούσε κάποιο αντάλλαγμα,δεν περίμενε να του τηλεφωνήσω εγώ.Μ'έπαιρνε και με ρωτούσε για τη ζωή μου,που δεν ήταν καν δική μου,και αισθανόμουν πως τον ένοιαζε,πως με κάποιο τρόπο-αυτό διευκρίνιζε και ο ίδιος-ήθελε να με φροντίσει.Κι ύστερα από λίγο σκέφτηκα να τον αφήσω.[...]
Αλλά εγώ δεν το ήξερα,δεν θα μπορούσα να το ξέρω.Απεναντίας έκανα το βασανιστήριο πιο δριμύ εν αγνοία μου.Αποφάσισα να μπω κι εγώ στη ζωή του,όπως προσπαθούσε να κάνει εκείνος.Ήμασταν κι οι δύο νέοι,ένιωθα πως οι ζωές μας έμοιαζαν.Αν χειριζόμουν την κατάσταση σωστά-έλεγα στον εαυτό μου-ίσως κατόρθωνα για πρώτη φορά,και στο κορμί μιας απροσδόκητης νεότητας,να βρω το σημείο αναφοράς,τον άνθρωπο που θα με συντρόφευε και θα μ'έκανε να ξεχάσω πόσο πολύ μισούσα τη ζωή.
αποσπάσματα από το μυθιστόρημα του Αύγουστου Κορτώ,"Ο δαιμονιστής"
εκδ.Καστανιώτη,2007
γυναίκα σε στάση φαύλης αναμονής
από την έξω τη μεριά γυναίκα σε στάση φαύλης αναμονής
άκρατη ποζάρει στη δίνη της παρομοίωσής της
καθώς από το διερχόμενο ανοιχτό παράθυρο
ξεπροβάλλει προσεχώς σαν το κυρίως θέμα
ειδυλλιακό τοπίο νεκρής φύσης,
που με τους σταλακτίτες επικεφαλής
σεληνιάζεται ανερμάτιστα
στου ποταμού- ποιήματος τον ολοκάθαρο καθρέπτη,
καθώς δύο σύννεφα με κιβωτό χρωμάτων
λικνίζονται στο παραθύρι το χθεσινού λυγμού
δρομολόγια επιθυμιών αεί και νυν μ’ επιστροφή
από το ζουμ όπου δαγκώνει τα όνειρα στις ρώγες:
ναύλος για τη λινή κοιτίδα της κυριολεξίας μας